«Ναι» στους ουρανοξύστες

2' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Αθήνα υστερεί σε χώρους πρασίνου. Η «νέα πόλη του Ελληνικού», γιατί περί αυτού πρόκειται, απαιτεί να πάμε πέρα από τις χρήσεις γης και την χωροθεσία τους. Το πώς μοιάζει ο ουρανοξύστης του καζίνο είναι πρώιμο. Πού είναι, τι υπάρχει γύρω του, πώς τον πλησιάζουμε, είναι αυτά που πρέπει να μας απασχολούν. Ετσι, οι προτεινόμενοι ουρανοξύστες αποκτούν το περιβάλλον που θα τους δεχθεί και το υπάρχον «συρράπτεται» με το νέο. Τα ψηλά κτίρια δεν είναι από μόνα τους «κακά». Γίνονται μισητά όταν πατώντας στο έδαφος καταστρέφουν τον δημόσιο χώρο. Προφανώς οικονομικοί λόγοι εκμετάλλευσης γης υπαγορεύουν στους επενδυτές την δημιουργία ψηλών κτιρίων. Αλλά και αυτά ανήκουν στην πόλη και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζονται.

Ενα επιτυχές παράδειγμα για τους ουρανοξύστες και το πώς συνεισφέρουν στη ζωή της πόλης είναι το Rockefeller Centre στο Μανχάταν. Το ιδιωτικό αυτό project κατακρίθηκε από πολλούς την εποχή του. Επέζησε, επεκτάθηκε και ανακατασκευάσθηκε πολλές φορές και σήμερα αποτελεί έναν από τους πιο ζωντανούς δημόσιους χώρους.

Το καλύτερο παράδειγμα πόλης με ουρανοξύστες δεν είναι πλέον η Νέα Υόρκη αλλά το Χονγκ Κονγκ. Στριμωγμένη ανάμεσα στη θάλασσα και τον κατακόρυφο βράχο του νησιού, η πόλη αναπτύσσεται εις βάρος του νερού. Μακρόστενες λεπτές λωρίδες τεχνητής γης προστίθενται κατά μήκος της ακτής και η προκυμαία μετακινείται συνεχώς. Κάθε νέα λωρίδα καταλαμβάνεται αμέσως από ψηλότερα και ακριβότερα κτίρια και μπορούμε να υπολογίσουμε την ηλικία της όπως ενός δένδρου, μετρώντας τους ομόκεντρους κύκλους του κορμού. Εδώ η σχέση με το έδαφος έχει χαθεί. Οι δρόμοι έχουν παραδοθεί στα αυτοκίνητα και οι κάτοικοι περπατούν σε υπερυψωμένους δρόμους ή σε υπόγειες σήραγγες.

Οι ουρανοξύστες αναπτύσσονται σε ομάδες, πολύ κοντά μεταξύ τους, σε αντίθεση με όσα οι πατέρες της Μοντέρνας Αρχιτεκτονικής έλεγαν, ότι δηλαδή τα κτίρια καθ’ ύψος θα φέρουν την απελευθέρωση του εδάφους και την δημιουργία χώρων πρασίνου. Αυτός ήταν ο «παράδεισος» των νέων πόλεων, το Ville Radieuse του Le Corbusier. Δυστυχώς ή ευτυχώς, ο τρόπος που οι ιδέες αυτές εφαρμόσθηκαν στις βομβαρδισμένες Ευρωπαϊκές πόλεις, για να λύσουν την έλλειψη στέγης, τις κατάντησε μισητές. Ανεμοδαρμένες αφιλόξενες περιοχές βανδαλίστηκαν και κατάντησαν επικίνδυνες, δεν «αγαπήθηκαν» ούτε δημιούργησαν απογόνους. Κατοικήθηκαν από τις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις και μεταλλάχθηκαν σε γκέτο.

Η Αθήνα, περιτριγυρισμένη από βουνά και θάλασσα, δίνει την εντύπωση από ψηλά ότι είναι πλημμυρισμένη από κάτι «ρευστό», που ισορρόπησε λίγο κάτω από την Ακρόπολη όπως όρισαν οι αρχαιολόγοι για να κρατήσουν τον Παρθενώνα ορατό από παντού. Το έδαφος ανεβοκατεβαίνει ακολουθώντας τον τρισδιάστατο πυθμένα της «λίμνης», αλλά η επιφάνεια παραμένει αδιατάραχτη. Λίγα κτίρια-πύργοι την διαπερνούν.

Το «ρευστό» της πόλης, εδώ και δεκαετίες δραπέτευσε πέρα από τα βουνά και κατά μήκος των ακτών. Στο Ελληνικό, έξω από τον ασφυκτικό κλοιό της λεκάνης, η πόλη έχει την ευκαιρία να γεννήσει την μελλοντική Αθήνα. Ποια θα είναι αυτή; Αυτήν τη συζήτηση πρέπει να κάνουμε. Είναι μία μοναδική ευκαιρία να οραματιστούμε το μέλλον και να τολμήσουμε.
 
* Η κ. Καλλιόπη Κοντόζογλου είναι αρχιτέκτων, καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής UWA, HUST.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή