Η Ελλάδα καθυστερεί τις αλλαγές

Η Ελλάδα καθυστερεί τις αλλαγές

4' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Τόμας Τζέφερσον, 3ος πρόεδρος των ΗΠΑ, δίνοντας γραπτά συμβουλές στην κόρη του, προτάσσει ως βασικό κανόνα ζωής: «Ποτέ μην ξοδεύεις χρήματα που δεν έχεις αποκτήσει». Στην περίπτωση της Ελλάδας αυτός ο κανόνας ποτέ δεν εφαρμόστηκε τις τελευταίες δεκαετίες, οδηγώντας με αυτό τον τρόπο στη συσσώρευση του δημόσιου χρέους και στην επακόλουθη κρίση. Φυσικά, πολλές συζητήσεις που αφορούν στο θέμα έχουν γίνει a posteriori. Παρ’ όλα αυτά, αρκετά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα, αλλά το πιο σημαντικό είναι το εξής: Τι πρέπει να αλλάξουμε από εδώ και πέρα; Και πώς;

Ενα χρήσιμο οικονομικό μέγεθος που δίνει αρκετές απαντήσεις, είναι αυτό του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Αυτό το μέγεθος ισούται με όλες τις συναλλακτικές ροές της Ελλάδας με τον υπόλοιπο κόσμο, δηλαδή το εμπορικό ισοζύγιο, το ισοζύγιο υπηρεσιών, το ισοζύγιο εισοδημάτων και το ισοζύγιο μεταβιβάσεων (μεταβιβάσεις κεφαλαίων και εμβάσματα). Η σημασία αυτού του μεγέθους έγκειται στο γεγονός πως, εάν μια χώρα έχει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, πρέπει είτε να πουλήσει περιουσιακά στοιχεία είτε να χρηματοδοτήσει αυτή τη διαφορά μέσω δανεισμού.

Το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας κατά την είσοδό της στην Ευρωζώνη ήταν ήδη μεγάλο. Η υιοθέτηση του κοινού νομίσματος και οι επακόλουθες κεφαλαιακές εισροές οδήγησαν στην έκρηξη της εγχώριας ζήτησης, αυξάνοντας τις εισαγωγές και τους εσωστρεφείς τομείς της οικονομίας (δημόσια διοίκηση, κατασκευές και λιανικό εμπόριο).

Μία πιο προσεκτική ματιά, όμως, αποκαλύπτει περαιτέρω αδυναμίες. Η Ελλάδα εισάγει προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως μηχανολογικό και ηλεκτρολογικό εξοπλισμό, οχήματα, πλαστικές και χημικές ύλες, ενώ εξάγει μη διαφοροποιημένα, χαμηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντα όπως κλωστοϋφαντουργικές ύλες, αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Ο λόγος προφανής: οι επιδοτήσεις, ο φθηνός δανεισμός, αλλά κυρίως η χαμηλή κερδοφορία των εξαγωγών εν συγκρίσει με τις πωλήσεις στην ελληνική αγορά, οδήγησαν σε εξαγωγές προϊόντων χαμηλής αξίας. Ισχυρή ένδειξη αυτών η γεωγραφική κατανομή των εισαγωγών και των εξαγωγών: Κύριες χώρες από τις οποίες εισάγουμε είναι η Γερμανία (2012: 13,6% των εισαγωγών), η Ιταλία (11,9%) και η Γαλλία (6,3%), ενώ κύριοι εξαγωγικοί προορισμοί: οι Βαλκανικές χώρες (19%), η Τουρκία (10,8%) και οι χώρες της Μέσης Ανατολής (14,7%).

Αλλη μία δομική στρέβλωση της οικονομίας: τα εμπορεύσιμα αγαθά (αγαθά που μπορούν να μεταφερθούν και να καταναλωθούν σε μακρινή απόσταση από τη χώρα στην οποία παράγονται) αποτελούν ένα μικρό ποσοστό των παραγόμενων αγαθών (25% για το 2012) σε σύγκριση με την Ευρωζώνη (32%). Παρότι υπάρχει μικρή ανάκαμψη αυτού του ποσοστού από τα χαμηλά του 2009 (22,2%), ο ρυθμός μετατόπισης από «εσωστρεφείς» τομείς της οικονομίας (real estate, δημόσια διοίκηση και λιανικό εμπόριο) σε «εξωστρεφείς» τομείς όπως βιομηχανική παραγωγή, μεταποίηση και αγροκτηνοτροφία είναι ακόμη αρκετά αργός.

Συγκρίνοντας τη σημερινή σύνθεση του ΑΕΠ σε σχέση με αυτήν προ κρίσης, παρατηρούμε σαφή βελτίωση: Οι εισαγωγές έχουν μειωθεί αισθητά, κυρίως λόγω της μείωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης, η δημόσια δαπάνη έχει παραμείνει σταθερή ως ποσοστό του ΑΕΠ (καταδεικνύοντας πως ο ακριβός και αναποτελεσματικός δημόσιος τομέας, κύριος παράγοντας της κρίσης, στην ουσία κατάφερε να προστατεύσει τα κεκτημένα του περνώντας την κρίση σε άλλους τομείς της οικονομίας!), ενώ οι επενδύσεις έχουν ακόμη αρκετή απόσταση να διανύσουν, αφού οι ξένες άμεσες επενδύσεις προσκρούουν στα εμπόδια της γραφειοκρατίας και ενός ασταθούς νομικού πλαισίου.

Οι εξαγωγές δείχνουν να ανακάμπτουν, αλλά σε πολύ αργούς ρυθμούς. Τα αρνητικά σημεία: κύριες αγορές στις οποίες απευθύνονται οι ελληνικές εξαγωγές είναι οι γεωγραφικά κοντινές αγορές και σε δεύτερο βαθμό η Ε.Ε., ενώ τα κυρίως εξαγώγιμα προϊόντα είναι χαμηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντα. Παρ’ όλα αυτά, μερικά θετικά σημάδια είναι εμφανή: οι Ελληνες επιχειρηματίες στρέφονται σε νέες αγορές όπως τα ΗΑΕ (ρυθμός αύξησης 16%), η Κίνα (21%) και η Σιγκαπούρη (36%).

Το δεύτερο Μνημόνιο προβλέπει πως το 2014 η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει, με ισχνούς ρυθμούς ανάπτυξης της τάξεως του 2,8% ανά έτος (14,8% έως το 2018). Σε μία προσπάθεια να αναλύσουμε τις εκτιμήσεις και τα συστατικά στοιχεία αυτής της ανάκαμψης, αλλά και τι είδους οικονομικό μοντέλο θα συμβάλει στην υγιή και μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, καταλήγουμε στα εξής:

– Σχεδόν το 50% της ανάπτυξης (!) θα πρέπει να προέρχεται από εξαγωγές. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, οι επιχειρηματίες πρέπει να στραφούν σε εμπορεύσιμα προϊόντα με πραγματική προστιθέμενη αξία, ικανά να ανταγωνιστούν σε οποιαδήποτε αγορά του κόσμου. Μια χώρα που είναι καθαρός εξαγωγέας μόνο σε αγροτικά προϊόντα δεν έχει τη δυνατότητα να εισάγει αυτοκίνητα, καύσιμα και προϊόντα υψηλής τεχνολογίας!

– Οι επενδύσεις θα πρέπει να συμβάλουν το 31% της ανάπτυξης. Παρ’ όλα αυτά, έχει γίνει ελάχιστη πρόοδος αφού τα γραφειοκρατικά εμπόδια, η υπερβολική φορολογία και η ανησυχία ως προς τη βιωσιμότητα του εξωτερικού χρέους αποτρέπουν τις επενδύσεις. Με την άρση αυτών των εμποδίων, οι επενδύσεις θα πρέπει να στραφούν στον μετασχηματισμό της οικονομίας ώστε να επικεντρωθεί σε εξωστρεφείς τομείς.

– Σταδιακά θα πρέπει να ανακάμψει και η ιδιωτική κατανάλωση (21%), ακολουθούμενη από μικρή αύξηση των εισαγωγών (11%). Βέβαια, δεν θα πρέπει να πέσουμε στην ίδια παγίδα, η ιδιωτική κατανάλωση δεν θα πρέπει να είναι ο κύριος στόχος.

– Στον αντίποδα, η δημόσια δαπάνη που ακόμη βρίσκεται στα προ κρίσης επίπεδα σε σχέση με το ΑΕΠ, θα πρέπει να μειωθεί (-12%) και ταυτόχρονα να γίνει πιο αποτελεσματική, δίνοντας στον φορολογούμενο υπηρεσίες υψηλής ποιότητας, όχι όμως εις βάρος της φορολογικής του δαπάνης.

Είναι εμφανές πως η αλλαγή του οικονομικού μοντέλου γίνεται με πολύ αργούς ρυθμούς. Οι εξαγωγές είναι ήδη πίσω από τα προβλεπόμενα και η έλλειψη χρηματοδότησης δυσκολεύει ακόμα περισσότερο την προσπάθεια αύξησής τους. Οι ιδιωτικές επενδύσεις παρεμποδίζονται από τη γραφειοκρατία, το ασταθές φορολογικό και νομικό πλαίσιο. Ο μόνος δρόμος για την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου: οι δομικές μεταρρυθμίσεις, η υγιής επιχειρηματικότητα και η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας. Σε κάθε άλλη περίπτωση, ένα τέταρτο Μνημόνιο ίσως είναι προ των πυλών.

* Ο κ. Ιάσων Μανωλόπουλος είναι συνιδρυτής της εταιρείας επενδύσεων Dromeus Capital.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή