Προσκύνημα στη Φολέγανδρο

10' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τρεις ημέρες διαρκεί η περιφορά της εικόνας της Παναγίας απ’ άκρη σ’ άκρη στο μακρινό κυκλαδίτικο νησί, που γιορτάζει την άνοιξη και το Πάσχα με ένα έθιμο μοναδικό: όλοι οι κάτοικοί του ανοίγουν τα σπίτια τους και υποδέχονται με τα πιο νόστιμα κεράσματα την ακολουθία της εικόνας.

Το 1841 ο διάσημος Ευρωπαίος παραμυθάς Χανς Κρίστιαν Αντερσεν επισκέπτεται την Ελλάδα σ’ ένα μεγάλο ταξίδι που κάνει στη Γερμανία, την Αυστρία, την Ιταλία και την Τουρκία. Με καταγωγή από την προτεσταντική Δανία, ο Αντερσεν βιώνει για πρώτη φορά το ελληνορθόδοξο Πάσχα. Παρατηρεί με πολύ ενδιαφέρον όσα συμβαίνουν γύρω του. Αισθάνεται και περιγράφει. «Απ’ τα παράθυρά μου έβλεπα άνετα την πομπή να προχωρεί σιγά-σιγά. Ηταν μια εκστατική στιγμή, που σπάνια ζούσα. Ηταν μια όμορφη, ξάστερη βραδιά», με στρατιωτική πένθιμη μουσική, φρέσκα κόκκινα τριαντάφυλλα, μακριά λεπτά αναμμένα κεριά στα χέρια μωρών παιδιών. Την παραμονή του Πάσχα, αφού πέρασαν τα μεσάνυχτα, «τύμπανα και τρομπέτες βούιζαν», οι άνθρωποι αγκαλιάζονταν, φιλιούνταν, εύχονταν ο ένας στον άλλο Χριστός Ανέστη, «έξω έριχναν τουφεκιές τη μία πάνω στην άλλη», πετούσαν βολίδες, άναβαν φωτιές, «ήταν όλα τόσο συγκινητικά, συναρπαστικά και ωραία».

Πολλά χρόνια αργότερα, βράδυ Μεγάλου Σαββάτου, όχι στην Αθήνα, όπως ο Αντερσεν, αλλά στην απομακρυσμένη Φολέγανδρο, ζω κάτι παρόμοιο. Ο δείκτης του ρολογιού «καβαλάει» τα μεσάνυχτα και ξαφνικά γίνεται χαλασμός! Kαμπάνες, φωνές, αγκαλιές και φιλιά, γεμάτα με χαρά αλλά και με φόβο από τα παντοδύναμα δυναμιτάκια, που δίνουν στη μεταμεσονύχτια Χώρα της Φολεγάνδρου μια απόχρωση Συρίας. Κάποιοι το διασκεδάζουν, άλλοι οχυρώνονται μέσα στην εκκλησία μέχρι να τελειώσει το πανδαιμόνιο, εγώ ισορροπώ κάπου στη μέση, μένω στο πλήθος, αλλά τα γόνατά μου λυγίζουν και καταλήγω είκοσι εκατοστά κοντύτερη, κρυμμένη στον όχλο, να περιμένω πότε θα τελειώσει η βεντέτα που έχει ξεσπάσει ανάμεσα στην από δω και την από κει γωνία. Η νύχτα δεν έχει πολύ χρώμα, είναι θολή από τους καπνούς, έχει όμως ένταση και ήχους, είναι «νύχτα» με όλο το βάρος που μπορεί να σηκώσει στις πλάτες της αυτή η μικρή λέξη.

Παρότι εκρηκτικό, το βράδυ της Ανάστασης είναι απλώς προάγγελος για τη μεγάλη, τριήμερη, πασχαλινή γιορτή που αρχίζει την επόμενη μέρα. Μια πομπή ανηφορίζει έως την εκκλησία της Παναγίας (χτισμένη πιθανότατα στη θέση αρχαίου ναού, που πήρε τη σημερινή της μορφή τον 19ο αιώνα). Η ανάβαση διαρκεί 15 λεπτά, είναι λαχανιαστή και κουραστική, αλλά ευτυχώς το εσωτερικό της εκκλησίας έχει δροσιά και όποιος ζορίζεται από την ανηφόρα μπορεί να πάρει μια ανάσα. Φεύγοντας η πομπή παίρνει μαζί της την παλιά ξύλινη εικόνα της Παναγίας, που είναι ντυμένη με ασήμι. Σύμφωνα με το έθιμο, η εικόνα θα περάσει από όλα τα νοικοκυριά του νησιού (την Κυριακή του Πάσχα από τη Χώρα, τη Δευτέρα από την Ανω Μεριά, την Τρίτη από τον Πετούση, το Λιβάδι και το λιμάνι του Καραβοστάση), για να ευλογήσει τόσο τα σπίτια όσο και τα ψαράδικα καΐκια.   

Στα στενά της Χώρας, άντρες με μαύρα γυαλιά ηλίου και μια… καλοκάγαθη έκφραση μαφιόζου στη γωνία του προσώπου βαράνε χαρμόσυνες τουφεκιές στον αέρα. Μπαίνουμε στη συνοικία του Κάστρου – κτίρια του οποίου αποτελούν τα εξωτερικά τείχη βενετσιάνικου κάστρου που φυλούσε τους Φολεγανδρίτες από τις πειρατικές, και όχι μόνο, επιθέσεις. Η γειτονιά αυτή κατοικείται, αδιάκοπα, από τον Μεσαίωνα έως σήμερα. Εχει λευκά σπίτια κατανεμημένα σε δύο σειρές, τη μία απέναντι από την άλλη, ενώ ανάμεσά τους σχηματίζεται μια στενή δίοδος, μια νησιώτικη πασαρέλα. Κάθε σπίτι έχει και από ένα τραπέζι φορτωμένο εδέσματα, προκειμένου να φιλευτούν όσοι μπουν μέσα μαζί με την εικόνα. Στριμωχνόμαστε ανάμεσα στις μελόπιτες, τις γαλατόπιτες, τις τυρόπιτες, τα τσουρέκια, τη ρακή και… όποιος πρόλαβε τον Κύριο είδε!

Τι ωραίο έθιμο πάντως! Μέσα σε λίγες ώρες σού ανοίγονται δεκάδες πόρτες, έχεις την ευκαιρία να παρατηρήσεις, ένα προς ένα, όλα τα σαλόνια μιας μεσαιωνικής συνοικίας ενός άγονου νησιού των νοτίων Κυκλάδων. Τη μία βλέπεις τηλεοράσεις plasma, την άλλη κεντητά σεμέν, λουλουδάτα τραπεζομάντιλα, καναπέδες, καναπεδάκια, καλό, μέτριο, επιδεικτικό ή προσεγμένο γούστο, τα πάντα!

Τη Δευτέρα του Πάσχα η εικόνα κάνει τη βόλτα της στην Ανω Μεριά, έναν αγροτικό οικισμό της Φολεγάνδρου γνωστό για τις «θεμωνιές» του (είδος αγροικίας με γεωργική και κτηνοτροφική αυτονομία). Ο παπάς με τη λευκή κοτσίδα και τα μπλε ράσα, υποβοηθούμενος από ένα μπαστούνι, ιδρώνει από τη ζέστη, οι γοφοί του κουνιούνται περίεργα, τραμπαλίζει από το αδιάλειπτο περπάτημα, αλλά παραμένει μάχιμος. Κάποιος έχει καρφώσει ένα πορτοκαλί τριαντάφυλλο στην εικόνα, στη σχισμή ανάμεσα στο ασήμι και το ξύλο, και αυτό κάνει την Παναγία να δείχνει χαρούμενη. Μπαίνουμε στα αγροτόσπιτα, τσιμπολογάμε νοστιμιές, κοκκινίζουν τα μάγουλά μας από τη μεσημεριανή ρακή, ενώ, όταν η «φρουρά» της εικόνας, οι άνθρωποι που τη βαστούν, έχουν ανάγκη από διάλειμμα, την τοποθετούν πάνω στον καναπέ – στιγμή δεν είδα να ακουμπάει κάτω στο πάτωμα η επίτιμη καλεσμένη.

Παρέα με την Παναγία και αφού ξεσκονίσουμε τα περισσότερα νοικοκυριά της Ανω Μεριάς, φτάνουμε σε ένα σπίτι με μια μεγάλη άδεια αυλή. Δεν έχει πολλά πράγματα, μόνο κάποιες φωτογραφίες σε κορνίζες και τη βασική επίπλωση, είναι όμως βαμμένο με ένα απίθανο ανοιχτό πράσινο χρώμα, μια απόχρωση ανάμεσα στο φιστικί και το πράσινο της θάλασσας. Εκεί ζει ένα ζευγάρι ηλικιωμένων. Πρέπει να είναι και οι δύο γύρω στα εβδομήντα-ογδόντα, και όμως, παρά το προχωρημένο της ηλικίας τους, μοιάζουν ακόμα ζευγάρι. Οχι συγκάτοικοι που κάποτε υπήρξαν εραστές και πλέον ζουν σαν αδέλφια στο ίδιο σπίτι… ζευγάρι!

Το ερωτικό τους μόνοιασμα κάνει μια φιλενάδα μου να κολλήσει, να τους πιάσει την κουβέντα και να ξεκολλήσει μισή ώρα αργότερα με κόκκινα μάτια και ένα υγρό, αλμυρό χαμόγελο στο στόμα. Την έπιασαν κλάματα. Ποιος ξέρει γιατί… Κάτι τη συγκίνησε σε αυτούς τους δύο ανθρώπους, βλέποντάς τους αγκαλιά στο μισοάδειο σπίτι τους. Ο λόγος δεν έχει σημασία, όσο το ίδιο το κλάμα, απτή απόδειξη επιτυχίας του πασχαλινού εθίμου που επιβιώνει μέχρι σήμερα στη Φολέγανδρο, χάρη στο οποίο οι ντόπιοι δεν φοβούνται να ανοίξουν την πόρτα τους για να υποδεχτούν όποιον άσχετο ξένο εμφανιστεί, αφήνοντάς τον να θαυμάσει το απίθανο χρώμα στους τοίχους και να υποψιαστεί το δέσιμο της σχέσης τους.

            

Το συγκεκριμένο περιστατικό μού χτύπησε έντονα διαβάζοντας τα γραπτά του Αντερσεν («Οδοιπορικό στην Ελλάδα», μτφρ. Allan Lund, εκδ. Εστία), που στην πρώτη του κιόλας επίσκεψη κατάλαβε ότι το ελληνικό Πάσχα «είναι μια γιορτή που πηγάζει από την καρδιά και το λογισμό του λαού, απ’ όλη του τη ζωή», αυτό ακριβώς που εισέπραξα κι εγώ, 170 και βάλε χρόνια αργότερα, στα σαλόνια της φολεγανδρίτικης Χώρας και στις θεμωνιές της Ανω Μεριάς. Χαρισματικός ο Δανός παραμυθάς, οσμίστηκε ότι η συγκεκριμένη είναι μια γιορτή με ρίζες και βάθος, που βγαίνει από την κοιλιά και επιδρά σε όλες τις πτυχές μιας μικρής κοινωνίας. Ο,τι ήταν το Πάσχα για εκείνον στο άσημο νεοσύστατο βασίλειο της νότιας Ευρώπης του 19ου αιώνα, είναι για εμάς σήμερα σε αυτό το βραχώδες, απομονωμένο, αιγαιοπελαγίτικο νησάκι.  

Πεζοπορία έως το Φάρο της Ασπρόπουντας

Δέστε καλά τα αθλητικά σας, μπείτε στο αυτοκίνητο και πηγαίνετε έως τους Μύλους Ανω Μεριάς, για να ξεκινήσετε την πεζοπορία προς το Φάρο της Ασπρόπουντας, έναν λευκό καλοδιατηρημένο φάρο που βρίσκεται στη θέση «Κάβος του Μιχέλου» και κοντεύει πια να κλείσει 100 χρόνια ζωής. Χτίστηκε το 1919, ξεκίνησε να λειτουργεί το 1921, αρχικά με φιτίλι, μετά με μηχανισμό πετρελαιοατμού και από τη δεκαετία του ’80 αντλεί ενέργεια από τον ήλιο. Η κατάβαση μέχρι το φάρο διαρκεί καμιά ώρα.

Θα περάσετε λαγκάδια και βάτα, ίσως πηδήσετε πεζούλες και ξερολιθιές, μπορεί να ταραχτείτε στιγμιαία από ψίθυρους μικροσκοπικών ερπετών κοντά στα πέλματά σας· όταν όμως φτάσετε εκεί κάτω, θα αποζημιωθείτε και με το παραπάνω. Αυτό ήταν, τουλάχιστον, το κοινό αίσθημα της δικής μας παρέας, παρότι στο δρόμο χαθήκαμε, μας έσπασε ένα ζευγάρι σαγιονάρες και φοβόμασταν ότι δεν θα προλάβουμε να γυρίσουμε όσο είχε ακόμα φως. Δεν είναι μόνο ο φάρος με τις ρυθμικές του λάμψεις, ούτε το μπλε της θάλασσας, το κόκκινο του βουνού και το κίτρινο του ουρανού που αξίζουν τον κόπο· είναι ο συνδυασμός όλων αυτών με εσάς μέσα τους.

Πως πάμε

Απευθείας δρομολόγια από Πειραιά προς Φολέγανδρο εκτελούν το Sea Jet 2 (με διάρκεια 3 ώρες και κόστος διαδρομής 59,50 ευρώ) και το Αδαμάντιος Κοραής (με διάρκεια 6,5 – 9,5 ώρες και κόστος 36 ευρώ). Στη Φολέγανδρο μπορείτε να πάτε και μέσω άλλων νησιών, όπως είναι η Ιος (Πειραιάς – Ιος: 35 ευρώ με την Blue Star, 46 ευρώ με το highspeed της Hellenic Seaways / Ιος – Φολέγανδρος: 6 ευρώ με τη NEΛ). Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με το λιμεναρχείο Φολεγάνδρου, Τ/22860-41.530.

Διαμονή

Η Φολέγανδρος έχει πολλά -και καλά- καταλύματα, μόνο που… τα περισσότερα ξεκινούν τη λειτουργία τους τον Μάιο ή αποφασίζουν τελευταία στιγμή αν θα είναι ανοιχτά το Πάσχα, ανάλογα με τη ζήτηση. Επειτα από αρκετά τηλεφωνήματα και διαδικτυακή έρευνα βρήκαμε τα παρακάτω, τα οποία θα λειτουργήσουν σίγουρα την πασχαλινή περίοδο:

Το ξενοδοχείο Kallisti (Τ/22860-41.555, www.kallisti.net.gr) βρίσκεται στη Χώρα, λίγες εκατοντάδες μέτρα από την κεντρική πλατεία, και έχει θέα, μεταξύ άλλων, στην εκκλησία της Παναγίας. Τα δωμάτιά του έχουν ξύλινη οροφή και χτιστά κρεβάτια από ντόπια παραδοσιακή πέτρα, ενώ στα υπέρ συγκαταλέγεται το ότι υπάρχει πολιτική για κατοικίδια (κατόπιν συνεννοήσεως με τη διεύθυνση). Το διπλό δωμάτιο κοστίζει 60 ευρώ χωρίς πρωινό.

Αν έχετε κοιτάξει, έστω και λίγο, για ξενοδοχεία στη Φολέγανδρο, σίγουρα κάπου έχει πάρει το αυτί σας το Themonies (Τ/22860-41.517, themonies.gr), ένα οικοσυγκρότημα του 19ου αιώνα, λίγο έξω από τη Χώρα, που ανακαινίστηκε και σήμερα αποτελεί ένα πολυτελές complex πέντε ανεξάρτητων κατοικιών, οι οποίες συνδυάζουν τη φολεγανδρίτικη αγροικία με τα σύγχρονα ξενοδοχειακά standards. Η δίχωρη κατοικία κοστίζει 175 ευρώ με καλάθι πρωινού, ενώ για την περίοδο του Πάσχα υπάρχει πακέτο τεσσάρων διανυκτερεύσεων στα 690 ευρώ, στο οποίο περιλαμβάνεται το δείπνο της Ανάστασης.

Το Antheia Hotel (Τ/22860-41.490, antheia-folegandros.com/index.html) βρίσκεται δυο βήματα από το κέντρο της Χώρας, είναι ευχάριστο, τακτοποιημένο, με λευκά σεντόνια (και πετσέτες που κάποιο χέρι τούς έχει δώσει σχήμα φιόγκου και τις έχει αφήσει έτσι πάνω στο κρεβάτι για… καλωσόρισμα). Το δίκλινο κοστίζει 40 – 50 ευρώ και δεν περιλαμβάνει πρωινό – αν όμως ζητήσετε ένα καφεδάκι, μάλλον δεν θα σας το αρνηθούν.

Στο λιμάνι του Καραβοστάση, σε απόσταση 3,5 χλμ. από τη Χώρα, θα βρείτε το Vardia Bay Studios (T/22860-41.277, www.vardiabay.com), ένα συμπαθέστατο κατάλυμα με απλή, διακριτική διακόσμηση, που φέτος το Πάσχα έχει μια ενδιαφέρουσα προσφορά: τρεις νύχτες (19 – 21 Απριλίου) σε superior διπλό δωμάτιο, συμπεριλαμβανομένων πρωινού και αυτοκινήτου, με κόστος κράτησης 190 ευρώ.

Για κρατήσεις που αφορούν τη διαμονή σας επισκεφθείτε τo:

www.booking.com

Φαγητό

Μικρή και άγονη η Φολέγανδρος, και όμως διαθέτει μια πλουσιότατη παλέτα γεύσεων: τυρί σουρωτό (λευκό και μαλακό) ή μελίχλωρο (που ξεπλένεται στη θάλασσα), ρεβιθάδα στο πήλινο, κουνέλι στιφάδο, λεμονάτο και κοκκινιστό κατσικάκι, κουλουρίδι, ματσάτα -δηλαδή ντόπια ζυμαρικά- με κόκορα, καραβόλους (σαλιγκάρια γιαχνί), καλασούνα (πίτα με κρεμμύδια και τυρί), κάππαρη μαγειρευτή, ντόπιο μέλι, παστέλι, καρπουζένια (πίτα με μέλι και σουσάμι), μελόπιτα, γαλατόπιτα… όλη η Μεσόγειος στο πιάτο σας. Tο νησί έχει αρκετά εστιατόρια και ταβέρνες. Οπως συμβαίνει και με τα καταλύματα, δεν λειτουργούν όλα την πασχαλινή περίοδο, παρ’ όλα αυτά δεν θα σας λείψουν οι επιλογές, όπως:     

Το Ζέφυρος Ανεμος (Χώρα, Τ/22860-41.556) έχει μεγαλοβδομαδιάτικο (ψητά καλαμαράκια, γαρίδες, αστακό, χταποδοσαλάτα με φακές, φάβα, λαχανικά εποχής από τον κήπο), αλλά και αναστάσιμο μενού (μαγειρίτσα φρικασέ, αρνί ή κατσίκι στο φούρνο με πατάτες, σαλάτα εποχής και συνοδευτικά πιάτα, συμπεριλαμβανομένων ποτών -πλην εμφιαλωμένου κρασιού- 22 ευρώ/άτομο, κράτηση απαραίτητη), ενώ την Κυριακή το πρόγραμμα έχει αρνί στη σούβλα και κρεατικά. Το μαγαζί έχει και ψάρι, οπότε, κατόπιν παραγγελίας, μπορείτε να απολαύσετε ψαρόσουπα ή φρέσκα ψάρια.

To Σικ (Χώρα, Τ/22860-41.515, 6974-676.441), με τη μεσογειακή και vegetarian κουζίνα, ανοίγει στα μέσα της Μεγάλης Εβδομάδας, δουλεύει τα βράδια, τη Μεγάλη Παρασκευή σερβίρει νηστήσιμα πιάτα (π.χ. ρεβιθοσαλάτα, μακαρονοσαλάτα, φάβα) και το βράδυ της Ανάστασης ντόπιο αρνάκι στο φούρνο με πατάτες, μαγειρίτσα και σαλάτες (περίπου 20 ευρώ το άτομο). Mόνο την Κυριακή του Πάσχα μην το υπολογίζετε, κατά πάσα πιθανότητα θα το βρείτε κλειστό, αφού το σπίτι του ιδιοκτήτη βρίσκεται στο Κάστρο και περιμένει μέχρι αργά το απόγευμα να έρθει η εικόνα να το ευλογήσει.

Στο Καφεπαντοπωλείο της κ. Ειρήνης στην Ανω Μεριά (Τ/22860-41.436) θα βρείτε ματσάτα με κρέας, τυριά (μανούρα, μυζήθρα, μελίχλωρο) και… μεζεδοειδή, είτε κλασικά είτε εμπνεύσεις της μαγείρισσας (τυροπιτάκια, πατάτες, κεφτεδάκια, καλασούνα, κάππαρη μαγειρευτή, κρεμμυδάκια γεμιστά με κιμά, ρολό στο φούρνο με συκωτάκια και μαϊντανό, μερίδα κιμά με κοτόπουλο φούρνου και μπόλια περιτύλιγμα). Από γλυκάκι ζητήστε μελόπιτα. Το βράδυ της Ανάστασης το μαγαζί είναι κλειστό, την Κυριακή του Πάσχα όμως ανοίγει κανονικά.

Οι τιμές, γενικώς, είναι καλές, δηλαδή το γεύμα του ενός με ένα καρτούτσο κρασί ή μία μπίρα κοστίζει γύρω στα 10 – 14 ευρώ.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή