Υπάρχει ένα σοβαρό ελάττωμα στη δημόσια συζήτηση. Προτιμούμε να μην
αναφερόμαστε σε θέματα που ενοχλούν. Το εμπεδώσαμε στη χούντα, όταν
έπρεπε να χαμηλώνεις τη φωνή πριν αναφερθείς σε «ανατρεπτικά»
ζητήματα. Στη μεταπολίτευση, τη διάκριση μεταξύ όσων μπορούμε να
συζητούμε «ανοικτά» και εκείνων που πρέπει να αποφεύγονται, τη
δίδαξαν οι πολιτικές νεολαίες της «Αριστεράς». Στην ΚΝΕ δεν θα
έλεγες κακή κουβέντα για τη Σοβιετική Ενωση και στη Νεολαία ΠΑΣΟΚ
έπρεπε εμπράκτως να λατρεύεις τον πρόεδρο Αντρέα. Σε αντίθετη
περίπτωση ερχόταν η διαγραφή. Το καθεστώς της ελεγχόμενης
ελευθερίας λόγου έγινε κύριο χαρακτηριστικό στη λειτουργία των
κομμάτων, με τον αρχηγό και την (εκάστοτε) κλίκα του να διαγράφουν
και να δυσφημούν χωρίς να ελέγχονται ούτε από εσωτερικές
καταστατικές διαδικασίες, ούτε από κάποιο νόμο για τη λειτουργία
των κομμάτων.
Η παράδοση μεταφέρθηκε στα λεγόμενα social media. Οπου, αντί να
καλλιεργείται η συζήτηση, ζητούνται απαγορεύσεις. Το social
bullying, δηλαδή ο εκφοβισμός, συνοδεύεται από προσβλητικούς
χαρακτηρισμούς και απειλές χειροδικίας. Μεταφέρεται μάλιστα σε
αποδεκτή συνδικαλιστική, κομματική και πάντως κοινωνική
συμπεριφορά. Με αποτέλεσμα κανείς τελικά να μη γνωρίζει τι
-πραγματικά- έχει ειπωθεί, πότε, από ποιον με ποια αφορμή, σε ποιο
περιβάλλον. Μετά απ αυτή τη μακρά εισαγωγή, να διευκρινίσω σε
όσους προτιμούν να κρύβονται, τι πράγματι πιστεύω για τον ρόλο που
μπορεί να διαδραματίσει ο ευρύτερος χώρος τον οποίο τώρα
καπηλεύονται οι νεοναζί χρυσαυγίτες.
Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επιμένουν για μια «λαϊκή διακυβέρνηση», που
θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα εκτός του σημερινού πλέγματος
συμμαχιών, κανόνων συναλλαγής και σειράς άλλων κανόνων που
συγκροτούν την κοινωνία μας. Για να το επιτύχουν, ζητούν τη
συμμετοχή των κομμουνιστών του ΚΚΕ, οι οποίοι, μέχρι στιγμής, το
απορρίπτουν με βδελυγμία.
Ας κάνουμε όμως τον ακόλουθο συλλογισμό: αν η συμμαχία αυτή
πράγματι συμβεί, μπορεί η χώρα να αλλάξει πλεύση, με ιστορικούς
όρους, αυτή τη φορά!
Ομως, μια αριστερή αλλαγή καθεστώτος, μέσω μιας σοσιαλιστικής
Ελλάδας, θα προκαλέσει σοβαρότατη αντίδραση.
Ο σημερινός χώρος των εθνικιστών και άλλων πολιτών που
αναδεικνύουν, δημοσκοπικώς, τη Χ.Α. σε ρυθμιστικό παράγοντα, εύκολα
θα συμπαραταχθεί σε μια Συντηρητική Συμμαχία, εγκαταλείποντας
ορισμένες ακραία αποτρόπαιες συμπεριφορές.
Ας το ξανασκεφτούν όσοι, στην ευρύτερη Αριστερά, συνεχίζουν να
παίζουν με τη φωτιά, υποσχόμενοι στον λαό παροχές και ανατροπές που
δεν θα μπορούσαν ποτέ να πραγματοποιήσουν. Σε τελευταία ανάλυση, ο
εθνικισμός δεν είναι ντροπή!