Ιδια κιλά χάνουμε είτε κόψουμε λίπη είτε υδατάνθρακες

Ιδια κιλά χάνουμε είτε κόψουμε λίπη είτε υδατάνθρακες

2' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ποια είναι η έκβαση του «αγώνα» ανάμεσα στη δίαιτα με χαμηλά λιπαρά και σε εκείνη με χαμηλούς υδατάνθρακες; Ισοπαλία είναι η ετυμηγορία μιας νέας αμερικανικής επιστημονικής έρευνας, με τη συμμετοχή ενός διακεκριμένου Ελληνα επιστήμονα της διασποράς, του καθηγητή ιατρικής Γιάννη Ιωαννίδη του Πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνιας. Είτε κανείς μειώσει τα λίπη είτε τους υδατάνθρακες, κόβει περίπου τα ίδια κιλά, σύμφωνα με τη μελέτη. Επιπλέον, η έρευνα εξέτασε κατά πόσον τα συγκεκριμένα γονίδια ενός ανθρώπου ή τα επίπεδα της ινσουλίνης του μπορούν να προδιαγράψουν το θετικό αποτέλεσμα της μιας ή της άλλης δίαιτας. Και στα δύο η απάντηση είναι αρνητική.

Στο παρελθόν έχουν εντοπιστεί ορισμένα γονίδια που επηρεάζουν τον μεταβολισμό των λιπιδίων και των υδατανθράκων, άρα πιστεύεται ότι μπορεί να επηρεάζουν και την επιτυχία μιας δίαιτας. Ομως, σύμφωνα με τη νέα μελέτη, οι νέες εξατομικευμένες –και δαπανηρές– «δίαιτες DNA», που υποτίθεται ότι είναι προσαρμοσμένες στο γενετικό υπόβαθρο κάθε ανθρώπου, δεν φαίνεται να διασφαλίζουν καλύτερο αποτέλεσμα. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ιατρικής Κρίστοφερ Γκάρτνερ του Στάνφορντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό JAMA, πραγματοποίησαν κλινική δοκιμή με 609 υπέρβαρους άνδρες και γυναίκες ηλικίας 18 έως 50 ετών, που χωρίστηκαν τυχαία σε δύο ομάδες ανάλογα με τη διατροφή τους (χαμηλά λιπαρά ή χαμηλούς υδατάνθρακες).

Η μία ομάδα κλήθηκε να καταναλώνει κατά μέσον όρο 57 γραμμάρια λίπους τη μέρα έναντι 87 πριν από τη δίαιτα, ενώ η άλλη ομάδα 132 γραμμάρια υδατανθράκων καθημερινά έναντι 247 πριν. Και οι δύο ομάδες μείωσαν την καθημερινή κατανάλωση θερμίδων κατά περίπου 500 θερμίδες. Κάθε ομάδα διατήρησε το ίδιο διατροφικό καθεστώς επί ένα έτος, ενώ προηγουμένως αναλύθηκε το γονιδίωμα όλων των συμμετεχόντων και υποβλήθηκαν σε τεστ αντοχής στην ινσουλίνη. Επειτα από έναν χρόνο, οι συμμετέχοντες και στις δύο ομάδες είχαν χάσει κατά μέσον όρο περίπου τα ίδια κιλά: 5,2 κιλά στη δίαιτα με χαμηλά λιπαρά και 5,9 κιλά στη δίαιτα με τους χαμηλούς υδατάνθρακες. Ενώ όμως η διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες ήταν μικρή (μόνο 0,7 κιλά, που μπορεί να οφείλονται και στην τύχη), αντίθετα υπήρχαν μεγάλες αποκλίσεις στο εσωτερικό και των δύο ομάδων, με ακραίες περιπτώσεις κάποιον άνθρωπο που είχε χάσει 27 κιλά και έναν που αντίθετα είχε αυξήσει το βάρος του κατά εννιά κιλά.

Η περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι ούτε με βάση το διαφορετικό γενετικό «προφίλ» ούτε με βάση τη διαφορετική ινσουλινοαντίσταση είναι δυνατό να προβλεφθεί αν μια δίαιτα θα έχει επιτυχία. Οι ερευνητές θα συνεχίσουν πάντως να αναζητούν άλλους εξατομικευμένους παράγοντες που μπορούν να προβλέψουν την επιτυχία ή μη μιας δίαιτας, όπως το μικροβίωμα του εντέρου ή ψυχολογικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας. Οι ερευνητές τόνισαν ότι το βασικό συμπέρασμα από τη νέα έρευνα είναι ότι για να χάσει κανείς βάρος είτε με τη δίαιτα των χαμηλών λιπαρών είτε των χαμηλών υδατανθράκων το βασικό είναι να τρώει λιγότερη ζάχαρη, λιγότερα επεξεργασμένα δημητριακά (όχι ολικής αλέσεως) και όσο γίνεται περισσότερα λαχανικά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή