Πώς ένα τραπέζι έβαλε σε μεγάλους μπελάδες την Κιμ Καρντάσιαν

Πώς ένα τραπέζι έβαλε σε μεγάλους μπελάδες την Κιμ Καρντάσιαν

Βουτώντας σε ένα σύμπαν όπου οι υπογραφές των εμβληματικών ντιζάινερ κοστολογούνται εξωφρενικά και δημιουργούν μανία στους καταναλωτές τους

10' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Αυτά τα τραπέζια του Ντόναλντ Τζουντ είναι πραγματικά καταπληκτικά και ταιριάζουν απόλυτα με τις καρέκλες του», έλεγε τον Αύγουστο του 2022 η Κιμ Καρντάσιαν σε ένα βίντεο που είχε ανεβάσει στο κανάλι της εταιρείας της SKKN By Kim στο YouTube. Όλα, άλλωστε, για τους ινφλουένσερ είναι, καθ’ έξιν και με το αζημίωτο, «καταπληκτικά» και «ταιριάζουν με τα πάντα». Eν προκειμένω, βέβαια, η ίδια δεν διαφήμιζε τα έπιπλα του Αμερικανού μινιμαλιστή που κοσμούσαν τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας της, αλλά μάλλον χρησιμοποιούσε το όνομά του για να περάσει στους ακολούθους-πελάτες της το μήνυμα ότι είναι γνώστρια της υψηλής τέχνης και του ντιζάιν, με σκοπό να δώσει υπεραξία στα προϊόντα περιποίησης της επιδερμίδας και μακιγιάζ που εμπορεύεται. Το επίμαχο απόσπασμα δεν το είδα τότε, ενώ, και να θέλω να το δω τώρα, δεν μπορώ. Διότι διαγράφηκε μετά από επέμβαση του Ιδρύματος Τζουντ, που διαχειρίζεται ό,τι άφησε πίσω του ο πρωτοπόρος καλλιτέχνης μετά τον θάνατό του, το 1994.

Ραντεβού στα δικαστήρια

Σύμφωνα με το ίδρυμα, τα επίμαχα έπιπλα δεν είναι αυθεντικά. Φτιάχτηκαν κατ’ εικόνα και ομοίωση δύο εμβληματικών επίπλων του Τζουντ, του La Mansana Table 22 και της Chair 84. Δικαίωμα για την κατασκευή και τη διάθεσή τους έχει μόνο το Ίδρυμα Τζουντ, κάτι που αποτελεί και μία από τις πηγές εσόδων του. Όντως, τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έχουν πωληθεί, προς περίπου 85 χιλιάδες ευρώ έκαστο, τρία τέτοια τραπέζια και πάνω από 350 καρέκλες – για καθεμία από τις οποίες η τιμή ανέρχεται σε περίπου 8.500 ευρώ.

Πώς ένα τραπέζι έβαλε σε μεγάλους μπελάδες την Κιμ Καρντάσιαν-1
Ο μινιμαλιστής εικαστικός Ντόναλντ Τζουντ φωτογραφημένος δίπλα σε έργο του, το 1966,  στην γκαλερί του Λίο Καστέλι, στη Νέα Υόρκη. (Φωτογραφία: Judd Foundation, Fred W. McDarrah / Getty Images / Ideal Image)

Η Κιμ Καρντάσιαν είναι δισεκατομμυριούχος και υποθέτει κανείς ότι αυτά τα ποσά είναι «αστεία» για εκείνη. Εφόσον, δε, της άρεσαν τόσο πολύ, δεδομένου ότι δεν πρόκειται για έργα τέχνης που είναι μοναδικά, αλλά για αντικείμενα που παράγονται, έστω ελεγχόμενα, σε πολλαπλά αντίτυπα, θα μπορούσε απλώς να τα παραγγείλει από το ίδρυμα. Εκείνο, όμως, απαγορεύει τη χρήση των αυθεντικών επίπλων και του ονόματος του Τζουντ για διαφημιστικούς σκοπούς ή για σκοπούς που έχουν να κάνουν με το μάρκετινγκ, και η Καρντάσιαν δεν θα μπορούσε να τα επιδείξει. Σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times, κατά τη μήνυση που κατατέθηκε φέτος τον Μάρτιο, έναν και πλέον χρόνο μετά την ανάρτηση του βίντεο, η πλευρά του ιδρύματος υποστηρίζει ότι διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ανατέθηκε, κατά λέξη, η κατασκευή των επίπλων «στο στιλ του Τζουντ» από το γραφείο διαμόρφωσης εσωτερικών χώρων Clements Design, παρότι το δεύτερο υποστηρίζει ότι τα έπιπλα δεν είναι πανομοιότυπα με εκείνα του Τζουντ, συνεπώς κατά το ίδιο δεν τίθεται θέμα κλοπής πνευματικής ιδιοκτησίας. Η δε μήνυση κατατέθηκε αφού η πλευρά της Καρντάσιαν αρνήθηκε να καταστρέψει τα φερόμενα ως κλεψίτυπα έπιπλα και να δηλώσει δημόσια μεταμέλεια.

Πώς ένα τραπέζι έβαλε σε μεγάλους μπελάδες την Κιμ Καρντάσιαν-2
Το σετ καρέκλας-υποποδίου Lounge Chair & Ottoman των Τσαρλς και Ρέι Ιμς λανσαρίστηκε το 1956 και συνεχίζει να παράγεται, σε διάφορους συνδυασμούς. 

Και κάπως έτσι άνοιξε μια μεγάλη δημόσια συζήτηση περί πνευματικών δικαιωμάτων και τεχνητής σπανιότητας πολυπόθητων αντικειμένων ντιζάιν, ενώ παράλληλα η Καρντάσιαν παρουσιάστηκε ως μια κάπως ματαιόδοξη και σφιχτοχέρα ζάπλουτη που έχει έπιπλα-αντιγραφές στα γραφεία της εταιρείας της. Προφανώς, αν τα συγκεκριμένα έπιπλα τα επιδείκνυε μια άλλη γυναίκα και όχι μια λαμπερή, αυτοδημιούργητη δισεκατομμυριούχος που έγινε διάσημη πρωταγωνιστώντας σε μια ταινία πορνογραφικού περιεχομένου, θα ήταν απλώς Κυριακή.

Σύμβολα μεγαλοαστικού στάτους

Ο Τζουντ δεν είναι ο μόνος καλλιτέχνης, πόσω μάλλον ο μόνος ντιζάινερ, που σχεδίασε έπιπλα που έγιναν αντικείμενο πόθου από διασημότητες και «κοινούς θνητούς». Tο Table IKB του Ιβ Κλάιν είναι ένα από εκείνα που βρίσκονται στις περισσότερες λίστες με τα πιο εμβληματικά έπιπλα του κόσμου. Η ιστορία του έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: Το 1961, έναν χρόνο πριν τον προδώσει η καρδιά του σε ηλικία 34 ετών, ο Γάλλος καλλιτέχνης σχεδίασε δύο μοντέλα για το πολυπόθητο χαμηλό τραπέζι του. Αυτά, που είναι μοναδικά, ανήκουν στο Ίδρυμα Yves Klein Archive που επιβλέπει η χήρα του και καλλιτέχνις Ροτράουτ. Από το 1963 κι έπειτα, το YKA παράγει σταθερά και διαθέτει πανομοιότυπα μεταξύ τους τραπέζια Table IKB, σε τρία διαφορετικά χρώματα. Δεν τα διαθέτει, όμως, ανεξέλεγκτα, όπως παράγονται άλλα εμβληματικά αντικείμενα ντιζάιν, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη λευκή πλαστική καρέκλα που οι New York Times συμπεριέλαβαν πρόσφατα στα σημαντικότερα έπιπλα του 20ού αιώνα και η οποία κοστίζει όσο μία μακαρονάδα σε ένα αξιοπρεπές εστιατόριο.

Πώς ένα τραπέζι έβαλε σε μεγάλους μπελάδες την Κιμ Καρντάσιαν-3
Άποψη του Floating Bed του Γιάνγιαπ Ρουισενάαρς, το οποίο αιωρείται πάνω από το έδαφος με τη δύναμη του μαγνήτη. 

Η σπανιότητα των τραπεζιών του Ιβ Κλάιν δεν ορίζεται από την έλλειψη των υλικών κατασκευής τους, αλλά είναι εν πολλοίς τεχνητή. Έχει να κάνει με την ελεγχόμενη παραγωγή τους που συμβάλλει στο να είναι υπερεπιθυμητά, όπως και με την αρίθμησή τους που τα εγγράφει στο μυαλό μας ως μοναδικά ή τα πρωτόκολλα πιστοποίησης αυθεντικότητας και το μυστήριο γύρω από διάφορα στατιστικά στοιχεία τους. Παρότι πρόκειται για έπιπλα προσβάσιμα, τουλάχιστον θεωρητικά, όχι μόνο από τους πολύ πλούσιους αυτού του κόσμου, αλλά, γενικά, από όλους όσοι διαθέτουν μια κάποια οικονομική επιφάνεια, δεν υπάρχουν στοιχεία για το πόσα τέτοια τραπέζια παράγονται κάθε χρόνο. Το Table IKB, λοιπόν, περιλαμβάνεται στον κατάλογο της ονλάιν γκαλερί Artware Editions, η οποία εξειδικεύεται στη διάθεση χρηστικών αντικειμένων που έχουν σχεδιάσει καλλιτέχνες και έχει ειδική σύμβαση συνεργασίας με το Yves Klein Archive. Για να κάνει όμως κάποιος παραγγελία, πρέπει να σηκώσει το ακουστικό του τηλεφώνου του (το να μη διατίθεται μέσω e-shop αποτελεί ένα συμβολικό «φράγμα» στη διαθεσιμότητά του), ενώ η τιμή του, όπως μέχρι πρόσφατα συνέβαινε κατά κανόνα και κατά παράδοση σχεδόν σε όλα τα e-shops με είδη πολυτελείας, αποκαλύπτεται κατόπιν αιτήματος. Για να βρούμε μια ενδεικτική τιμή του στην ελεύθερη αγορά, καταφύγαμε στην εκτίμηση ενός δημοπρατηθέντος τέτοιου τραπεζιού από τον οίκο Sotheby’s, η οποία κυμαινόταν στις 14 με 18 χιλιάδες ευρώ – όσο δηλαδή κοστίζει ένα προσιτό καινούργιο αυτοκίνητο.

Πώς ένα τραπέζι έβαλε σε μεγάλους μπελάδες την Κιμ Καρντάσιαν-4
Μπαούλο από τη συνεργασία του λαϊφστάιλ brand Supreme με τον οίκο Louis Vuitton δημοπρατήθηκε το 2021 από τον οίκο Bonhams, με τιμή εκτίμησης περίπου 70-93 χιλιάδες ευρώ. (Φωτογραφία: Victoria Jones – PA / Getty Images / Ideal Image)

Γιατί, όμως, κάποιος που του αρέσει το Table IKB να περάσει όλη αυτή την «ταλαιπωρία» της «αυθεντικότητας» και να μην αναθέσει σε έναν ταλαντούχο τεχνίτη, όπως περίπου έκανε η Καρντάσιαν, να του φτιάξει ένα ολόιδιο ή και με μετατροπές στο σχέδιο ή στις διαστάσεις του τραπέζι, για να ταιριάζει περισσότερο στο προσωπικό του γούστο; Αν παρακάμψουμε τον ηθικό-νομικό παράγοντα, όλα έχουν να κάνουν με την έννοια της διάκρισης (την οποία ανέπτυξε ο Γάλλος κοινωνιολόγος Πιερ Μπουρντιέ στο βιβλίο του Η διάκριση: Κοινωνική κριτική της καλαισθητικής κρίσης, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη). Αν φύγουμε από τον κόσμο των επίπλων και πάμε σε εκείνον της μόδας, αυτό γίνεται πιο εύκολα εμφανές: Σε πάρα πολύ κόσμο δεν αρκεί το να φοράει όμορφα ρούχα, θέλει τα ρούχα που φοράει να μην τα φοράει και «όλος ο κόσμος». Σίγουρα, ένα ρούχο με ντιζάινερ υπογραφή –συνήθως, αλλά ατυχώς όχι πάντα– έχει πολύ καλύτερη ποιότητα από ένα αγορασμένο από μια αλυσίδα προσιτής ένδυσης. Σε καμία περίπτωση, όμως, οι τιμές της haute couture δεν δικαιολογούνται από την ποιότητα των ρούχων, αλλά από την περιορισμένη τους παραγωγή, με απόγειο τη μοναδικότητα κάποιων ενδυμάτων, ένα κόνσεπτ που παραπέμπει στη μοναδικότητα των έργων τέχνης. Το ίδιο συμβαίνει και με ένα έπιπλο που φέρει τη σφραγίδα γνησιότητας ενός ιδρύματος. Σε έπιπλα όπως του Τζουντ ή του Κλάιν –καταπώς ακριβώς συμβαίνει με τις τσάντες Birkin του οίκου Hermès ή με τα εμβληματικά, περιορισμένης κυκλοφορίας λαϊφστάιλ προϊόντα του brand Supreme– ισχύει η λογική τού «όσο πιο λίγα ή όσο πιο άγνωστος ο αριθμός τους, τόσο πιο ποθητά».

Σπουδαία, ακριβά ή εκκεντρικά;

Τα πιο εμβληματικά και επιθυμητά έπιπλα του κόσμου, βέβαια, αξίζει να αναφερθεί ότι δεν ταυτίζονται πάντα με τα πιο σπάνια ούτε με τα πιο ακριβά. Οι σχετικές λίστες έγκυρων μέσων όπως το Dezeen ή το High Snobiety –οι οποίες περιλαμβάνουν πολλές καρέκλες, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι σχεδιαστές να ονειρεύονται να σχεδιάσουν ένα κάθισμα που θα μείνει στην ιστορία, αλλά και πολλά τραπέζια– αποτελούνται κυρίως από έπιπλα προσβάσιμα στη μεσαία-και-λίγο-παραπάνω αστική τάξη. Αναφέρουμε δύο από τα πλέον χαρακτηριστικά: το Coffee Table (IN-50), που σχεδίασε το 1944 ο Ισάμου Νογκούτσι και το οποίο μπορεί να αγοραστεί κατευθείαν από το e-shop του μουσείου που φέρει το όνομά του, σε φιξ τιμή περίπου 2.000 ευρώ, και το σετ καρέκλας-υποποδίου Lounge Chair & Ottoman του Τσαρλς και της Ρέι Ιμς, που λανσαρίστηκε το 1956, ανήκει στη μόνιμη συλλογή του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης και βρίσκεται ακόμη σε παραγωγή, σε διάφορους συνδυασμούς υλικών και χρωμάτων, σε τιμές που κυμαίνονται περίπου στις 10.000 ευρώ. Οι περιπτώσεις του ιαπωνικής καταγωγής Αμερικανού εικαστικού που είχε μια ιδιαίτερη και πολύχρονη σχέση με την Ελλάδα (πέρυσι κυκλοφόρησε το λεύκωμα Noguchi and Greece, Greece and Noguchi: Objects of common interest από τις εκδόσεις Atelier) και του διάσημου ζεύγους των industrial ντιζάινερ έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς αμφότεροι συνεργάστηκαν εκτενώς με την εταιρεία Herman Miller, την επιπλοποιία που έβαλε στα μεγαλοαστικά σπίτια και στα γραφεία-που-ονειρεύεσαι-να-εργαστείς, μερικά από τα πιο εμβληματικά έπιπλα του 20ού αιώνα.

Σε έπιπλα όπως του Τζουντ ή του Κλάιν ισχύει η λογική τού «όσο πιο ΛΙΓΑ ή όσο πιο άγνωστος ο αριθμός τους, τόσο πιο ΠΟΘΗΤΑ». 

Ενδιαφέρον έχει το ότι τα τελευταία χρόνια, όπως ακριβώς συμβαίνει στο πεδίο της τέχνης από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και μετά, παρατηρείται το φαινόμενο της ανόδου των τιμών σε δυσθεώρητα ύψη αντικειμένων ντιζάιν που έχουν παραχθεί σε περιορισμένο αριθμό, όχι μόνο λόγω της ιστορικής σημασίας τους, αλλά και λόγω πολιτικής μάρκετινγκ. Για να μειώσουμε τον σκόπελο της προστιθέμενης αξίας του χρόνου στα πολύ παλιά αντικείμενα και σε αυτά που η τιμή τους εκτοξεύεται μετά τον θάνατο των σχεδιαστών τους, θα σταθούμε στο πιο ακριβό έπιπλο εν ζωή δημιουργού. Πρόκειται για το σχεδιασμένο το 1990 ανάκλιντρο Lockheed Lounge του ελληνικής καταγωγής, από την πλευρά της μητέρας του, Μαρκ Νιούσον. Τον Απρίλιο του 2015, ένα από τα δέκα, μόνο, πανομοιότυπα τέτοια ανάκλιντρα που διατέθηκαν προς πώληση δημοπρατήθηκε προς περίπου 4,5 εκατομμύρια ευρώ, με την πλειοδοσία να γίνεται τηλεφωνικά και τον άνθρωπο που το αγόρασε να παραμένει επισήμως ανώνυμος, παρότι η Sydney Morning Herald έγραψε ότι αγοράστρια ήταν η Μαντόνα, που είχε ξαπλώσει πάνω του τον Μάιο του 1993 στο βιντεοκλίπ του τραγουδιού της Rain. Ο Νιούσον είχε έρθει στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 2022, με αφορμή τη βερνισάζ μιας έκθεσης με αντικείμενά του στην γκαλερί Gagosian Athens. Είχα την ευκαιρία να τον συναντήσω από κοντά για μια συνέντευξη και, όταν τον ρώτησα γιατί δεν φτιάχνει άλλα τέτοια ανάκλιντρα, ήταν σαφής: «Το Lockheed Lounge κατασκευάστηκε σε έναν συγκεκριμένο αριθμό κομματιών και τα μηχανήματα που χρησιμοποίησα για την κατασκευή του δεν υπάρχουν πια. Έχει τελειώσει αυτή η ιστορία».

Πώς ένα τραπέζι έβαλε σε μεγάλους μπελάδες την Κιμ Καρντάσιαν-5
 Το Lockheed Lounge του Μαρκ Νιούσον.

Κι αν το Lockheed Lounge κατάφερε να πωληθεί σε αυτή την τιμή λόγω τόσο της σπανιότητας όσο και της ιστορικής του σημασίας στην εξέλιξη του σύγχρονου ντιζάιν, υπάρχουν άλλα «αξιοπερίεργα» και «εκκεντρικά» έπιπλα που πωλούνται πανάκριβα εξ αρχής, για έναν σωρό λόγους, οι οποίοι έχουν να κάνουν είτε με τη χρήση πολύτιμων υλικών στην κατασκευή τους, είτε με την κοστοβόρα έρευνα που μπορεί να έχει προηγηθεί της δημιουργίας τους, είτε, φυσικά, με μια τιμολογιακή πολιτική η οποία χρησιμοποιείται για τη δημιουργία εντυπώσεων. Φυσικά, μπορεί να ισχύουν και όλοι οι παραπάνω λόγοι μαζί. Τέτοια περίπτωση είναι το Floating Bed, ένα «ιπτάμενο κρεβάτι» που το 2006 το περιοδικό Time είχε συμπεριλάβει στις καλύτερες εφευρέσεις της χρονιάς. Σχεδιασμένο από τον Γιάνγιαπ Ρουισενάαρς, ιδρυτή του γραφείου Universe Architecture, λειτουργεί με τη δύναμη του μαγνήτη, όπως τα έργα του εικαστικού Takis. Αυτή η δύναμη του επιτρέπει να ίπταται κατά περίπου σαράντα εκατοστά πάνω από την επιφάνεια του εδάφους, έχοντας πάνω του επιβάρυνση περίπου ενενήντα κιλών, αν και για λόγους ασφαλείας και για να μην πηγαίνει δεξιά κι αριστερά, προτείνεται η στερέωσή του στους γύρω τοίχους με ανθεκτικά σχοινιά. Το Floating Bed παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο πλαίσιο της Millionaires Fair στο Βέλγιο με τιμή πώλησης 1,2 εκατ. ευρώ, ένα ποσό αστρονομικό, που επιτρέπει όμως σε όποιον το διαθέσει να ζήσει την εμπειρία τού να ξαπλώσει το σώμα του σε ένα κρεβάτι που μοιάζει με μαγικό χαλί. Λίγα χρόνια μετά, το 2011, μια στρογγυλή εκδοχή του συγκεκριμένου κρεβατιού εμφανίστηκε στην ταινία Άρθουρ, ο εκατομμυριούχος της συμφοράς. Το συγκεκριμένο κρεβάτι, σύμφωνα με τις περισσότερες λίστες, είναι το δεύτερο πιο ακριβό του κόσμου, και αυτός είναι ο λόγος που έγινε διάσημο. Το νούμερο ένα στη λίστα, πάντως, είναι πιο «παραδοσιακά εκκεντρικό». Πρόκειται για την εκδοχή του Στιούαρτ Χιούτζες πάνω στο κρεβάτι Baldacchino Supreme του ιταλικού οίκου Hebanon Fratelli Basile, που διατέθηκε μόνο σε δύο κομμάτια και είναι επενδεδυμένη με 107 κιλά χρυσού 24 καρατίων. Αυτά, όμως, μάλλον, δεν απευθύνονται σε όσους γλυκοκοιτάζουν τα έπιπλα των Ιμς σε σάιτ όπως το Dazeen ή το High Snobiety, τα οποία δημιουργούν τις κυρίαρχες τάσεις περί καλαισθησίας, αλλά σε εκκεντρικούς δισεκατομμυριούχους, όπως η Κιμ Καρντάσιαν. Στην «αυθεντική» ή σε όποια «μαϊμού» εκδοχή τους.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή