Πώς το Poor Things δίχασε (;) το ελληνικό κοινό

Πώς το Poor Things δίχασε (;) το ελληνικό κοινό

Συζητήσεις και καβγάδες, σινεφιλικές απόψεις και σατιρικά σχόλια, αντιδράσεις που κινούνται από το «αριστούργημα» μέχρι το «υπερεκτιμημένος»: Η καινούργια ταινία του Γιώργου Λάνθιμου γεμίζει τα σινεμά, αλλά την ίδια στιγμή σαρώνει κάθε γωνιά του ελληνικού ίντερνετ

10' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πέρασαν τρεις εβδομάδες από την επίσημη πρεμιέρα του Poor Things και γράφτηκαν λέξεις. Πολλές λέξεις. Διατυπώθηκαν απόψεις που φιλοξενήθηκαν σε εφημερίδες, περιοδικά και ιστοσελίδες, «καρφιτσώθηκαν» σε τοίχους στο Facebook, μοιράστηκαν σε σινεφιλικές κοινότητες. Άλλες ήταν μονολεκτικές, άλλες με δυο-τρεις φράσεις, άλλες «σεντόνια» εκατοντάδων λέξεων: από βαθυστόχαστες αναλύσεις μέχρι συγχαρητήρια παραληρήματα για την επιτυχία ενός Έλληνα στο εξωτερικό και για το Όσκαρ που «κοντοζυγώνει», αλλά και ενστάσεις και μπόλικες κακίες. Ακόμα και εκείνοι που δεν είχαν παρακολουθήσει την ταινία, ένιωσαν μια ανάγκη να εκφραστούν. Τραβήχτηκαν φωτογραφίες που γνωστοποίησαν στον ψηφιακό μικρόκοσμο πως «έι, ήμουν κι εγώ εκεί, μόλις είδα την ταινία». Έγιναν καβγάδες. Για τον θρίαμβο της ταινίας ή τον «υπερεκτιμημένο» Λάνθιμο. Έγιναν και ψύχραιμες συζητήσεις

Ιδιωτικά, δημόσια, στον δρόμο, στο τηλέφωνο, στις εφαρμογές, στην αναμονή για τον καφέ στην καφετέρια, έξω απ’ τα σινεμά μετά την προβολή. Ας βάλουμε και τα μιμίδια στην εξίσωση. Τι να πρωτοδιαλέξεις; Από μουσικές παρωδίες με τη viral χορογραφία της Έμα Στόουν μέχρι λογοπαίγνια με τον τίτλο της ταινίας

Πόσο Λάνθιμος είναι ο Λάνθιμος

Μετά τη βράβευση της ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου με Χρυσό Λέοντα στη Βενετία, ένα από τα πρώτα φεστιβάλ που εξασφάλισαν την προβολή του Poor Things ήταν το Cinelibri στη γειτονική Βουλγαρία. Αρχές Οκτώβρη, ένας φίλος έστειλε μήνυμα πως μόλις είχε παρακολουθήσει την ταινία στο Εθνικό Παλάτι Πολιτισμού (NDK) στη Σόφια. Αποφεύγοντας τυχόν αποκαλύψεις για την πλοκή, τα σχόλιό του περιορίστηκε στο εξής: «Ήταν ταινία Λάνθιμου». 

Αν πήγαινε κάποιος/-α ανήμερα των ειδικών προβολών της ταινίας που φιλοξενήθηκαν πριν από την πρεμιέρα (01/01) σε επιλεγμένους κινηματογράφους της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, θα έφευγε απογοητευμένος/-η, καθώς τα εισιτήρια είχαν εξαντληθεί μέσα σε λίγες ώρες από τη στιγμή που διατέθηκαν. 

Δεν ίσχυε το ίδιο και την ημέρα της επίσημης πρεμιέρας, τουλάχιστον κρίνοντας από την εικόνα σε δημοφιλή κινηματογράφο της Θεσσαλονίκης, όπου παρακολούθησα την ταινία για πρώτη φορά. Η αίθουσα ήταν μισοάδεια, υπήρχε όμως περιέργεια. Άκουγες τους ψιθύρους που συνόδευαν την προβολή, αλλά περιέργως δεν ενοχλούσαν καθόλου, γιατί ήταν ενδιαφέρον να ακούς το πώς προσλαμβάνεται μια «ταινία Λάνθιμου». 

Τι άκουσα, λοιπόν: Τα σχόλια για το χαρακωμένο πρόσωπο και τα ρεψίματα του Γκοντ (Γουίλεμ Νταφόε), του ανορθόδοξου επιστήμονα που έφερε πίσω στη ζωή μια γυναίκα που αυτοκτόνησε, αντικαθιστώντας τον εγκέφαλό της με αυτόν ενός μωρού, και «γέννησε» την Μπέλα Μπάξτερ (Έμα Στόουν). Ένα σχόλιο για τον χαρακτήρα του δικηγόρου Ντάνκαν Γουέδερμπερν (Μαρκ Ράφαλο), που παρασύρει τη νεαρή κοπέλα σε μια χαοτική περιπέτεια, αλλά είναι κάπως προσβλητική για να τη μοιραστούμε. Τα γέλια με τις παιδικές αντιδράσεις της Μπέλα γύρω από τη διαδικασία της σεξουαλικής της αφύπνισης. Το μαράζι που η Αθήνα δεν απεικονίστηκε στο γοτθικό σύμπαν της ταινίας (σημείωση: στο δεύτερο «κεφάλαιο» υπάρχει μια ατάκα όπου ένας καμαρότος ενημερώνει πως η επόμενη στάση του κρουαζιερόπλοιου όπου επιβαίνουν η Μπέλα και ο Ντάνκαν είναι η Αθήνα). Το χειροκρότημα που συνόδευσε τους τίτλους τέλους. Κανείς δεν περίμενε τίποτε από τα παραπάνω. Γι’ αυτό ήταν όντως μια ταινία Λάνθιμου.

«Η ταινία εκφράζει πολύ γυναικεία χειραφέτηση, που για μένα αντικατοπτρίστηκε και στον αφιλτράριστο και ωμό τρόπο που επικοινωνούσε η Μπέλα και οι χαρακτήρες γύρω της. Ένας τρόπος αληθινός, χωρίς φτιασιδώματα αστικής ευγένειας. Κάποιος ίσως να έλεγε και αγενές, αλλά κυρίως απελευθερωτικός για μια γυναίκα που μπορεί να εκφράσει όσα πραγματικά σκέφτεται, όταν όλα τα μη-λεκτικά μηνύματα που προηγήθηκαν, πέφτουν στο κενό. Έχει κάτι το ενδυναμωτικό το θάρρος της αφιλτράριστης έκφρασης και ιδίως να το βλέπεις από γυναικείο χαρακτήρα είναι ακόμα πιο σπάνιο. Είναι σαν να βροντοφωνάζει αυτή η αφιλτράριστη ειλικρίνεια “ΜΙΛΑ”». ― Despi Nida, σχόλιο στο Facebook 

Πώς το Poor Things δίχασε (;) το ελληνικό κοινό-1
Ο περιβόητος χορός της Μπέλα Μπάξτερ (Έμα Στόουν) έγινε post, meme και βίντεο με αλλαγμένη μουσική στα κοινωνικά δίκτυα. Φωτ. © ALAMY / visualhellas.gr

Poor Things εναντίον Ευνοούμενης

Δύο Σαββατοκύριακα μετά, σε κεντρικό κινηματογράφο της Αθήνας παρατηρώ τα ίδια σχόλια. Μόνο που η αίθουσα είναι ασφυκτικά γεμάτη. Στην αναμονή για το ποπ κορν, πιάνω μια μικρή κουβέντα με τους 24χρονους Αθανασία και Φίλιππο. «Στα stories του Instagram έβλεπα μόνο Poor Things. Δεν υπήρχε γνωστός μου που να μην πήγε να το δει, αλλά δεν μπορούσα και να το συζητήσω με κάποιον. Θα “έτρωγα” σπόιλερ», λέει ο Φίλιππος. «Ευτυχώς, καταφέραμε και βρήκαμε εισιτήρια, γιατί κανονίσαμε να βρεθούμε τελευταία στιγμή», συμπληρώνει η Αθανασία. Η αίθουσα φαίνεται πως είναι πλήρης.

Το πρόσφατο κοντέρ του ελληνικού box office δείχνει πως μέσα σε δεκατέσσερις μέρες η ταινία έκοψε 206.719 εισιτήρια. Βλέποντας τους αριθμούς της Ευνοούμενης, η οποία φρέναρε το 2019 στα 225.203 εισιτήρια, και υπολογίζοντας πως σε δύο μέρες από τώρα (23/01) θα ανακοινωθούν οι υποψηφιότητες της ταινίας για τα Όσκαρ, εκτιμάται ολοένα και αυξανόμενη προσέλευση. 

«Όλες οι προβολές του Poor Things είναι γεμάτες, ενώ σημειώσαμε και το πρώτο sold out της χρονιάς. Με τον καιρό, οι θεατές θα αυξάνονται και εκτιμώ πως θα παίξει και στα θερινά», παρατηρεί ο Κωνσταντίνος Χατζηπαπάς του κινηματογράφου Ελιζέ στα Ιλίσια, ο οποίος λόγω προγραμματισμού συμπεριέλαβε την ταινία στις προβολές του σινεμά έντεκα μέρες μετά την πρεμιέρα. Η καθυστέρηση δεν τον επηρέασε καθόλου. «Αρέσει η ταινία. Στην αρχή, το κοινό μπαίνει προϊδεασμένο από τις ταινίες του Λάνθιμου, αλλά βγαίνοντας δεν υπάρχει καμία προκατάληψη. Νομίζω πως το ίδιο το φιλμ είναι αρκετά μέινστριμ». 

Πίσω στο κέντρο της Αθήνας, η ταινία τελειώνει και τα κινητά βγαίνουν από τις τσέπες, φωτογραφίζοντας τους τίτλους τέλους με την ιδιαίτερη γραμματοσειρά τους. Πετυχαίνω την Αθανασία και τον Φίλιππο να κάνουν το ίδιο. «Νομίζω πως ερωτεύτηκα την  Έμα Στόουν», δηλώνει εκστασιασμένος ο Φίλιππος. H Αθανασία συμφωνεί μαζί του. «Πραγματικά, δεν ήξερα τι να περιμένω από τον Λάνθιμο, αλλά ήμουν σίγουρη πως θα ήταν κάτι διαφορετικό από ό,τι έχει κάνει έως τώρα».

«Με αφορμή το Poor Things: Παρότι είναι μια ταινία με πάρα πολλές πτυχές και ρυθμό που την καθιστά φοβερά διασκεδαστική, μου έλειψε η ελευθερία, να βαδίσω στα τυφλά, που είχα στις προηγούμενες του Λάνθιμου, αυτές μαζί με τον Φιλίππου. Αυτή η χαοτική περιπέτεια τυχαίων γεγονότων. Με καμία πρόθεση να κατηγορήσω ότι έχει μπει σε κουτιά ή έχει βάλει όρια. Ίσως το γούστο μου ταιριάζει πιο πολύ στο αναρχικό σινεμά του». ― Παναγιώτης Παναγούλιας, σχόλιο στο Facebook.

«Ποια μάρμαρα του Παρθενώνα και βλακείες, αγγλάρες φέρτε πίσω τα ρούχα από το Πουρ Θινγκς». ― Μανώλης Βαμβούνης, σχόλιο στο Facebook  

«Όλοι έχουν άποψη»

Ο αλγόριθμος του Facebook επιμένει να δείχνει Λάνθιμο. Πρώτα απ’ όλα, η χιουμοριστική σελίδα των Λάνθιμος Χούλιγκανς, η οποία τοποθετείται γύρω από την επικαιρότητα της ταινίας με ξεκαρδιστικά σχόλια, όπως το παρακάτω: «ΝΑ ΒΓΑΛΕΤΕ ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΟΥ ΤΡΟΥΜΑΝ ΣΟΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΓΚΡΑΤΗ [sic] ΚΑΙ ΝΑ ΒΑΛΕΤΕ ΤΟΥ ΛΑΝΘΙΜΟΥ». Άλλες σατιρικές σελίδες έχουν δημιουργήσει ένα mashup από ζεϊμπέκικα, δημοτικά, ποντιακά, Ζοζεφίν, Freestyler, Ελένη Φουρέιρα και όποιο τραγούδι μπορεί να φανταστεί κανείς, για να συνοδεύσουν τον viral παράξενο χορό της Μπέλα (την οποία χορογράφησε η Κονστάνσα Μάκρας). Το κλαμπ bequeer ανακοινώνει το σόου της ντραγκ κουίν Chraja, photoshop-άροντας το πρόσωπο της πρωταγωνίστριας Έμα Στόουν με το δικό της, ενώ κυκλοφορούν άπειρα μιμίδια για το πώς η πρωταγωνίστρια της ταινίας διδάσκει στο Χόλιγουντ την προσφώνηση του Γιώργου Λάνθιμου στην κλητική πτώση («It’s Yorgo, not Yorgos»). Όσο για την ελληνική απόδοση του τίτλου του βιβλίου του Άλισταρ Γκρέι, στο οποίο βασίστηκε η ταινία (Χαμένα κορμιά – επανακυκλοφόρησε πρόσφατα από τα Ελληνικά Γράμματα), προκαλεί ευφάνταστες εναλλακτικές, όπως Κακόμοιροι, Καημενούλια και Φτωχοδιάβολοι.

Τέλος, υπάρχουν και οι απόψεις των «αρθρογράφων» του ίντερνετ που δεν είδαν την ταινία, χωρίς αυτό να τους αποθαρρύνει από το να γράψουν την άποψή τους, εκείνων που επικρίνουν την επιτυχία του Γιώργου Λάνθιμου και την απόφασή του να γυρίζει ταινίες εκτός Ελλάδας και προκαλούν διαδικτυακούς διαξιφισμούς, και εκείνων που τον αποκαλούν «υπερεκτιμημένο», προβάλλοντας ως επιχειρήματα τα άρτια βιντεοκλίπ που γύρισε για τα τραγούδια της Κατερίνας Κυρμιζή, της Δέσποινας Βανδή και του Σάκη Ρουβά στο τέλος της δεκαετίας του ’90, αλλά και τη δημοφιλή διαφήμιση του «put the kot down slowly». 

«Αλήθεια, ξέρει κανείς μέχρι πότε πρέπει να έχουμε γράψει την κριτική μας για το Poor Things;» αναρωτήθηκε ειρωνικά ένας χρήστης της σινεφιλικής κοινότητας του Βίντεο Κλαμπ στο Facebook, θέλοντας να περιγράψει ότι τις τελευταίες μέρες είναι σχεδόν υποχρεωτικό να έχουν όλοι μια γνώμη για την ταινία. 

«Παιδιά πάντως το Poor Things, unpopular opinion αλλά δεν μου άλλαξε τη ζωή. Ήταν ευχάριστη ταινία, μας έκανε να γελάσουμε να συγκινηθούμε σε κάποιες σκηνές αλλά αυτό». ― Jeanne Dark, σχόλιο από το Twitter

«H ταινία θέτει με τόλμη τις βαθύτερες ερωτήσεις στη ζωή μας. Το σενάριο ήταν τόσο ξεκάθαρο και πλούσιο. Με γέμισε απίστευτα. Βγήκα από το “Μακεδονικόν” θέλοντας να τη ξαναδώ επιτόπου. Αχ, ρε Γιώργο». ― Aspa Styl, σχόλιο από το Facebook

Πώς το Poor Things δίχασε (;) το ελληνικό κοινό-2
Μπορεί η Μπέλα Μπάξτερ να μονοπώλησε το ενδιαφέρον του κοινού στα σόσιαλ μίντια, αλλά είχε και ο Ντάνκαν Γουέδερμπερν (Μαρκ Ράφαλο) τις στιγμές του. 

Κουτσομπολίστικη διάθεση

«Θα παρατηρήσει κανείς στο ίντερνετ την εκφορά απόψεων από όλους. Τόσο από τον καθηγητή πανεπιστημίου, όσο και από κάποιον που δεν παρακολουθεί ταινίες και δεν διαθέτει τα κατάλληλα εργαλεία αποκωδικοποίησης των φιλμ. Είναι μια τρανή απόδειξη ότι ο κινηματογράφος παραμένει λαϊκή τέχνη, μια τέχνη για όλους», σχολιάζει ο κριτικός κινηματογράφου και συγγραφέας Γιάννης Σμοΐλης.

«Έπαιξε ρόλο το “από στόμα σε στόμα”, από σινεφίλ και μη. Οι τελευταίοι σαν να λειτούργησαν κάπως ηδονοβλεπτικά για όλα αυτά που είχαν ακούσει ή διαβάσει», προσθέτει η Ορσαλία-Ελένη Κασσαβέτη, διδάσκουσα στο Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και συντονίστρια τεκμηρίωσης στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. «Δημιουργήθηκε μια κουτσομπολίστικη διάθεση γύρω από την ταινία, όχι επειδή τους αρέσει ο Λάνθιμος ή επειδή θέλουν να δουν πώς από τα βιντεοκλίπ του ’90 πήγε στα Όσκαρ, αλλά γι’ αυτή τη μυθολογία που δημιούργησε στη μεγάλη οθόνη. Αυτός ο “κράχτης” λειτούργησε τελικά με τον πιο θετικό τρόπο, προσελκύοντας θεατές στους κινηματογράφους. Ωστόσο, μην ξεχνάμε πως ο Λάνθιμος εδώ παίζει με κανόνες Χόλιγουντ». 

Συγκρίνοντας το Poor Things με τον καιρό του Κυνόδοντα και γενικότερα με την αρχική weird-wave φιλμογραφία του, η τελευταία του δουλειά διακρίνεται για την εύληπτη αφήγηση που χρησιμοποιεί, η οποία δεν γνωρίζει από εντοπιότητες. Άλλωστε, μετά τις Άλπεις «ο Λάνθιμος έπαψε να κάνει ελληνικό κινηματογράφο», σημειώνει η κ. Κασσαβέτη. 

«Μου άρεσε; Η αλήθεια είναι ότι την απόλαυσα, αλλά μετά πήγα για πίτσα και δεν είχε τίποτα συμβεί, ούτε σε μένα ούτε στα κορίτσια που πήγαμε παρέα. Δεν υπήρχε κάτι που ζητούσε από εμάς να το αισθανθούμε ή να το συζητήσουμε, δεν πυροδότησε κάτι που να θέλουμε να μοιραστούμε, δεν νιώσαμε ή σκεφτήκαμε κάτι νέο, αλλά ούτε και κάτι βαθιά οικείο, παρότι μας πρόσφερε ένα φανταστικό Disney ride που ευχαριστηθήκαμε χαχανίζοντας πολύ περισσότερο απ’ όσο είχαμε φανταστεί». ― Ευγενία Τζιρτζιλάκη, σκηνοθέτις και ακτιβίστρια. Απόσπασμα από σχόλιο στο Substack  

«Το Poor Things είναι ένα κινηματογραφικό χαστούκι, μια μπουνιά που σου ανοίγει τη μύτη και γλείφεις το αίμα σου. Έχει τη βία των αριστουργηματικών πραγμάτων, είναι διαδήλωση (riot) και είναι στροβιλισμός και είναι ένα όργιο πολλαπλής δεξιοτεχνίας, είναι ρεσιτάλ ερμηνειών, ρεσιτάλ πλάνων, ρεσιτάλ φωτογραφίας, ρεσιτάλ γλώσσας, ρεσιτάλ σεναρίου, ρεσιτάλ κουστουμιών, ρεσιτάλ επεξεργασίας εικόνας, ρεσιτάλ ήχου και (μετα)μουσικής, ρεσιτάλ σκηνικών, ρεσιτάλ τίτλων, ρεσιτάλ αφίσας, κάθε του χιλιοστό είναι ένα μικρό ρεσιτάλ, μέχρι που μερικές φορές να μην αντέχεις. Είναι ένας οδοστρωτήρας από μεγαλοφυή υλικά υπό την μπαγκέτα ενός δημιουργού που έχει καταπιεί και χωνέψει όλη την ιστορία της τέχνης και του κινηματογράφου και υφαίνει πια το δικό του αξεπέραστο μετάξι». ― Κυριάκος Χαρίτος, συγγραφέας. Απόσπασμα από σχόλιο στο Facebook

Ευλογία και κατάρα

Το σούσουρο, λοιπόν, καλά κρατεί και φαίνεται ότι τουλάχιστον μέχρι τα Όσκαρ, στα μέσα Μαρτίου, η ταινία θα συνεχίσει να αποτελεί μέρος της συζήτησης στη δημόσια σφαίρα. Δεν υπάρχουν πολλά αντίστοιχα παραδείγματα που σήκωσαν τόση κουβέντα για τόσο καιρό. Ας πούμε, το περασμένο καλοκαίρι η Μπάρμπι έκανε «τικ» σε όλα τα κουτάκια που κινητοποιούν τις απόψεις επί παντός επιστητού (φεμινισμός με μανδύα εμπορευματοποίησης, woke αναφορές, προβληματικές αντιφάσεις), η συζήτηση όμως ξεφούσκωσε απότομα μέσα σε λίγες εβδομάδες. Αντίστοιχα παραδείγματα μπορούμε να βρούμε πολλά πηγαίνοντας προς τα πίσω. Όπως όμως λέει ο κ. Σμοΐλης, στην πραγματικότητα υπάρχει μόνο μία περίπτωση παραλληλισμού.

«Η βασική αντιστοιχία της επιτυχίας του Λάνθιμου θα μπορούσε να είναι η επιτυχία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Ένας “δικός μας” κάνει μια επιτυχία έξω κι αντί αυτό να δημιουργήσει μια καλοπροαίρετη χαρά, δημιουργεί το αντίθετο. Μπορεί να διαφέρουν ως προς το καλλιτεχνικό έργο, αλλά η αναγνώριση του δεύτερου στο εξωτερικό δημιούργησε έναν έντονο σκεπτικισμό. Θυμάμαι τις κριτικές των Γάλλων για το Βλέμμα του Οδυσσέα (1995), να παραλληλίζουν τον Αγγελόπουλο με τον Όμηρο. Μιλάμε για διθυράμβους που, ωστόσο, αυτομάτως ερέθισαν το κοινό, γι’ αυτό και κάποιοι τοποθετήθηκαν στην αντίπερα όχθη. Έτσι συμβαίνει και με τον Λάνθιμο. Είναι η ευλογία και η κατάρα ενός καλλιτέχνη που πετυχαίνει έξω από τη χώρα του». Αυτό, πάντως, δεν βλάπτει τo Poor Things. Ίσα ίσα. Οι ελληνικές αίθουσες γεμίζουν, το κοινό διασκεδάζει και ανακαλύπτει (ξανά) το όνομα «Λάνθιμος», η κριτική που του ασκείται συνοδεύεται από σατιρικά memes και τελικά όλοι μιλούν για την ταινία – ακόμα κι αν δεν έχουν τίποτα να πουν. 

«Φανταστικό, χορταστικά υπέροχο το Poor Things σήμερα στο Δαναό. Αν δεν ήταν και το κοινό που ξεκαρδιζόταν σε κάθε αστείο λες και βλέπαμε παράσταση του Τσιβιλίκα στο θέατρο Περοκέ θα ήταν ακόμη καλύτερα». ― Καθλήν, σχόλιο στο Twitter

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή