Πώς η αναζήτηση νταντάς έγινε βραχνάς

Πώς η αναζήτηση νταντάς έγινε βραχνάς

Γονείς και ειδικοί ψυχικής υγείας μιλούν για τις προκλήσεις στην αναζήτηση και εύρεση του κατάλληλου ατόμου φροντίδας των παιδιών

7' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Αλεξάνδρα αυτόν τον καιρό νιώθει αγωνία, τύψεις, ενοχές και ανυπόφορο στρες. Αν την ρωτήσετε, θα σας πει πως βρίσκεται σε μία από «τις πιο ακραία αγχωτικές φάσεις» της ζωής της. 

Ο μεγάλος της γιος πριν από λίγες μέρες ξεκίνησε το δημοτικό, ενώ έχει και μια κορούλα ενάμισι έτους. Η ίδια και ο σύζυγός της έχουν απαιτητικές δουλειές, που τους υποχρεώνουν να βρίσκονται πολλές ώρες μακριά από το σπίτι, ενώ δεν έχουν την πολυτέλεια της στήριξης από γιαγιάδες, παππούδες και λοιπούς συγγενείς στη φύλαξη των παιδιών τους. Ολα αυτά, οδηγούν αναπόφευκτα στη μία και μοναδική λύση: νταντά. 

Και εδώ αρχίζουν τα προβλήματα. Ο γυναίκες –και σπανιότερα οι άντρες– που φυλάνε παιδιά είναι μάλλον ένα από τα πιο περιζήτητα επαγγέλματα αυτή τη στιγμή, στο οποίο καταφεύγουν όλο και περισσότεροι νέοι γονείς προκειμένου να ανταποκριθούν στα επαγγελματικά τους ή που ακόμα χρησιμοποιούν και ως σύντομη λύση ώστε να καταφέρουν ένα βράδυ να κάνουν κάτι για τους ίδιους. 

Οσο μεγαλώνει η ζήτηση, μεγαλώνει και η προσφορά. Από εφαρμογές τύπου «Tinder για νταντάδες» μέχρι από στόμα-σε-στόμα αναζήτηση για το κατάλληλο άτομο και από γυναίκες με εξειδίκευση μέχρι φοιτήτριες που προσπαθούν να συμπληρώσουν με αυτόν τον τρόπο ένα εισόδημα, μια νταντά περιμένει σε κάθε γωνία: «Τολμώ να πω πως πλέον εμείς περνάμε από συνέντευξη και όχι εκείνες. Γρήγορα στρέφεσαι στη λύση “να ρωτήσω φίλους και γνωστούς, να βρω μια ανειδικευτη κυρία που να είναι τουλάχιστον εμπιστοσύνης κι ας μην έχει την κατάρτιση”», λέει και η Αλεξάνδρα. 

Και τότε ξεκινούν άλλα προβλήματα: «Πώς εμπιστεύεσαι τα παιδιά σου σε μια κυρία που δεν έχει στοιχειώδεις γνώσεις σχετικά με την ανηλικότητα; Που μπορεί να μην έχει καν λάβει μαθήματα πρώτων βοηθειών ώστε να αντιμετωπίσει μια έκτακτη συνθήκη; “Αν έχει δικά της παιδιά θα ξέρει”, θα σου πουν κάποιοι. Αλλά το πιθανότερο είναι ότι δεν θα ξέρει. Σε ένα μάθημα πρώτων βοηθειών που παρακολούθησα όταν έγινα μητέρα, όλοι οι συμμετέχοντες συνειδητοποιήσαμε πως όποιες “πρώτες βοήθειες” είχαμε ποτέ λάβει από τις δικές μας μανάδες και γιαγιάδες ήταν λανθασμένες έως επικίνδυνες», συνεχίζει η μητέρα, υπογραμμίζοντας ότι η φροντίδα ενός παιδιού χρειάζεται πολύ πιο συνειδητοποιημένη αντιμετώπιση από ό,τι συχνά νομίζουμε. 

Ζητείται νταντά (και ψυχικό σθένος)

Πώς η αναζήτηση νταντάς έγινε βραχνάς-1
Το να μπαίνει μια νταντά στη ζωή μιας οικογένειας είναι συχνά μια επίπονη διαδικασία για γονείς και παιδιά. Εικονογράφηση: Lukia Kattis

Πέρα από το πρακτικό κομμάτι, να βρεθεί δηλαδή το κατάλληλο άτομο που στην περίπτωση της Αλεξάνδρας σημαίνει να μπορεί να βρίσκεται εκεί 6-8 ώρες τη μέρα και να ζητά έναν μισθό στον οποίο μπορούν να ανταποκριθούν με τον σύζυγό της, οι εκάστοτε γονείς καλούνται να μεταβολίσουν ψυχολογικά το γεγονός πως αφήνουν τα παιδιά τους, καλώς ή κακώς, σε κάποιο άγνωστο άτομο. «Οι γονείς δοκιμάζουν σε μικρό ή μεγάλο βαθμό διάφορα συναισθήματα. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει όταν επιλέγεις να εκχωρήσεις ένα μέρος της ευθύνης σου για το παιδί σε κάποιον τρίτο, να “μοιραστείς” την αγάπη του μαζί του, ακόμα και συνειδητά ή λιγότερο συνειδητά, να τον ανταγωνιστείς; Οταν όμως αυτό γίνει με επίγνωση των συναισθημάτων αυτών και μία καλή επιλογή της νταντάς, τα πράγματα πάνε πολύ καλά», σχολιάζει από την πλευρά του ο ψυχαναλυτής Μιχάλης Α. Πέτρου.

Σύμφωνα με τον ειδικό, απαιτείται βέβαια και η κατάλληλη προετοιμασία στην αλλαγή, πρώτα από τη μαμά και τον μπαμπά και στη συνέχεια από τα παιδιά. «Αν οι γονείς το συζητήσουν μεταξύ τους πρώτα, ακούσουν ο ένας τους προβληματισμούς του άλλου και από κοινού επιλέξουν την καταλληλότερη κατά τη γνώμη τους νταντά, τη συστήσουν στο παιδί τους, εξηγώντας του την επιλογή τους και αυξάνοντας προοδευτικά τον χρόνο που αυτή θα το φροντίζει, τότε και το παιδί σύντομα θα συνηθίσει το νέο αυτό δεδομένο στη ζωή του», εξηγεί ο κ. Πέτρου. Χρειάζεται επομένως προετοιμασία, προοδευτικότητα και έπειτα ανατροφοδότηση από την νταντά προς τους γονείς και «υπό αυτές τις προϋποθέσεις, το παιδί θα επενδύσει ψυχικά στο νέο πρόσωπο στη ζωή του κι όλα θα πάνε πολύ καλά». 

Η Αλεξάνδρα δεν κρύβει πως όλο αυτό είναι μια επίπονη διαδικασία που δεν κυλά πάντα ομαλά. Η γυναίκα που είχαν με τον σύζυγό της για φύλαξη εδώ και χρόνια, πρόσφατα σταμάτησε. Το μωρό τους είχε αρχίσει ήδη να δένεται μαζί της, ενώ τον μεγάλο τους γιο περίμενε μια νέα και μεγάλη εμπειρία, αυτή της αλλαγής σχολικής βαθμίδας. Το timing δεν ήταν και το πλέον κατάλληλο για να μπει ένα νέο άτομο στη ζωή τους, που έπρεπε να τα μάθει και να το μάθουν από την αρχή. 

«Δέκα ημέρες πριν ξεκινήσει η νέα νταντά, ο γιος μου εμφάνισε παλινδρομική συμπεριφορά ως προς τη χρήση της τουαλέτας. Για να το πω απλά, έκανε κακά πάνω του, ένα παιδί ηλικίας δημοτικού. Αυτό συνέβη πολλές φορές, μέχρι που είχε ένα μεγάλο ξέσπασμα πάνω στο οποίο μου είπε πως φοβάται μήπως αυτή η κυρία είναι κακός άνθρωπος και τι μπορεί να του κάνει», αφηγείται η Αλεξάνδρα. Η ίδια προσπάθησε να διατηρήσει την ψυχραιμία της και να καθησυχάσει το παιδί, εξηγώντας πως η μαμά και ο μπαμπάς έχουν τσεκάρει τη νέα αυτή κυρία και πως, αν ωστόσο υπάρχει οτιδήποτε που δεν του αρέσει, θα πρέπει να τους το πει. 

«Ολα αυτά τα είχε ακούσε ξανά βέβαια. Τα επανέλαβα. Τελικά το μόνο που τον καθησύχασε κάπως ήταν η προοπτική να είμαι κι εγώ στο σπίτι τις πρώτες μέρες. Ο ίδιος ηρέμησε αμέσως, το μωρό όχι. Τις πρώτες μέρες με την καινούργια κυρία ξυπνούσε μες στη νύχτα πολύ συχνά – κάτι που δεν συνηθίζει. Μετά από μία εβδομάδα ηρέμησε και το μωρό, εγώ όχι», παραδέχεται η μητέρα. Εβαλε κιόλας κάμερες στο σπίτι, που με τη σειρά τους, της δημιούργησαν μεγαλύτερο άγχος, «γιατί όταν προλαβαίνω να κρυφοκοιτάξω, βλέπω και πράγματα που δεν μου αρέσουν. Κυρίως, βλέπω τα παιδιά μου με μία ξένη. Που δεν διαθέτει ούτε την επάρκεια ενός καταρτισμένου επαγγελματία ούτε το στοργικό βλέμμα μιας γιαγιάς». 

Μέσα σε όλο αυτό το «κοκτέιλ» συναισθημάτων, η Αλεξάνδρα νιώθει και θυμό: «Με θυμώνει που η πολιτεία είναι κραυγαλέα απούσα σε όλο αυτό. Ακούμε εδώ και χρόνια για τις νταντάδες της γειτονιάς. Μήπως ξέρετε εσείς τι απογίνανε; Ακούμε για το περίφημο υπουργείο Οικογένειας, για μέτρα στήριξης της γονεϊκότητας. Για επιχειρηματίες που θα δημιουργήσουν χώρους φύλαξης μέσα στους χώρους εργασίας. Η αλήθεια είναι πως οι γονείς δεν είμαστε καλά. Αισθανόμαστε παντελώς μόνοι και αβοήθητοι σε όλο αυτο. “It takes a village”, λένε, μόνο που το “χωριό” δεν υπάρχει πια. Και φοβάμαι πως σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχουν και παιδιά να μεγαλώνουμε σε αυτή τη χώρα», λέει με πικρία. 

Νταντά, αντίο 

Πώς η αναζήτηση νταντάς έγινε βραχνάς-2
Δύσκολη η ψυχολογική επένδυση, αλλά δύσκολος και ο αποχαιρετισμός. Εικονογράφηση: Lukia Kattis

Για όσο πάντως η Αλεξάνδρα και τόσοι άλλοι γονείς εκεί έξω προσπαθούν με τις υπάρχουσες δυνάμεις να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, αναπόφευκτα σχεδόν νταντάδες θα μπαίνουν και θα βγαίνουν από σπίτια. Και όσο μεγάλη αλλαγή είναι η επένδυση ενός παιδιού σε ένα νέο πρόσωπο φροντίδας, άλλο τόσο μεγάλη είναι και ο αποχωρισμός του από αυτό. 

Οπως εξηγεί ο Μιχάλης Α. Πέτρου, ένα παιδί είναι από τη φύση του ανοιχτό στο να συσχετιστεί με νέα άτομα όλο και περισσότερο όσο μεγαλώνει και στόχος σταδιακά είναι η ανεξαρτητοποίησή του. Με ορισμένα από αυτά τα άτομα συνδέεται με πολύ δυνατούς δεσμούς και, για να γυρίσουμε στις νταντάδες, δεν είναι εξάλλου λίγοι οι ενήλικες που θυμούνται χρόνια μετά με συγκίνηση και αγάπη την νταντά τους. 

«Ο γονιός, γενικά ο ενήλικας που φροντίζει το παιδί, είναι το ψυχικό του χωνευτήρι», λέει ο ψυχαναλυτής. «Αφουγκράζεται και προσλαμβάνει τα συναισθήματα του παιδιού, τα μεταβολίζει μέσα του και τα αποδίδει επεξεργασμένα στο παιδί του. Οπως θα ακούσουμε τη διαμαρτυρία του στην είσοδο της νταντάς στη ζωή του, έτσι θα ακούσουμε και στην έξοδό της και θα συνοδεύσουμε ψυχικά το παιδί σε αυτές τις αλλαγές» καταλήγει. 

Οι γονείς, λοιπόν, μέσα από πολλά εμπόδια και δυσκολίες δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ακούν με προσοχή τα συναισθήματα τα δικά τους και των παιδιών τους (και) κατά την αναζήτηση νταντάς. Να είναι όμως πάντα προετοιμασμένοι για τα απρόβλεπτα, όπως αποδεικνύει και η ιστορία της Αλεξάνδρας: «Οταν ο μεγάλος μας γιος ήταν 1-2 ετών, η δουλειά μου ήταν τόσο απαιτητική και απρόβλεπτη που είχα δύο νταντάδες. Μία βασική έως τις 6 το απόγευμα, η οποία ήταν εξαιρετική, και μία πιτσιρίκα γύρω στα 20 στη συνέχεια. Την είχα βρει μέσω γνωστού και ήταν ομολογουμένως ένα καλό παιδί. Κάθε απόγευμα λοιπόν πήγαινε τον μικρό με το καρότσι σε κάποιες συγκεκριμένες κούνιες, που ήταν πολύ κοντά στο σπίτι, και μας ενημέρωνε, υποτίθεται, ώστε να ξέρουμε πού βρίσκεται ανά πάσα στιγμή με το παιδί, για λόγους ασφαλείας. Ενα απόγευμα σχόλασα πιο νωρίς. Επιστρέφοντας την είδα να βγαίνει από ένα κατάστημα αρκετά μακριά από το σπίτι μας, με το μωρό στο καρότσι να κλαίει με μαύρο δάκρυ. Βλέπετε, δεν χρειάζεται καν να είσαι κακός άνθρωπος για να θέσεις σε κίνδυνο ένα παιδί». 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT