Η βρετανική κυβέρνηση δαπάνησε πολλά δισεκατομμύρια στερλίνες για να σωρεύσει ποσότητες δύο αντιιικών σκευασμάτων, τα οποία, ωστόσο, δεν φαίνεται να βοηθούν στον περιορισμό των λοιμώξεων, ούτε να επιταχύνουν την ανάρρωση των ασθενών. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε ομάδα ερευνητών που ανέλυσε τα πλήρη στοιχεία από τις κλινικές μελέτες των σκευασμάτων.
Ειδικότερα, η βρετανική κυβέρνηση δαπάνησε 424 εκατομμύρια στερλίνες για να αγοράσει Tamiflu και 135 εκατομμύρια για να αγοράσει το αντιιικό σκεύασμα Relenza προκειμένου να είναι πανέτοιμη να αντιμετωπίσει κάποια πανδημία. Κατά τη διάρκεια της επιδημίας γρίπης των χοίρων το 2009 η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας είχε απευθύνει σύσταση προς όλα τα κράτη να σωρεύσουν ποσότητες των δύο φαρμάκων.
Ωστόσο, η Cochrane Collaboration, ομάδα ανεξάρτητων επιστημόνων που ελέγχουν την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πολύ που μπορεί να κάνει το Tamiflu είναι να συντομεύσει τον κύκλο της γρίπης κατά περίπου μισή ημέρα (από τις επτά στις 6,3). Επίσης διαπιστώθηκε ότι οι παρενέργειες που προκαλεί είναι σημαντικές, ιδιαίτερα στους ανθρώπους που λαμβάνουν Tamiflu προληπτικά.
«Με κανένα τρόπο δεν μπορούμε να πιστέψουμε ότι τα φάρμακα αυτά ήταν δυνατόν να αποτρέψουν την εκδήλωση πανδημίας γρίπης» αναφέρει ο Καρλ Χένεγκαν, καθηγητής Ιατρικής του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Μάλιστα η ομάδα πρόκειται να καλέσει την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας να επαναξιολογήσει τη σύστασή της προς τα κράτη-μέλη.
Η επιστημονική έρευνα έδειξε ότι αν και το Tamiflu μπορεί να επιταχύνει λίγο την ίαση από τη γρίπη στους ενήλικες, δεν συμβαίνει το ίδιο με τα παιδιά. Επίσης το φάρμακο δεν βοηθούσε καθόλου τα παιδιά που έπασχαν από άσθμα, μία ομάδα για την οποία το Tamiflu μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω αναπνευστικά προβλήματα. Ούτε και βρέθηκαν στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι τα σκευάσματα περιόρισαν τις εισαγωγές στο νοσοκομείο, την πνευμονία, τη βρογχίτιδα, την ιγμορίτιδα ή τις ωτίτιδες σε ενήλικες και παιδιά, ενώ διαπιστώθηκε ότι τα στοιχεία των κλινικών δοκιμών δεν ήταν αξιόπιστα. Τα κρούσματα πνευμονίας, παραδείγματος χάρη, κάποιες φορές καταγράφηκαν μόνο μετά τη δήλωση του ασθενούς ότι είχε πάθει πνευμονία και όχι ύστερα από εξετάσεις. Επίσης η ομάδα διαπίστωσε ότι το Tamiflu είχε σοβαρές παρενέργειες και προκαλούσε ναυτία και εμετό. Οταν χορηγούνταν προληπτικά, προκαλούσε πονοκέφαλο, προβλήματα στους νεφρούς και ψυχιατρικές καταστάσεις. Δεν καταγράφηκε αυξημένος κίνδυνος παρενεργειών από το εισπνεόμενο Relenza.
Τέλος, κάποιοι επιστήμονες επισημαίνουν ότι παρά την απουσία αποδείξεων, είναι πιθανό τα φάρμακα να απέτρεψαν την εισαγωγή σε νοσοκομεία και να μετρίασαν την ένταση των επιπλοκών της νόσου.