Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ

Πώς επηρεάζουν τον ωκεανό τα αέρια του θερμοκηπίου; Ο μεταδιδακτορικός ερευνητής κλιματικής φυσικής Κωνσταντίνος Χασάπης-Τασσίνης συμμετείχε σε μια πρωτοποριακή ερευνητική αποστολή και μοιράζεται με το «Κ» τις προκλήσεις της έρευνας και την καθημερινότητα εν πλω

16' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ξυπνητήρι χτυπάει στις δώδεκα παρά τέταρτο και πετάγομαι στην κουκέτα. Οι σκιές της θάλασσας και του ουρανού ενώνονται μετά τις τρεις το μεσημέρι, και τις ώρες που ξαπλώνω το κεφάλι μου μάλλον τις θεωρεί φυσιολογικές. Οι λέξεις «χθες» και «σήμερα» δεν μου χρησιμεύουν πολύ, γιατί δουλεύω μόνο από τα μεσάνυχτα έως το πρωί. «Ξάπλωσες στις έξι, αμέσως μετά το δείπνο», μου υπενθυμίζω. Aν και μόλις έχω ξυπνήσει, δεν είμαι σίγουρος ότι τόση ώρα κοιμόμουν.

Η καταιγίδα με έστριβε στο κρεβάτι σαν γιαγιά που ανοίγει φύλλο και το βραδινό κρέας που έφαγα με ζόρισε. Βάλε και τους ήχους των πραγμάτων που έπεφταν ή κυλούσαν, κι έχεις έτοιμη μια συνταγή ύπνου-ξύπνιου. Κανείς μας δεν έχει καταφέρει ακόμη να εντοπίσει όλους τους ήχους στην καμπίνα του και να τους σταματήσει. Είναι ένα σταθερό θέμα συζήτησης αυτό κάθε ξημέρωμα, όταν μαζευόμαστε στο δωμάτιο ελέγχου για τις πρωινές μετρήσεις. Εκεί μιλάμε για απροσδιόριστους ήχους, ενώ ο Ίαν συνομιλεί με τον χειριστή βλέποντας μέσα από το τζάμι τη ροζέτα με τις άδειες φιάλες της να ταλαντώνεται στο βίντσι. Η ροζέτα είναι ένα μηχάνημα για δειγματοληψία νερού σε μεγάλα βάθη: αποτελείται από πολλές φιάλες σε κυκλική συστοιχία ενωμένες με ατσάλινες βάσεις. Η πλαϊνή πόρτα του πλοίου ανοίγει, το χιόνι εισβάλλει στο υπόστεγο και το μηχάνημα κρέμεται πάνω από τον μαύρο ωκεανό. Μένει εκεί για λίγο έως ότου ο χειριστής το βυθίσει στα διακόσια μέτρα, για να γεμίσει τις φιάλες με δείγματα νερού.   

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ-1
Η θέα από την καμπίνα του κ. Χασάπη-Τασσίνη. 

Ανοίγω τα μάτια με χίλια ζόρια, ύστερα ανάβω τον φακό μου. Τα μάτια μου πονάνε μέχρι να συνηθίσουν, αλλά πρέπει να γίνω άνθρωπος πριν αρχίσω δουλειά. Πότε νιώθω ότι ζυγίζω μισό τόνο, πότε ότι πετάω. Κάνω έναν εσωτερικό διάλογο που με επαναφέρει στην πραγματικότητα. Πού πας; Στο εργαστήριο. Πού βρίσκεται; Στο πλοίο «Maria S. Merian». Το οποίο πλέει;… Στη Θάλασσα του Λαμπραντόρ. Στην αποστολή; BELS. Πες τα αρχικά: Bubble-mediated Exchange at the Labrador Sea. Το τι μέρα είναι δεν το τολμάω ακόμη. Θα το σκεφτώ στο εργαστήριο, όταν ανοίξω το σημειωματάριο πλεύσης. Κατεβαίνω από την κουκέτα πιασμένος από τα χερούλια και προσέχοντας να μην τσακιστώ και να μην τσακίσω τον Λένι που κοιμάται από κάτω. Ντύνομαι με παύσεις, περιμένοντας να συγχρονιστώ με κάθε μεγάλο κύμα. Κορυφή-το πρώτο μπατζάκι, κοιλιά-το δεύτερο. Φοράω το παντελόνι εργασίας, μπαίνω στο φούτερ με την κουκούλα, αρπάζω φορτιστή και τσάντα, ρίχνω νερό στο πρόσωπο και βγαίνω στον διάδρομο. Πιασμένος από τα κάγκελα πάω στο εργαστήριο, δεκαπέντε μέτρα ευθεία και τρεις βαριές πόρτες μακριά.   

Βάρδια τα μεσάνυχτα

Πλέουμε ήδη λίγο περισσότερο από έναν μήνα. Από τους πενήντα δύο ανθρώπους (επιστήμονες και πλήρωμα) που βρίσκονται στο πλοίο, οι εξής είναι ξύπνιοι σήμερα τα μεσάνυχτα: ο υπεύθυνος επιστήμονας ανάλυσης δειγμάτων θαλασσινού νερού, εγώ –που είμαι υπεύθυνος πλοήγησης του πλοίου στις περιοχές υψηλής συγκέντρωσης θαλάσσιων αερίων–, η υπεύθυνη επιστήμονας μετρήσεων κάθετης κατανομής του νερού, οι δύο ναύτες καταστρώματος, ο υποπλοίαρχος στη γέφυρα κι ίσως ο καπετάνιος. Στο εργαστήριο βρίσκω τον Ρίο και τη Χάνα.

Ο Ρίο αναλύει τα δείγματα που συλλέξαμε το προηγούμενο απόγευμα και θα είναι εδώ μέχρι τις επτά το πρωί. Η Χάνα κάνει την ίδια δουλειά μ’ εμένα κι ήρθα να την αντικαταστήσω για να ξεκουραστεί. Λέμε δυο κουβέντες για το πώς πάνε τα πράγματα. Η Χάνα είναι το καθημερινό μαγκαζίνο μου, μου λέει όσα έχασα, τα σημαντικότερα νέα της ημέρας: τη ρωτάω πώς πήγαν οι συναντήσεις, πώς εφαρμόστηκε το πρόγραμμα έως τώρα, τι μανούβρες μάς αφήνει να κάνουμε η γέφυρα.

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ-2
Καθέλκυση με βίντσι της σημαδούρας με τα όργανα μέτρησης φυσαλίδων και διοξειδίου του άνθρακα.

Στο πλοίο κάθε μέρα είναι διαφορετική από την προηγούμενη. Η τακτική συνάντηση των επιστημόνων γίνεται το μεσημέρι, μετά το γεύμα. Εκεί ακούς τις ίδιες ερωτήσεις, οι οποίες παραμένουν δύσκολες: ποιος θα μετρήσει, πότε και πώς. Όλοι θέλουν να μπουν στο ημερήσιο πρόγραμμα της Κρίστα. Η επικεφαλής επιστήμονας συντονίζει τις ερωτήσεις και κρατάει επιτυχώς όλα τα μέλη ικανοποιημένα. Η καινοτομία της ερευνητικής αποστολής μας είναι ότι ερευνητές από διαφορετικές χώρες, πανεπιστήμια και εργαστήρια, που υπολογίζουν πώς το διοξείδιο του άνθρακα (αέριο) διαρρέει στη θάλασσα υπό την κλιματική αλλαγή, συνεργάζονται για πρώτη φορά ταυτόχρονα. Επιθυμούμε να κατανοήσουμε πώς συμπεριφέρεται το διοξείδιο του άνθρακα που εμείς οι άνθρωποι διοχετεύουμε στην ατμόσφαιρα. Σε ποιες θάλασσες αποθηκεύεται, καθώς το αέριο ενώνεται με το νερό, και σε ποιες ρέει ξανά στην ατμόσφαιρα, καθώς τα κύματα το επαναφέρουν στην επιφάνεια με τις γνωστές μας φυσαλίδες; Οι απαντήσεις δεν δίνονται εύκολα, αλλά είναι απαραίτητες. Δίχως αυτές δεν γνωρίζουμε πώς τα αέρια του θερμοκηπίου που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα αλλάζουν τη σύσταση και τη ροή του ωκεανού.

Αν η θάλασσα και η βιοποικιλότητά της αλλάζουν αφύσικα από εμάς, τότε αλυσιδωτά αλλάζει το κλίμα, καταρρέουν οι ανθρώπινες δραστηριότητες στη θάλασσα και κοινωνίες αποσταθεροποιούνται. Οι μετρήσεις στον ωκεανό όμως είναι δύσκολες. Έπρεπε να βρούμε χρηματοδότηση, να βρούμε χρόνο, να ναυλώσουμε ένα ειδικό πλοίο, να στείλουμε κοντέινερ με υλικά από όλο τον κόσμο στον Καναδά, να συντάξουμε ομάδες, να αφήσουμε τα σπίτια μας τα Χριστούγεννα, να βγούμε στον ωκεανό, να στήσουμε πλωτά εργαστήρια και να περάσουμε μέσα από αφιλόξενες θάλασσες.

Φωτογραφίζοντας υποβρύχιες φυσαλίδες

Ύστερα ήρθε η ώρα να δουλέψουν όλες οι ομάδες μαζί και η κάθε μέθοδος χρειάζεται τις δικές της συνθήκες για να λειτουργήσει σωστά. Η ομάδα στην οποία εντάχθηκα είναι από το Πανεπιστήμιο της Χαβάης κι η μέθοδός της υπολογίζει τη συγκέντρωση του αερίου δύο φορές την ημέρα παίρνοντας δείγματα από τις φιάλες της ροζέτας. Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να πλοηγούμε νυχθημερόν το πλοίο μέσα στις θαλάσσιες περιοχές όπου η ποσότητα του αερίου είναι μεγάλη. Η κηλίδα, όπως τη λέμε, δεν μένει σταθερή, κινείται με τα ρεύματα και τον καιρό. Αν χάσουμε την κηλίδα, τότε οι μετρήσεις δεν έχουν νόημα, τα δείγματα νερού δεν έχουν αέριο μέσα. Ταυτόχρονα, οι ομάδες από το Λονδίνο και το Λιντς θέλουν να ρίξουν τη σημαδούρα τους στο νερό και να την αφήσουν να πλεύσει στον ωκεανό για δύο μέρες, ώστε να συλλέξουν χιλιάδες υποβρύχιες φωτογραφίες από τις φυσαλίδες των κυμάτων. Το πλοίο πρέπει να σταματήσει για να ρίξουμε τη σημαδούρα. Η σημαδούρα ταξιδεύει μόνη για δύο μέρες και στη συνέχεια το πλοίο πρέπει να βγει εκτός κηλίδας για να τη βρούμε. Η ομάδα από το Σιάτλ θέλει να ρίξει μη επανδρωμένα υποβρύχια στο νερό, για να συλλέξουν μετρήσεις για τη ροή του αερίου σε διάφορα βάθη. Το πλοίο πρέπει να σταματήσει για να ρίξουμε τα υποβρύχια και να περιμένει για ώρες ακίνητο μέχρι να τα ανελκύσει. Η ομάδα από το Χάλιφαξ θέλει να μετρήσει στα δείγματα νερού το αέριο οξυγόνο, όπως και την κατανομή θερμοκρασίας κι αλατιού σε διάφορα βάθη. Το πλοίο δεν μπορεί να παίρνει δεξιές στροφές, γιατί το συρματόσχοινο με το οποίο βυθίζεται η συσκευή τους θα μπλεχτεί στην προπέλα. Η ομάδα από το Κίελο μετράει την ταχύτητα του ανέμου κοντά στην επιφάνεια της θάλασσας. Το πλοίο πρέπει να στοχεύει ενάντια στον άνεμο για να καταγράφει ακριβέστερα η συσκευή. Άρα; Θα χάσουμε την κηλίδα; Πότε σταματάμε; Πότε ξεκινάμε πάλι το κυνήγι της κηλίδας; Από τη συνάντηση κάθε μεσημέρι έως ότου πιάσω εγώ βάρδια τα μεσάνυχτα, το πρόγραμμα παίρνει μορφή από τις εξελίξεις και τα κύματα.

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ-3
Δείγμα νερού από τον βυθό του ωκεανού στα 3.500 μέτρα. 

Δεν κρατάω τη Χάνα για πολύ, αλλά πάντα με ενδιαφέρει η άποψή της για όλα τα παραπάνω. «Τι θα έκανες τώρα;» τη ρωτάω. Παίρνω μια σύντομη απάντηση κι αποχαιρετιζόμαστε. Είναι κουρασμένη, αλλά ευδιάθετη. Ο Ρίο συνεχίζει τη δουλειά του κι εγώ ξεκινάω τη δική μου. Βάζω μπρος ένα γρήγορο πλάνο για το βράδυ. Το πρώτο πράγμα που κάνω είναι να δω το πρόγραμμα στον πίνακα ανακοινώσεων. Πάω στο υπόστεγο που είναι έρημο από ανθρώπους και το βγάζω φωτογραφία. Οι ναύτες ακούν δυνατά AC/DC στο βάθος του διαδρόμου. Γυρίζω στο εργαστήριο. Είναι δώδεκα και τέταρτο, έχουμε πορεία νοτιοδυτική, θα κάνουμε μέτρηση με τη ροζέτα στις έξι το πρωί. Στις έξι ακριβώς πρέπει να φέρω το πλοίο σε περιοχή μέγιστου αερίου. Ούτε πριν ούτε μετά. Ύστερα θα πέσουν τα υποβρύχια του Κρεγκ κι ύστερα η σημαδούρα του Ίαν και της Χέλεν.

Οι ναύτες ακούν δυνατά AC/DC στο βάθος του διαδρόμου. Γυρίζω στο εργαστήριο. Είναι δώδεκα και τέταρτο, έχουμε πορεία νοτιοδυτική, θα κάνουμε μέτρηση με τη ροζέτα στις έξι το πρωί. 

Πριν κάνω γενικότερο πλάνο, έχω καταλάβει από τη συζήτηση με τη Χάνα ότι το πλοίο πρέπει να στρίψει άμεσα. Πάω στο διπλανό εργαστήριο και βρίσκω την Ντάρια. Η συσκευή της ομάδας από το Χάλιφαξ είναι ήδη στο νερό. Το πλοίο τη σέρνει σαν ψαράδικη συρτή. Ένα συρματόσχοινο κρέμεται από το πλάι της πρύμνης κι ανεβοκατεβάζει τη συσκευή από την επιφάνεια της θάλασσας στα διακόσια μέτρα βάθος. Άρα δεν μπορώ να κάνω ό,τι θέλω. Επιτρέπονται μόνο αριστερές στροφές και η ταχύτητα πλοίου να μην ξεπερνά τους έξι κόμβους. Μιλάω στον ασύρματο με τον υποπλοίαρχο. «Δεν είναι ακόμη Χριστούγεννα, έτσι;» μου λέει. Του απαντάω πως μάλλον όχι, αλλά πρέπει να κοιτάξω οπωσδήποτε μια οθόνη. Έχει μόλις πιάσει βάρδια κι εκείνος. Στη γέφυρα κάνουν τετράωρες βάρδιες. Του ζητάω να στρίψουμε πρώτα νότια και στη συνέχεια να πάρουμε πορεία βορειοανατολική, κρατώντας απόσταση δύο μιλίων από το τωρινό μας στίγμα. Επαναλαμβάνει μία μία τις προτάσεις μου και κάθε φορά στο τέλος λέει «κατανοητό».

Κόκκινο, πράσινο, μπλε

Πώς πήρα αυτή την απόφαση; Θαλασσινό νερό παρέχεται μέσω μιας απλής βρύσης στο εργαστήριό μας. Το γκρουπ μας έχει μια συσκευή που είναι συνδεδεμένη με αυτή τη βρύση και υπολογίζει σε ζωντανό χρόνο πόσο αέριο υπάρχει μέσα στη θάλασσα. Ύστερα προβάλλει σε μια οθόνη τις μετρήσεις σαν κουκκίδες πάνω σε έναν χάρτη. Κόκκινο σημαίνει πολύ αέριο, πράσινο λίγο, μπλε καθόλου. Είχε πιάσει το μάτι μου πως εδώ κι ώρα ήμασταν σε περιοχή με πολλά μπλε. Άρα κινούμαστε έξω από τα όρια της κηλίδας. Ήταν ώρα να χαρτογραφήσουμε την περιοχή πηγαίνοντας αντίθετα, αλλιώς θα το χάναμε.   

Μιλάω στον ασύρματο με τον υποπλοίαρχο. «Δεν είναι ακόμη Χριστούγεννα, έτσι;» μου λέει. Του απαντάω πως μάλλον όχι. 

Έτσι έχουμε μια ιδέα για το ποια περιοχή της θάλασσας έχει αέριο και πού πρέπει να πάμε. Σαρώνουμε την επιφάνεια της φουρτουνιασμένης θάλασσας όλη μέρα κι όλη νύχτα και δύο φορές τη μέρα πρέπει να είμαστε μια συγκεκριμένη ώρα σε ένα σημείο όπου η συγκέντρωση του αερίου είναι μεγάλη. Δεν έχει μεγάλη σημασία για τους υπόλοιπους τι κάνεις πριν και μετά τις έξι. Όλοι έχουν πέσει για ύπνο και τα ξυπνητήρια τους είναι προγραμματισμένα για τις έξι.

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ-4
Προετοιμασία καθέλκυσης μη επανδρωμένων υποβρυχίων – διακρίνονται στα αριστερά. 

Πάει το άμεσο πλάνο. Τώρα πάμε στο πλάνο νυκτός. Εν τω μεταξύ, η στροφή του πλοίου αρχίζει κι έχω κερδίσει λίγο χρόνο. Κάθε στροφή του «Merian» παίρνει περί τα δεκαπέντε λεπτά σε τέτοιες συνθήκες. Αλλά πάντοτε αρχίζει ξαφνικά. Ο Ρίο κρέμεται από το τραπέζι του. Το στιλό του πετάει, οι υπολογισμοί του συνεχίζονται, τα μπουκάλια στα ράφια χτυπάνε. Η καρέκλα μου γλιστράει από τη μία άκρη του εργαστηρίου στην απέναντι. Όρθιος ακόμη, αφήνω το βάρος μου στη συρταριέρα δίπλα στον ασύρματο. Ο Μπένι, ο υποπλοίαρχος, παίρνει τις στροφές μαλακά. Αλλά είναι επικίνδυνο να στρίβεις τη νύχτα, μας έχουν πει. Τα κύματα δεν φαίνονται κι οι ανεξέλεγκτες προσκρούσεις συμβαίνουν μέχρι να ξαναπείς ροζέτα.

Περπατάω την πλαγιά μισό τόνο βαρύς, σέρνω την καρέκλα μου στη θέση της και κάθομαι μπρος στις οθόνες. Μετράω ανάποδα. Ο καιρός σταδιακά χαλάει. Επτά η ώρα τα υποβρύχια πέφτουν στο νερό πριν το κύμα γίνει υψηλότερο των πέντε μέτρων. Έξι η ώρα η ροζέτα πάει κάτω στα διακόσια μέτρα. Άρα πέντε και μισή πρέπει το πλοίο να ακινητοποιηθεί. Άρα το πλοίο πρέπει να κόψει ταχύτητα και να του δώσω συντεταγμένες στις πέντε και τέταρτο. Άρα η συσκευή της Ντάρια πρέπει να ψαρευτεί στις πέντε. Άρα πρέπει να μειώσουμε ταχύτητα στις πέντε παρά. Κοιτάω το ρολόι και υπολογίζω πως μένουν περίπου τεσσερισήμισι ώρες θαλασσογράφησης του αερίου. Η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει.

Η πρώτη μου δουλειά είναι να ανοίξω το σημειωματάριο πλεύσης. Χρησιμοποιούμε ώρες UTC (Συντονισμένη Παγκόσμια Ώρα), που είναι λίγο παραπλανητικό, γιατί πάνω στο πλοίο δεν ζούμε σε ώρες UTC. Γράφω ημερομηνία-ώρα κι από κάτω ότι ανέλαβα το πόστο μου. Η Χάνα είναι λεπτομερής στις σημειώσεις της, εγώ είμαι πιο λακωνικός. Έχω τρεις οθόνες μπροστά μου. Η Οθόνη 1 έχει τις κουκκίδες του αερίου πάνω στον χάρτη, η Οθόνη 2 το στίγμα και το ίχνος του πλοίου, η Οθόνη 3 μετρήσεις ρευμάτων, μοντέλα πρόγνωσης κύματος και τις μετρήσεις πλοίου, όπως ταχύτητα, γωνία πλεύσης κ.λπ. Υπολογίζω την πορεία ρευμάτων από την τελευταία φορά που πήραμε μετρήσεις στις έξι το απόγευμα και στέλνω τα αποτελέσματα στην Οθόνη 2, για να δω τα ίχνη τους πάνω στον χάρτη μαζί με το στίγμα μας. Τα ρεύματα του νερού στα πενήντα μέτρα βάθος κατευθύνθηκαν ανατολικά και λίγο βόρεια. Επομένως, δεν έχει νόημα να κατευθύνω το πλοίο πολύ βορειότερα από εδώ που βρισκόμαστε τώρα. Αλλά ποτέ δεν είναι τόσο απλό. Τα ρεύματα σε βάθος εβδομήντα μέτρων κατευθύνθηκαν περισσότερο βόρεια από ό,τι ανατολικά. Τα ρεύματα στα ενενήντα μέτρα πήγαν μόνο βόρεια. Τώρα έχουμε μπει στη βορειοανατολική ρότα κι ευελπιστώ να αρχίσω να βλέπω κόκκινες και πράσινες κουκκίδες, αλλά η πίστη μου στους υπολογισμούς ταλαντεύεται όσο η ώρα περνάει και ακόμη βλέπω μόνο μπλε κουκκίδες.

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ-5
Ο κ. Χασάπης-Τασσίνης επιτηρεί τις φιάλες διάδοσης αερίου στον ωκεανό.

Μισή ώρα περνάει. Συχνά έχω την αίσθηση ότι το να κοιτάω αμίλητος μια οθόνη τέτοια ώρα με ελπίδα, απογοήτευση και καημό, είναι αστείο. Μόλις εμφανίζεται ένα πράσινο, αναθαρρώ, αλλά όταν δεν ακολουθείται από κόκκινα ή έστω πολλά πράσινα μαζί, μαζεύομαι. Αν έχω κάνει λάθος επιλογή, υπάρχει χρόνος να ψάξω κι άλλο ή δεν θα προλάβω πριν από τις πέντε παρά;

Ραντεβού στις έξι

Οι δύο πρώτες ώρες περνάνε με την αγωνία και τη σιγουριά να εναλλάσσονται πίσω απ’ την ψευτοστωική σιωπή μου. Η Ντάρια έρχεται τακτικά στο εργαστήριο, πότε τρώει ένα μήλο, πότε πίνει ένα τσάι. Συνήθως περπατάει μια γύρα για να ξεπιαστεί, κάθεται δίπλα μου μπροστά στην Οθόνη 1 και με ρωτάει «Πώς πάμε;». Κοιτάω το ρολόι. Ο Ρίο σταματάει κάθε πέντε λεπτά ό,τι κάνει και γέρνει μπρος στην Οθόνη 1 χωρίς να μιλάει. Ακροβατεί πάνω από τα δείγματά του, πιάνεται από το τραπέζι, επιβλέπει, τρώει ένα σοκολατάκι και ξαναπάει στα μηχανήματά του. Κοιτάω το ρολόι. Η εργασία είναι αγχωτική όπου κι αν βρίσκεσαι. Νιώθω πως όλο το πλοίο στηρίζεται στα χρώματα της Οθόνης 1 και στις οδηγίες που θα δώσω στον ασύρματο. Η πίστη μου στην επιτυχία του «ραντεβού στις έξι το πρωί» επανήλθε για τα καλά όταν βρήκαμε πολλές κόκκινες κουκκίδες και τώρα, δύο ώρες μετά, φθίνει πάλι. Κοιτάω το ρολόι. Κάθε λοξό ίχνος που κάνουμε έχει μήκος περίπου δεκαπέντε μίλια και διαρκεί δύο ώρες. Διαγράψαμε ήδη μια λοξή τροχιά στον χάρτη, βρήκαμε το αέριο, περάσαμε μέσα από τα κόκκινά του, τα αφήσαμε πίσω και σύντομα πρέπει να πάρουμε στροφή για να πάμε αντίθετα. Η μόνιμη ερώτηση είναι πότε να στρίψεις και προς τα πού. Περιμένω τις καινούργιες κουκκίδες μία μία. Είτε υπάρχει χρόνος για περαιτέρω περιπέτειες σε αχαρτογράφητες περιοχές είτε θα μείνουμε κοντά στα μέγιστα που έχουμε βρει έως τώρα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι πρέπει να στρίψουμε πριν από τις πέντε. Μένουν δυόμισι ώρες, που σημαίνει ότι υπάρχει χρόνος για μια διαδρομή είκοσι μιλίων ακόμη, καθώς και για να πάρουμε θέση για την τελική ευθεία. Πρέπει να πλοηγήσω το πλοίο σε ένα σημείο όπου τα μέγιστα αερίου ΘΑ πάνε και ΘΑ μείνουν εκεί για τουλάχιστον μία ώρα. Κοιτάω το ρολόι.

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ-6
Χιονισμένο κατάστρωμα, παραμονές Χριστουγέννων. 

Αποφασίζω να μπούμε σε καινούργιες περιπέτειες. Συζητάω με την Ντάρια και τον Μπένι για το ενδεχόμενο να στρίψουμε δεξιόστροφα. Είναι επιφυλακτικοί, αλλά θέλουν να βοηθήσουν. Θα το κάνουμε, αλλά θα βιράρουμε γρήγορα το μηχάνημα που κρέμεται και θα κόψουμε ταχύτητα. Αφού πάρουμε τη στροφή, θα το ξαναφουντάρουμε στο νερό. Για να γίνει αυτό, πρέπει να βγούμε στο κατάστρωμα. Βάζουμε νιτσεράδα, μπότες, σκουφί, σωσίβιο και γάντια και διασχίζουμε τον διάδρομο προς την πρυμνιά πόρτα στη σειρά, σαν πιγκουίνοι. Η πόρτα έχει δύο μεταλλικές λαβές που γυρίζουν με τη φορά του ρολογιού. Τις γυρίζουμε και σπρώχνουμε μαζί την πόρτα ενάντια στον αέρα.   

Το χιόνι είναι στρωμένο στο κατάστρωμα κι οι αισθήσεις μου πρώτη φορά εδώ και δύο ημέρες ξεπερνούν τα όρια του πλοίου. Οι προβολείς του καταστρώματος υπερφωτίζουν κοντά στον γερανό και εκεί νιώθεις ασφαλής. Πέρα από την κουπαστή, στο απόλυτο άφωτο του έξω ο άνθρωπος είναι πολύ μικρός. Το κύμα ανεβαίνει στην κουπαστή όταν το «Merian» κολλάει με την πρύμνη τα κύματα. Πατάμε γερά κάτω καθώς το «Merian» σερφάρει και προχωράμε αργά προς το μηχάνημα. Η Ντάρια αρχίζει την ανέλκυση από το κουτί ελέγχου, εγώ κοιτάω αν το συρματόσχοινο έρχεται ομαλά πάνω στον γερανό κι ο Όνο ο ναύτης προσέχει εμένα. Δέκα λεπτά μετά, η συσκευή είναι στην επιφάνεια κι έχω χάσει το σκουφί μου. Είμαστε έτοιμοι για τη στροφή. Μπαίνω πρώτος μέσα και το ανακοινώνω στον Μπένι. Κατανοητό.

Στην επόμενη νοτιοδυτική διαδρομή μετράμε μεγάλες ποσότητες αερίου και στο μυαλό μου γίνονται τώρα οι ύστατοι υπολογισμοί συγχρονισμού πλοίου, προγράμματος και ξυπνητηριών. Κατά τις τέσσερις και τέταρτο η αδρεναλίνη ανεβαίνει. Το παιχνίδι είναι να σκοράρεις μόνο στο τέλος. Ο Μπένι έχει αντικατασταθεί στη γέφυρα από τον Σόρεν. Η Ντάρια κάθεται παρέα μας στο εργαστήριο. Ο Ρίο έχει τελειώσει την εργασία του. Πιάνει το μέτωπό του. Όταν δεν δουλεύει, υποφέρει από τη θάλασσα, μου έχει πει. Ο Ρίο είναι πιο τολμηρός από μένα και θέλει να κάνουμε άλλη μία στροφή προς το άγνωστο. Εγώ είμαι επιφυλακτικός, όμως, κι αποφασίζω πως αυτή θα είναι δουλειά της επόμενης βάρδιας κι όχι δική μας. Το σημαντικό τώρα είναι να προβλέψουμε πού πήγε το μέγιστο αέριο κατά τη μία ώρα από τότε που το εντοπίσαμε τελευταία φορά, ώστε να ακινητοποιηθούμε από πάνω του. Κοιτάω το ρολόι. Βρίσκω το πολυπόθητο σημείο, μετράω τις αποστάσεις πάνω στην Οθόνη 2 και υπολογίζω τον χρόνο που χρειάζεται για να φτάσει το πλοίο εκεί στις πέντε και μισή. Λέω στον Σόρεν στον ασύρματο όλο το πλάνο. Ο Σόρεν δεν θέλει χρόνο για να αρχίσει τις στροφές∙ του αρέσουν. Κρατιόμαστε όλοι από τα τραπέζια στον χορό που ακολουθεί, αλλά αυτό με ευχαριστεί τώρα. Το πλοίο μας είναι θαλασσινό και οι μανούβρες πρέπει να είναι αποφασιστικές τώρα. Άσε που όλοι πρέπει να ξυπνήσουν σιγά σιγά.   

Ενας Ελληνας ερευνητής στην παγωμένη Θάλασσα του Λαμπραντόρ-7
Η ροζέτα (γκρίζες φιάλες σε κύκλο) έτοιμη για καθέλκυση ξεκινώντας μέσα από το υπόστεγο.

Στις έξι παρά τέταρτο ο κύριος ήχος στο υπόστεγο είναι οι τουρμπίνες του «Merian», που ταλαιπωρούνται να το κρατήσουν ακίνητο ενάντια σε μια θάλασσα που το σπρώχνει. Ο καιρός έχει επιδεινωθεί ταχύτερα από τις προβλέψεις κι ο άνεμος έχει μπλεχτεί στα κρόσσια των κυμάτων. Στις έξι παρά είναι η ώρα που φτιάχνω μια ζεστή σοκολάτα. Οι μικρές συνήθειες σε βοηθάνε να προχωράς. Γλιστράω κάτω στο εστιατόριο και μετά πάνω στο δωμάτιο ελέγχου, όπου σιγά σιγά μαζεύονται όλοι. Περνάω πρώτα γρήγορα από το εργαστήριο για να πάρω τις μπότες και τα γάντια μου. Μέσα μπαίνουν ένας ένας, τραβώντας κατευθείαν για την Οθόνη 1, ο Κρεγκ, η Κρίστα, ο Ντέιβιντ κι η Ντάρια. «Είμαστε μέσα στην κηλίδα;» είναι η ερώτηση που μου κάνουν όλοι.

Κάποιος είπε πως άκουσε έναν κόκορα. Κάποιος άλλος άκουσε μπίλιες να κυλάνε πάνω από το ταβάνι της κουκέτας του. Κάποιος μυρίζει συνεχώς μπογιά. 

Στο δωμάτιο ελέγχου της ροζέτας μιλάμε πάλι για καινούργιους ήχους. Συνεχώς μπαίνει κάποιος αγουροξυπνημένος, λέει ένα ισχνό «καλημέρα» και προσθέτει τη δική του εμπειρία για τον ύπνο. Εγώ χαίρομαι που βλέπω ανθρώπους κι είμαι πολύ πιο ξύπνιος απ’ όσο μπορούν να αντέξουν οι υπόλοιποι. Κάποιος είπε πως άκουσε έναν κόκορα. Κάποιος άλλος άκουσε μπίλιες να κυλάνε πάνω από το ταβάνι της κουκέτας του. Κάποιος μυρίζει συνεχώς μπογιά. Σήμερα ξημέρωσε 23 Δεκεμβρίου, η βάρδιά μου τελείωνε και τελικά ο καιρός δεν θα μας επέτρεπε να βυθίσουμε τη ροζέτα στα νερά του Λαμπραντόρ. Η πόρτα του υπόστεγου άνοιξε και το χιόνι μάς πλήγιασε τα χέρια. Δύο μεγάλα κύματα παραλίγο να ρίξουν τους πάντες κάτω, τράνταξαν τις παλέτες και πέταξαν κάτω από τους πάγκους τα εργαλεία όλων. Ναι, ήμασταν μέσα στην κηλίδα και θα προσπαθούσαμε πάλι να συλλέξουμε μετρήσεις μία τελευταία φορά πριν από τα Χριστούγεννα. Κοπιάσαμε τόσο επίμονα κάθε μέρα για πάνω από τριάντα νύχτες να πραγματοποιήσουμε όλες τις απαραίτητες μετρήσεις. Τις μετρήσεις που λένε την ιστορία της φύσης, την οποία καταπονεί τόσο επίμονα ο άνθρωπος. Και τα καταφέραμε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT