Οι θρυλικές σειρές που αφήσαμε στη μέση

Οι θρυλικές σειρές που αφήσαμε στη μέση

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Τηλεόρασης, οι συντάκτες του «Κ» αποτίουν φόρο τιμής σε εμβληματικές στιγμές της τηλεόρασης που όλοι οι άλλοι αποθέωσαν αλλά εκείνοι δεν ολοκλήρωσαν ποτέ

6' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παλιότερα, οι τηλεοπτικές σειρές κινούνταν κάπου ανάμεσα στη σαπουνόπερα και την ποπ τσιχλόφουσκα. Μετά, ήρθε η μεγάλη τηλεόραση και μας σύστησε αριστουργήματα -όπως το «The Sopranos», το «The Wire», το «Breaking Bad»– τα οποία έκλειναν το μάτι στο μεγάλο αμερικανικό μυθιστόρημα. Θρυλικές σειρές πολύ υψηλής αφηγηματικής τέχνης, τόσο δυνατές ώστε να νιώθεις ότι γίνεσαι ένα με τους πρωταγωνιστές. 

Και όμως, εκείνο που είναι τηλεοπτικός θρύλος για τον έναν θεατή, είναι ένας μικρός -και όχι ευχάριστος- πονοκέφαλος για τον άλλο. Σήμερα, ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας Τηλεόρασης, οι συντάκτες του «Κ» κάνουν τον απολογισμό τους. Για εκείνες τις σειρές που (σχεδόν) όλοι θεώρησαν τηλεοπτικές κορυφές, αλλά εκείνοι δεν ολοκλήρωσαν ποτέ.

Αγαπητό Black Mirror, όχι άλλο ψυχοπλάκωμα

Δε νιώθω τύψεις ούτε στο ελάχιστο όταν σταματώ σειρές, ταινίες και βιβλία στη μέση. Οι ώρες μου στον πλανήτη δεν είναι ατελείωτες και δεν τις σπαταλώ. Το πολύ-πολύ να αφήσω μια νοερή υποσημείωση, ότι ίσως επανέλθω στο μέλλον (σπάνιο). Πάντως, από τις δεκάδες σειρές που έχω παρατήσει σύξυλες, η μοναδική που ορκίζομαι ότι δεν πρόκειται να δω ποτέ, ούτε καν αν ναυαγήσω σε νησί με μια μόνο τηλεόραση που θα την προβάλλει όλη μέρα -βασικά ειδικά τότε- είναι το «Black Mirror». Δεν είναι ότι δεν προσπάθησα. Είδα το επεισόδιο όπου ο Βρετανός πρωθυπουργός αναγκάζεται να κάνει σεξ με ένα γουρούνι σε ζωντανή μετάδοση. Σφίχτηκα. Είδα και αυτό όπου ζούσαν όλοι σε ένα δυστοπικό μέλλον – φυλακή όπου τη φύση την έβλεπαν μόνο μέσα από γιγάντιες οθόνες οι οποίες κάλυπταν τα πάντα. Έπαθα κλειστοφοβία. Στο τρίτο επεισόδιο, με το τσιπάκι που αποθηκεύει τις μνήμες σου, άρχισαν και τα βιολογικά συμπτώματα. Ανακατεύτηκε το στομάχι μου και το βράδυ είδα εφιάλτες. Όχι, καλοί μου δημιουργοί του «Black Mirror»: Δε χρειάζομαι τη σειρά σας για να ψυχοπλακωθώ και να πάθω δέκα κρίσεις πανικού για το δυστοπικό αύριο και τις ύπουλες τεχνολογίες που μας περιμένουν. Τις παθαίνω και μόνη μου ωραιότατα διαβάζοντας τις ειδήσεις στο κινητό. Μάλιστα εκεί πετάγεται πού και πού και κανένα βιντεάκι με κουταβάκια και κάπως σώζεται η παρτίδα. – Ελίζα Συναδινού

Φοβήθηκα τη μαγεία του Twin Peaks 

Όποιος και να με ρωτήσει ποια είναι η αγαπημένη μου σειρά, μετά από το «Tales of the City» που είναι εκτός συναγωνισμού αλλά ίσως και πάνω από αυτό, η απάντηση είναι μία: το «Twin Peaks». Κι όμως, πρόκειται για μια σειρά που δεν τελείωσα ποτέ. Πώς συμβαίνει αυτό; Θα το κάνω σαφές: Βυθίστηκα κανονικότατα στον πρώτο της κύκλο. Είδα τα επεισόδιά του το ένα μετά το άλλο, από ένα κάθε βράδυ και στο υπόλοιπο της μέρας κυκλοφορούσα σαν ζαλισμένο από τη μουσική των τίτλων αρχής κουνούπι («ταν, ταν – ταν» τραγουδούσα με ξέπνοους βοκαλισμούς πάνω στη μελωδία του μακαρίτη του Μπανταλαμέντι). Ζούσα κυριολεκτικά στο σύμπαν του Ντέιλ Κούπερ, των παρανόρμαλ φαινομένων και των όμορφων πουλόβερ της απολαυστικής καίτοι ολίγον τι χαζοβιόλας γραμματέας του σερίφη, της Λούσι Μόραν, που πολύ την αγάπησα. Κάτι έγινε, όμως, κάποια στιγμή στη δεύτερη σεζόν – δεν θυμάμαι καν τι, ούτε πότε – και μετά χάλασε το γλυκό. Το άφησα στη μέση το «Twin Peaks». Για το πρίκουελ ή την τρίτη και τελευταία του σεζόν ούτε λόγος. Απλώς δε λαχτάρησα να το ξαναβάλω στη ζωή μου. Ενδεχομένως γιατί φοβήθηκα μην πέσω πάλι με τα μούτρα στη μαγεία του – άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Αμαρτία; Ίσως. Αμαρτία εξομολογουμένη, όμως, ουκ έστι αμαρτία. – Παναγιώτης Κούστας

Δεν ήθελα να αποχωριστώ την παρέα του Community

Έξι σεζόν, 110 επεισόδια, και μία ταινία που μάλλον αναμένεται να γυριστεί, για να εκπληρώσει την τηλεοπτική προφητεία που γέννησε το meta-χιούμορ της φοιτητικής παρέας του «Community». Άπειρο τηλεοπτικό υλικό, το οποίο λειτουργεί ως άνετο μαξιλαράκι για τις δύσκολες στιγμές, και παρουσίαζε ένα μεγάλο κοινό με δύο αγαπημένες μου ελληνικές σειρές, το «Παρά Πέντε» και το «Τι ψυχή θα παραδώσεις μωρή»: έξι διαφορετικοί μεταξύ τους άνθρωποι παραμερίζουν σιγά σιγά τις ιδιαιτερότητές τους και γίνονται μια σφιχτοδεμένη παρέα, στην οποία, βλέποντας την από την οθόνη του υπολογιστή σου, θα ήθελες και εσύ να γίνεις κομμάτι της. Βέβαια, η παρέα αρχίζει να σπάει στην πέμπτη σεζόν, φυσική εξέλιξη των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά και της μέτριας τέταρτης σεζόν. Και επειδή δε θέλω να επαναφέρω τις μνήμες των αποχαιρετισμών που συνέβησαν σε διάφορα διαστήματα της ζωής μου, επέλεξα τόσο να μη δω την τέταρτη σεζόν (μη και απογοητευτώ από ό, τι χτίστηκε τις πρώτες τρεις), αλλά και να μην τελειώσω ποτέ το «Community». Απλά, κάθε φορά που βλέπω ξανά τη σειρά (και το έχω κάνει πάνω από τρεις φορές), φτάνω στο 71ο επεισόδιο, το τελευταίο δηλαδή της τρίτης σεζόν. – Παντελής Τσομπάνης

Το How I Met Your Mother δε με έπεισε ποτέ

Είναι σίγουρο ότι αν το «How I Met Your Mother» κυκλοφορούσε τώρα, λίγοι από εμάς θα το έβλεπαν. Η πολιτική ορθότητα, σε σχέση με την απεικόνιση των γυναικών και των ερωτικών σχέσεων στο γυαλί κατά κύριο λόγο, θα το έκανε -όχι άδικα- απαγορευτικό. Αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος που σταμάτησα να παρακολουθώ μετά από αρκετούς κύκλους τη σειρά που θεωρήθηκε ότι ακολούθησε πιστά τη συνταγή επιτυχίας που πρώτα προσέφεραν «Τα Φιλαράκια». Ήταν ότι έγινε σαφές πως οι δημιουργοί προσπαθούσαν επί ματαίω να συγκρατήσουν το ενδιαφέρον μας με σεναριακά τρικ: ξαφνικά, η Ρόμπιν, που ήταν το ερωτικό ενδιαφέρον του Τεντ, ερωτεύεται τον Μπάρνι, τον μισογύνη κολλητό του, όσο ο Τεντ απορρίπτει κάθε γυναίκα που εμφανίζεται στον δρόμο του. Ενώ η σύνδεση της Ρόμπιν με τον Μπάρνι είναι σίγουρα πιο ενδιαφέρουσα από το ντουέτο Τεντ-Ρόμπιν, το διαρκές ρομαντικό μπρος-πίσω, τα γελοία στάνταρ ομορφιάς, και η καθυστέρηση της εμφάνισης της περιβόητης μητέρας των παιδιών του, το καθιστά μια γλυκανάλατη σούπα, με ψεύτικα γέλια που δεν πείθουν πλέον κανέναν. Δε μετανιώνω ούτε στιγμή. Μπορεί άλλες σειρές που σταμάτησα να βρεθούν στο δρόμο μου αργότερα, ωστόσο το «How I Met Your Mother» έφυγε ανεπιστρεπτί. – Βάλια Δημητρακοπούλου

House: Ναι στον χαρακτήρα, όχι στη σειρά

Γνώρισα τον Χιου Λόρι στην καρδιά της φοιτητικής μου ζωής και ξεκίνησα με ενθουσιασμό γνωρίζοντας πως πρόκειται για μια σειρά που έχει αφήσει εποχή. Σύντομα κατάλαβα όμως πως κινούταν σε δύο ξεχωριστούς άξονες: Αφενός έχουμε μια ιδιοφυΐα της ιατρικής επιστήμης, φαινομενικά απρόσιτη, πολλές φορές σκληρή και άλλοτε ποτισμένη με μια βαθιά ανθρωπιά, η οποία ξεπρόβαλε ανά διαστήματα για να καθηλώσει τον θεατή. Από την άλλη, έχουμε 177 επεισόδια που εστιάζουν σε ξεχωριστές ιατρικές υποθέσεις γεμάτες ορολογίες γλωσσοδέτες, φάρμακα αγνώστου ταυτότητας και χημικά στοιχεία που μόνο μια αυθεντία θα γνώριζε. Μολονότι μοιράστηκα για αρκετές σεζόν την αγωνία της επιβίωσης του εκάστοτε ασθενή, ενθουσιάστηκα με τα αντανακλαστικά της ομάδας του Dr. House και αγωνιούσα για την επίλυση της υπόθεσης, το επαναλαμβανόμενο μοτίβο των υποθέσεων αποδείχθηκε κάτι παραπάνω από κουραστικό. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες αδυνατούσαν να προσφέρουν έστω και στο ελάχιστο τη λάμψη του κεντρικού ήρωα. Σε σημείο που συνειδητοποίησα ότι επιμένω να βάζω το επόμενο επεισόδιο μόνο και μόνο περιμένοντας να εξερευνήσω κάποια πτυχή της προσωπικής ζωής του. Οι στιγμές αυτές δεν ήταν δυστυχώς αρκετές για να σε κάνουν να περάσεις οκτώ σεζόν πατώντας pause και play. Ένας πρωταγωνιστής για τη σύλληψη του οποίου θα σκότωνε ο κάθε σεναριογράφος, μια σειρά που δε σου δίνει το όχημα για να ολοκληρώσεις και τις 8 σεζόν της. – Γιώργος Ψωμιάδης

Το Wire παραήταν σπουδαίο για μένα

Υπάρχουν κάποιες (τηλεοπτικές) υποσχέσεις που δεν τηρείς ποτέ. Έχουν περάσει ήδη εννιά χρόνια από πότε: Μόλις είχα ολοκληρώσει τη σύμφωνα με τα προσωπικά μου γούστα καλύτερη σειρά όλων των εποχών, το «The Sopranos», και για κάποιο καιρό δεν ήθελα να δω τίποτα άλλο. Όταν αποφάσισα να πατήσω ξανά το play, είπα να το κάνω με το αντίπαλο δέος: το «The Wire» δια χειρός David Simon. Κάτι πολύ παραπάνω, δηλαδή, από ένα τηλεοπτικό σόου. Μία ωμή και συγκλονιστική καταγραφή του πώς η διαφθορά κατατρώει τα σωθικά της αμερικανικής και όχι μόνο κοινωνίας – από τους μικρέμπορους ναρκωτικών στα πάρκα μέχρι τα αστυνομικά τμήματα, το δικαστικό σύστημα και τους πολιτικούς. Πώς τα γνωρίζω όλα αυτά, αφού είδα μόνο την πρώτη σεζόν; Ήταν νομίζω φανερά ήδη από το δεύτερο επεισόδιο. Απλά, τελειώνοντας τη S01 κατάλαβα ότι όταν η τηλεόραση είναι τόσο σπουδαία, χρειάζεται και την αντίστοιχη αφοσίωση. Είχα πει τότε στον εαυτό μου, ότι μία μέρα θα ολοκλήρωνα το «The Wire». Δεν το έκανα όμως ποτέ, αφού κατάλαβα ότι δε χωράνε πολλά καρπούζια στη δικιά μου μασχάλη. Έτσι, αποφάσισα ότι όταν η ψυχαγωγία είναι τόσο απαιτητική, θα έρχεται για μένα με τη μορφή τυπωμένων σελίδων και όχι τηλεοπτικών σειρών πολλών σεζόν και ακόμα περισσότερων επεισοδίων. Κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις σε αυτή τη ζωή. – Γιώργος Ρομπόλας

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT