Αποστρατείες στην απασχόληση

Αποστρατείες στην απασχόληση

3' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ομάδα ατόμων μεταξύ 50 και 65 είναι ο μόνος πλουτοπαραγωγικός πόρος που αυξάνεται, στην Ελλάδα αλλά και στον ανεπτυγμένο κόσμο. Είναι δυναμική ομάδα, αυτοί που εισήγαγαν την πληροφορική, αυτοί που διαχειρίστηκαν την άνθηση της τεχνολογίας από το 1990. Οι γυναίκες ανάμεσά τους ξεπέρασαν τις διακρίσεις και κατοχύρωσαν ρόλο στην οικονομία. Οι πρόοδοι στην υγεία σημαίνουν ότι περισσότερα και υγιέστερα χρόνια ζωής είναι διαθέσιμα, τόσο για εργασία όσο και για αποταμίευση.

Ενόψει της γήρανσης του πληθυσμού, η ενεργοποίηση ατόμων άνω των 50 προβάλλει ως αυτονόητη επιλογή: αν λείπει εργατικό δυναμικό, αξιοποιείς αυτό που διαθέτεις. Αυτό λέει η λογική – τόσο για την κοινωνία όσο και για τους ενδιαφερομένους.

Ομως, η πραγματικότητα κινείται αντίθετα. Καθώς η πανδημία αποσύρεται, αναθερμαίνεται η οικονομία και υποχωρεί η ανεργία – για όλους εκτός από τους άνω των 50. Στις Ηνωμένες Πολιτείες μιλούν για τη «μεγάλη παραίτηση», καθώς εξαφανίστηκαν από την απασχόληση κατά την πανδημία ένα εκατ. εργαζόμενοι. Αν και η απασχόληση υπερθερμαίνεται και σημειώνονται ελλείψεις προσωπικού, η ανεργία επιμένει στους μεγαλύτερους, παρά την έξαρση στις συνταξιοδοτήσεις. Αυτό γίνεται στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και στη Γερμανία. Στην Ελλάδα, όπου, αντίθετα με την Ε.Ε., οι αμείωτες αποχωρήσεις από το 2000 συνέβαλαν στην κρίση, σχολιάζουμε μόνο τις ουρές για την έκδοση συντάξεων. Οι εργατολόγοι αναζητούν ακόμη παραθυράκια για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις. Και αυτό παρά την αύξηση των ορίων ηλικίας και την περικοπή των συντάξεων – που προσφέρει κίνητρα εργασίας για να ανακτηθούν οι απώλειες στα εισοδήματα.

Τι γίνεται; Πώς εξηγείται μια προφανής και επικερδής για την κοινωνία επιλογή να μένει στα αζήτητα; Για ποιο λόγο η Ελλάδα και ο ανεπτυγμένος κόσμος κινούνται σε κατεύθυνση αντίθετη προς το δικό τους συμφέρον;

Στην εργασία των μεγαλύτερων κυριαρχεί ένα «δίλημμα του φυλακισμένου». Ολοι οι εμπλεκόμενοι –εργαζόμενοι, εργοδότες, κυβέρνηση, συνδικάτα– ενεργούν σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα και συμμορφώνονται με τα κίνητρα που υπάρχουν. Η επιδίωξη όμως του ατομικού συμφέροντος, από τον καθένα ξεχωριστά, καταλήγει σε αποτέλεσμα που είναι χειρότερο για όλους μαζί.

Πώς εξειδικεύεται αυτό στην αγορά εργασίας; Οι εργοδότες βλέπουν ομάδα με υψηλότερο μισθοδοτικό κόστος – λίγο από τις πολυετίες, λίγο από εμπεδωμένες κλίμακες μισθοδοσίας. Αυτό το κόστος σπάνια αντισταθμίζεται από μεγαλύτερη παραγωγικότητα – λίγο αφού κάποιες δεξιότητες είναι απαξιωμένες, λίγο επειδή ελάχιστοι έχουν επωφεληθεί από επιμόρφωση. Οι εργαζόμενοι αισθάνονται ότι βρίσκονται σε τέλμα, ενώ η «κουλτούρα της νεότητας» στους χώρους εργασίας τούς περιθωριοποιεί. Η κυβέρνηση αισθάνεται υπό εκλογική πίεση από τους νέους (και τους γονείς τους): από τη δύσκολη θέση τη βγάζουν συντάξεις στους μεγάλους και δουλειές για τους μικρούς. Τα συνδικάτα μένουν προσηλωμένα στις παλαιές διεκδικήσεις: οι μεν δικαίωμα στην εργασία, οι δε στη σύνταξη. Τέλος, αυτοί που είναι στο στόχαστρο προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου υποκύπτουν – όσο και αν αντιλαμβάνονται ότι το πακέτο δεν είναι παρά «χρυσή κλωτσιά» προς μόνιμη και επίμονη ανεργία.

Ενόψει της γήρανσης του πληθυσμού, η ενεργοποίηση ατόμων άνω των 50 προβάλλει ως αυτονόητη επιλογή: αν λείπει εργατικό δυναμικό, αξιοποιείς αυτό που διαθέτεις.

Πίσω από τις επιμέρους αποφάσεις ανιχνεύεται η πιο επίμονη και ανομολόγητη προκατάληψη: αυτή εναντίον των μεγαλύτερων. Θεωρείται ότι η μεγαλύτερη ηλικία συμβαδίζει με μικρότερη παραγωγικότητα, προβλήματα στις σχέσεις μεταξύ εργαζομένων, περιορισμένο δυναμισμό. Οι απόψεις αυτές συναντώνται με ένα θεσμικό πλαίσιο στην αγορά εργασίας όπου μεγαλύτερη θητεία σημαίνει υψηλότερο κόστος για τον εργοδότη και μικρότερα κίνητρα προσπάθειας για τον εργαζόμενο. Αποτέλεσμα, η «αυτοεπιβεβαιωνόμενη προσδοκία» –η ύπαρξη προκατάληψης οδηγεί σε επιλογές (από εργοδότες και από εργαζομένους) που καταλήγουν να την επαληθεύουν. Αυτές οι προκαταλήψεις συντηρούν στερεότυπα, που κατατάσσουν κάποιους σε ενεργό δράση και άλλους στο περιθώριο. Αλλά και συντείνουν σε διεκδικητικά πλαίσια που αρκούνται στη συσσώρευση προνομίων. Δεν είναι παράξενο ότι ο όρος ageism –«ηλικιοφοβία»– παρερμηνεύεται στην Ελλάδα ως εχθρότητα απέναντι στους νέους και όχι δηλητηριώδες στερεότυπο εναντίον των μεγαλύτερων.

Πώς ξεφεύγουμε από τον φαύλο κύκλο; Το ότι η ηλικιοφοβία είναι φαινόμενο διεθνές και ανθεκτικό πιστοποιεί τη δυσκολία του εγχειρήματος. Το αδήριτο της επίλυσης, όμως, προκύπτει από την καθίζηση της ανάπτυξης, τα ελλείμματα των συντάξεων και την επιτάχυνση των δημογραφικών εξελίξεων.

Η επίλυση του προβλήματος δεν είναι θέμα κάποιων διατάξεων – αλλιώς θα είχε εκλείψει προ πολλού. Η τάση για αποστρατεία των μεγαλύτερων προκύπτει εξαιτίας της προσφοράς εργασίας –απροθυμίας ατόμων να εργαστούν– σε συνδυασμό με τη ζήτηση – επιφυλακτικότητα εργοδοτών να προσλάβουν. Τα προβλήματα ενδυναμώνονται από ανυπαρξία πλαισίου αγοράς εργασίας: για όσο εργάζεσαι είσαι ασφαλής, αν, όμως, χάσεις τη δουλειά σου, δεν μπορείς να βρεις άλλη.

Ολα ωστόσο θεμελιώνονται στο στερεότυπο – σε ιδέες για το τι μπορεί ή δεν μπορεί να κάνει κάποιος και αν ενδιαφέρεται. Οι ιδέες αυτές σχηματίστηκαν με τα χρόνια, κάποτε ίσως να ίσχυαν. Σήμερα όμως δεν ισχύουν. Σίγουρα, αύριο δεν πρέπει να ισχύουν.

Ο Γιώργος Ζαμπέτας συνειδητοποίησε το 1974 ότι «ο πενηντάρης είναι ο νέος της εποχής». Καιρός να το κάνουμε και εμείς.

* Ο κ. Πλάτων Τήνιος είναι οικονομολόγος, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή