Όπλα και αίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες

Όπλα και αίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες

Ο διάσημος Αμερικανός συγγραφέας Πολ Όστερ έγραψε ένα συνταρακτικό βιβλίο για την οπλοκατοχή στις ΗΠΑ. Το «Κ» το διάβασε λίγο πριν από την κυκλοφορία του στα ελληνικά και παρουσιάζει ένα μικρό απόσπασμα

6' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι. Τόσοι είναι οι νεκροί από σφαίρες στις ΗΠΑ τις τελευταίες πέντε δεκαετίες. Τι θα συνέβαινε αν κάποιος μπορούσε να απαγορεύσει την οπλοκατοχή με έναν νόμο; «Θα με είχαν σκοτώσει χιλιάδες φορές και το σώμα μου θα έμοιαζε με ένα κομμάτι ελβετικό τυρί», γράφει ο Πολ Όστερ στο Αιματοβαμμένο έθνος που κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, συνοδεία φωτογραφιών του Σπένσερ Οστράντερ από τόπους επιθέσεων. Ένας από τους σπουδαιότερους λογοτέχνες της εποχής μας, διανύοντας μια τρομερά δύσκολη περίοδο (εκείνος και η γυναίκα του πάσχουν από καρκίνο, ενώ ο γιος τους και η εγγονή τους έφυγαν με τραγικό τρόπο από τη ζωή), επιχειρηματολογεί επί 167 non fiction σελίδες για την ανοιχτή αυτή πληγή. Όχι, αυτό δεν είναι ένα ευχολόγιο, είναι μια μαρτυρία που ξεκινά από τη δολοφονία του παππού του από τη γιαγιά του, για να καταλήξει σε μια δριμεία κριτική στο σώμα και το αίμα της αμερικανικής κοινωνίας και ιστορίας – διότι, σύμφωνα με τον Όστερ, από το δουλεμπόριο μέχρι τη γενοκτονία των Ινδιάνων η οπλοκατοχή είναι εγγεγραμμένη στο DNA των ΗΠΑ. Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου: 

Όπλα και αίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες-1

Στις 23 Ιανουαρίου του 1919, δύο μήνες μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στις αρχές του τρίτου κύματος της επιδημίας της ισπανικής γρίπης, που είχε ξεσπάσει τα προηγούμενα χρόνια, και μόλις μία εβδομάδα μετά την κύρωση της Δέκατης  Όγδοης Τροπολογίας του Συντάγματος, η οποία απαγόρευε την παραγωγή, τη μεταφορά και την πώληση οινοπνευματωδών ποτών στις Ηνωμένες Πολιτείες, η γιαγιά μου πυροβόλησε και σκότωσε τον παππού μου. 

Ο γάμος τους είχε διαλυθεί κάποια στιγμή ένα ή δύο χρόνια πριν. Έπειτα από τον χωρισμό τους ο παππούς μου έφυγε από το σπίτι και εγκαταστάθηκε στο Σικάγο, όπου συζούσε πια με μια άλλη γυναίκα, ωστόσο το βράδυ εκείνο, μια Πέμπτη του 1919, είχε γυρίσει στην Κενόσα για να φέρει δώρα στα παιδιά του και κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του, που αναμφίβολα προοριζόταν να είναι σύντομη, η γιαγιά μου του ζήτησε να επισκευάσει έναν χαλασμένο διακόπτη στην κουζίνα. Είχαν κλείσει το ρεύμα και, καθώς ο δεύτερος μικρότερος υιός Όστερ κρατούσε ένα κερί για να βλέπει ο πατέρας του στο σκοτεινό δωμάτιο, η γιαγιά μου ανέβηκε στον επάνω όροφο για να βάλει για ύπνο το μικρότερο παιδί της (τον πατέρα μου), πήρε το πιστόλι που είχε κρυμμένο κάτω από το κρεβάτι του μικρού αγοριού και στη συνέχεια κατέβηκε πάλι στο ισόγειο, ξαναμπήκε στην κουζίνα και έριξε αρκετές βολές στον εν διαστάσει σύζυγό της, δύο εκ των οποίων πέτυχαν το σώμα του, η μία στον γοφό και η άλλη, που πρέπει να ήταν εκείνη που τον σκότωσε, στον λαιμό. Οι εφημερίδες της Κενόσα ανέφεραν ότι ο άντρας είχε ηλικία τριάντα έξι ετών, αν και υποψιάζομαι ότι πρέπει να ήταν λίγα χρόνια μεγαλύτερος. 

Όπλα και αίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες-2
Το φονικότερo mass shooting στην αμερικανική ιστορία σημειώθηκε την 1η Οκτωβρίου του 2017 σε φεστιβάλ μουσικής στο Λας Βέγκας. Ο δράστης άνοιξε πυρ από το δωμάτιό του στο ξενοδοχείο Mandalay Bay. Σκότωσε 61 ανθρώπους. Από τις σφαίρες του αλλά και τον πανικό που ακολούθησε τραυματίστηκαν συνολικά 897 άνθρωποι. 

Ο πατέρας μου ήταν εξίμισι χρονών και ο θείος μου, το αγόρι που κρατούσε το κερί και είχε δει τον φόνο με τα μάτια του, ήταν εννέα. 

Η γιαγιά μου δικάστηκε ασφαλώς και, όταν εντελώς απροσδόκητα αθωώθηκε με το ελαφρυντικό της προσωρινής παράνοιας, η ίδια και τα πέντε παιδιά της έφυγαν από το Γουισκόνσιν και κατευθύνθηκαν ανατολικά, ώσπου κατέληξαν στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσι, όπου ο πατέρας μου μεγάλωσε μέσα σε μια διαλυμένη οικογένεια τα ηνία τής οποίας κρατούσε μια ευερέθιστη, συχνά ανισόρροπη μητέρα, που εκπαίδευσε τα παιδιά της να μην ψελλίσουν ποτέ ούτε λέξη μεταξύ τους ή σε οποιονδήποτε άλλο σχετικά με όσα είχαν συμβεί στην Κενόσα.

Όπλα και αίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες-3
Στις 3 Αυγούστου του 2019, σε επίθεση στο πολυκατάστημα Walmart στο Ελ Πάσο, 23 άνθρωποι σκοτώθηκαν και άλλοι τόσοι τραυματίστηκαν.  

Οι πόροι ήταν περιορισμένοι, η καθημερινή ζωή ένας αγώνας και, παρότι και τα τέσσερα αγόρια δούλευαν μετά το σχολείο, η εξασφάλιση του ενοικίου από τον έναν μήνα στον άλλο συχνά ήταν δύσκολη, κάτι που σήμαινε ότι μετακόμιζαν αρκετές φορές τον χρόνο, προκειμένου να ξεγλιστράνε από οργισμένους σπιτονοικοκύρηδες, κάτι που με τη σειρά του σήμαινε ότι τα αγόρια διαρκώς άλλαζαν σχολεία, έτσι όπως προσγειώνονταν ανώμαλα από τη μια γειτονιά στην άλλη. Τόσο πολλές ήταν οι φιλίες που διακόπηκαν, τόσο πολλοί οι πιθανοί δεσμοί που διαρρήχθηκαν, ώστε τελικά το μόνο στο οποίο μπορούσαν να βασίζονται ήταν ο ένας στον άλλο. Δεν επρόκειτο για την εκλεπτυσμένη φτώχεια μιας οικογένειας που είχε ξεπέσει ελαφρώς αλλά για τη σκληρή φτώχεια μιας οικογένειας που είχε πλησιάσει επικίνδυνα τον πάτο, με όλη την επακόλουθη πίεση και αγωνία και τα ξεσπάσματα πανικού που γεννά η διαρκής ένδεια. 

Όπλα και αίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες-4Όλα αυτά τα είχε προκαλέσει εκείνο το όπλο και τα παιδιά όχι μόνο δεν είχαν πατέρα, αλλά ζούσαν και με τη γνώση ότι τον είχε σκοτώσει η μητέρα τους. Εντούτοις την αγαπούσαν – πεισματικά, παθιασμένα και, άσχετα με το πόσο διαταραγμένη μπορούσε να είναι κατά καιρούς ή με το πόσο ιδιόρρυθμα τους συμπεριφερόταν, εκείνα της έμεναν πιστά με μια αφοσίωση που δεν κλονιζόταν ποτέ. 

«Όλα αυτά τα είχε προκαλέσει εκείνο το όπλο και τα παιδιά όχι μόνο δεν είχαν πατέρα, αλλά ζούσαν και με τη γνώση ότι τον είχε σκοτώσει η μητέρα τους». 

Όταν μιλάμε για πυροβολισμούς σε αυτή τη χώρα, πάντοτε εστιάζουμε τη σκέψη μας στους νεκρούς, σπανίως όμως συζητάμε για τους τραυματισμένους, για εκείνους που επιζούν από τις σφαίρες και συνεχίζουν να ζουν, συχνά με ολέθριες μόνιμες βλάβες: έναν κομματιασμένο αγκώνα που καθιστά ολόκληρο το χέρι άχρηστο, μια θρυμματισμένη επιγονατίδα που μετατρέπει το κανονικό βάδισμα σε επώδυνη χωλότητα ή ένα διαλυμένο πρόσωπο που συναρμολογείται εκ νέου με πλαστική χειρουργική και ένα προσθετικό σαγόνι. Ύστερα υπάρχουν τα θύματα των οποίων τα σώματα δεν τα άγγιξαν ποτέ οι σφαίρες, μα που συνεχίζουν να υποφέρουν από τις εσωτερικές πληγές της απώλειας – μια σακατεμένη αδερφή, ένας αδερφός με εγκεφαλική βλάβη, ένας νεκρός πατέρας. Και, αν ο πατέρας σου είναι νεκρός επειδή τον πυροβόλησε και τον σκότωσε η μητέρα σου, αλλά εσύ συνεχίζεις να αγαπάς τη μητέρα σου παρ’ όλα αυτά, είναι σχεδόν βέβαιο ότι σταδιακά θα καταλήξεις να ζεις σε ένα καθεστώς τόσο πολλών αντικρουόμε- νων συναισθημάτων, που ένα κομμάτι σου θα αρχίσει να κατεβάζει ρολά. 

Όπλα και αίμα στις Ηνωμένες Πολιτείες-5
Στις 30 Μαΐου του 2012, έξι άνθρωποι σκοτώθηκαν και ένας τραυματίστηκε στο καφέ Racer και πέριξ αυτού στην πόλη του Σιάτλ. Ο δράστης αυτοκτόνησε την ίδια μέρα. Το καφέ παραμένει έως σήμερα κλειστό.

Τα τρία μεγαλύτερα παιδιά, που σε μεγάλο βαθμό είχαν ήδη διαπλαστεί όταν συνέβη η δολοφονία, προσαρμόστηκαν πιο εύκολα στη νέα τους πραγματικότητα απ’ ό,τι τα δύο μικρότερα, ο πατέρας μου, που ήταν εξίμισι χρονών, και ο εννιάχρονος τότε θείος μου. Μεγαλώνοντας, το αγόρι που είχε γίνει μάρτυρας της δολοφονίας έγινε ένας επιτυχημένος αλλά βασανισμένος άντρας, που ενέδιδε σε άγριες εκρήξεις οργής και παραδινόταν σε φριχτές κρίσεις οι οποίες συνοδεύονταν από ουρλιαχτά, κραυγές και ανεξέλεγκτο θυμό και μπορούσαν να αποκτήσουν δύναμη τυφώνα και να γκρεμίσουν τοίχους, σπίτια και πόλεις ολόκληρες στα πιο βίαια ξεσπάσματά του. Όσο για τον συνήθως σιωπηλό πατέρα μου, εργαζόταν σκληρά για να μετατρέψει το εργαστήριο επισκευής ραδιοφώνων που διατηρούσε σε κανονικό κατάστημα πώλησης ηλεκτρικών συσκευών και παρέμεινε ένας άνευρος, ανεξάρτητος εργένης που ζούσε στο ίδιο σπίτι με τη μητέρα του ως τα τριάντα τρία του. Το 1946 παντρεύτηκε την είκοσι ενός ετών μητέρα μου, μια γυναίκα την οποία υποτίθεται πως λάτρευε δίχως όμως να μπορεί να την αγαπήσει, διότι τότε πια ήταν ένας μοναχικός, τραυματισμένος άντρας με έναν εσωτερικό κόσμο τόσο θολό, ώστε ζούσε αποκομμένος από τον εαυτό του και από τους άλλους, κάτι που τον καθιστούσε ακατάλληλο για γάμο. Έτσι, τελικά οι γονείς μου χώρισαν και, όποτε συλλογίζομαι την ουσιαστική καλοσύνη του πατέρα μου και το τι άνθρωπος θα μπορούσε να είχε γίνει αν είχε μεγαλώσει υπό διαφορετικές συνθήκες, έρχεται επίσης στον νου μου το όπλο που σκότωσε τον παππού μου – το ίδιο όπλο που κατέστρεψε τη ζωή του πατέρα μου.

Το Αιματοβαμμένο έθνος κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο στις 6 Φεβρουαρίου, σε μετάφραση Ιωάννας Ηλιάδη. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή