Τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας

Τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν χρειάστηκε, πήγα στο αστυνομικό τμήμα να βγάλω νέα ταυτότητα. Ονομα, επώνυμο θα παραμείνουν, αλλά η ημερομηνία γέννησης θα αλλάξει κατά ένα χρόνο σκέφτηκα. Ηταν περισσότερο μια διάθεση και λιγότερο μια στοχευμένα προαποφασισμένη κίνηση. Ποιος νοιάζεται; Ποιον ενδιαφέρει; Ενα ευτελές, άχρηστο ψέμα, μια μικρή παραποίηση αδιάφορη για την πλειονότητα, αλλά σημαντική για τον απατεώνα. Είχα την αίσθηση ότι ήμουν πολύ κοντά στο να πετύχω το ζητούμενο μέχρι που την πάτησα, προέβηκα στο αψυχολόγητο (του αψυχολόγητου), ζήτησα χαμογελώντας κάτι ακόμα χωρίς να ζυγίσω σωστά τον συνομιλητή. Να στρογγυλέψουμε και το ύψος; Ηταν η ερώτηση της απληστίας, το λάθος που έφερε τη σωστή απάντηση: «Κυρία μου, πέρασε η εποχή της Βουγιουκλάκη».

Είχα λησμονήσει το περιστατικό μέχρι που διάβασα πριν από κάποιες μέρες για την Τζέσικα Κρουγκ, καθηγήτρια Αφροαμερικανικής Ιστορίας στο Πανεπιστημίο Τζορτζ Ουάσιγκτον και ακτιβίστρια για τα κοινωνικά δικαιώματα, που προσποιούνταν για χρόνια ότι ήταν μαύρη. Το παρατράβηξε η Τζέσικα, σκέφτηκα. Αν όλα λέγονται εξαπάτηση, αυτός είναι σίγουρα ο υπερθετικός της.

Είχε οικειοποιηθεί ανά διαστήματα μαύρες ταυτότητες με ρίζες από τη Βόρεια Αφρική και από την Καραϊβική πριν καταλήξει στο επώνυμο Κρουζ και στο παρατσούκλι Τζες Λα Μπομπέρα που ακούγεται πολύ Αφρο-Λάτιν. Είχε συναρμολογήσει και τα υπόλοιπα κομμάτια δένοντάς τα στην αφήγηση: παιδί δυσλειτουργικής οικογένειας του Μπρονξ, ναρκομανείς γονείς, ένας αδερφός που συχνά είχε μπλεξίματα με την αστυνομία. Στην πραγματικότητα, η Τζέσικα είναι μια λευκή γυναίκα από δύο λευκούς γονείς, έναν μανάβη και μια δασκάλα, μεγαλωμένη σε μια συντηρητική εβραϊκή οικογένεια του Κάνσας.

Αλλά πριν απ’ το «γιατί;», ας δούμε το «πώς;». «Πώς διατείνεσαι ότι είσαι μαύρη αφού δεν είσαι;», θα ήταν μια προφανής ερώτηση που ουδείς έθεσε. Εχουμε φτιάξει έτσι το σύστημα ώστε να απογοητευόμαστε. Εχουμε ειδικευτεί στην αχρωματοψία και στην αποφυγή ερωτήσεων από συστολή έως και φόβο να μη φανούμε αδιάκριτοι ρατσιστές. Προτιμούμε να δεχτούμε έναν λευκό ως μαύρο (ενδεχομένως και το αντίθετο) από το να ρισκάρουμε να μπούμε σε συζήτηση.

Η Τζέσικα Κρουγκ έχτισε μια καριέρα πάνω σε μια παραχαραγμένη ταυτότητα. Χρησιμοποίησε τη διαφορετικότητά της ως εργαλείο ανέλιξης το οποίο λειτούργησε μέχρι να την ξεσκεπάσουν οι συνάδελφοί της. Το πανεπιστήμιο την υποδέχθηκε με προθυμία καθώς ήταν από τις ελάχιστες γυναίκες από μειονότητα που απάρτιζαν το διδακτικό προσωπικό. Ολοι λοιπόν εκμεταλλεύτηκαν τα εύθικτα και ευαίσθητα ζήτημα των διαφυλετικών σχέσεων και της ποικιλομορφίας.

Η Τζέσικα Κρουγκ όμως όχι μόνο έχτισε καριέρα, διαμόρφωσε τη ζωή της προσεγγίζοντας και ενστερνιζόμενη άλλες καταβολές. Δεν σφετερίστηκε τη μαύρη κοινότητα, έγινε ένα μαζί της. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: γιατί θα ήταν ανεπίτρεπτο κάποιος να κάνει δική του μια άλλη φυλή ή μια άλλη εθνικότητα; Αφού μπορείς να αλλάξεις το βιολογικό σου φύλο, τι στέκεται εμπόδιο και σε ακόμη μία επιλογή;

Ανέτρεξα σε μια άλλη ιστορία που συνέβη πριν από λίγα χρόνια, πάλι στην Αμερική, γιατί εκεί μπορούν να συμβούν, στη χώρα των ευκαιριών ανθεί και το σύνδρομο του απατεώνα, καθώς μπορούν να χαθούν και να αφομοιωθούν στις αχανείς εκτάσεις της αφήνοντας πίσω την καχύποπτη, επαρχιακή, οπισθοδρομική Ευρώπη να αναρωτιέται τι σημαίνει ξαναεφευρίσκω τον εαυτό μου.

Πρόκειται για μια νεανική ιστορία φιλοδοξίας και μεγαλομανίας. Θα μπορούσα να προσθέσω τα επίθετα ανελέητη στη φιλοδοξία και αρρωστημένη στη μεγαλομανία. H Αννα Ντέλβι (τώρα 29 ετών) εμφανίστηκε στη κοινωνική ζωή της Νέας Υόρκης λέγοντας ότι είναι μια Γερμανίδα κληρονόμος με εξήντα εκατομμύρια στον λογαριασμό της. Προσποιήθηκε ότι είχε στα σκαριά τη δημιουργία ενός είδους καλλιτεχνικού κλαμπ που θα λειτουργούσε με συνδρομές ιδιωτών. Ο κόσμος την πίστεψε και συνέδραμε, οι τράπεζες της έδιναν δάνεια ενόσω εκείνη ξόδευε και ζούσε μια λαμπερή ζωή στην πόλη με χιλιάδες ακολούθους στο Instagram και μια εξωτική προφορά στα αγγλικά να τη συνοδεύει.

Στην πραγματικότητα η Αννα Σορόκιν γεννήθηκε στη Ρωσία και μετανάστευσε σε μικρή ηλικία στη Γερμανία, είναι κόρη φορτηγατζή και προσγειώθηκε στην πόλη των ονείρων της χωρίς κανένα δολάριο στην τσέπη της. Η αυθεντικά εξωτική προφορά της τη συνοδεύει ακόμα στη φυλακή όπου βρίσκεται αυτή τη στιγμή, και το Netflix θα προβάλει τη ζωή της σε επεισόδια.

Εχουν ενδιαφέρον όμως όσα είπε ο δικηγόρος υπεράσπισης. Αναφέρθηκε στην εποχή μας. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπου όλοι σκηνοθετούν και επιμελούνται τη ζωή τους. Ολα είναι απομίμηση, όλα είναι προσποίηση, όλα είναι ψεύτικα, κατέληξε. Και μετά είπε τη φράση-κλειδί: «Ολοι έχουμε μια Αννα μέσα μας». Σωστά! σκέφτηκα, όλοι έχουμε μια κάλπικη πτυχή, όλοι διανθίζουμε, ωραιοποιούμε, δίνουμε εντυπώσεις. Αλλά, υπάρχουν κάποια ξεγελάσματα πιο επώδυνα, που έχουν έναν μόνο μάρτυρα. Τον εαυτό μας. Πώς να συνωμοτήσουμε μαζί του ακίνδυνα, αφού μας προδίδει ξεσκεπάζοντάς μας κάθε μέρα;
 
* Η κ. Ελεάννα Βλαστού είναι συγγραφέας και μένει στο Λονδίνο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή