Tρεις σημαντικές αναμετρήσεις

Tρεις σημαντικές αναμετρήσεις

5' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μετά από το τρίτο μC (μετά Covid) καλοκαίρι ξεκινά άλλη μια περίοδος γεμάτη ανακατατάξεις, εξελίξεις, κρίσεις και καταστροφές. Μεταξύ όλων των άλλων, θα έχουμε μπροστά μας πολλές κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, οι οποίες θα επηρεάσουν και τη δική μας ζωή, έμμεσα αλλά καίρια. Όχι, δεν εννοώ την αμφίρροπη αναμέτρηση της 25ης Σεπτεμβρίου στο Σάο Τομέ, ούτε τις (μεταξύ μας, προσχηματικές) εκλογές του Δεκεμβρίου στην Τυνησία. Δεν εννοώ καν σημαντικές εκλογές που ενδέχεται να αλλάξουν ραγδαία το πολιτικό σκηνικό σε χώρες κοντινές (Σουηδία, 11 Σεπτεμβρίου) και μακρινές (Βραζιλία, 2 Οκτωβρίου) που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο μας ενδιαφέρουν. Εννοώ κυρίως τρεις πολύ σημαντικές αναμετρήσεις.

Πρώτα απ’ όλα, μεθαύριο το Ηνωμένο Βασίλειο αποκτά νέο (ή, πιο πιθανό, νέα) πρωθυπουργό. Αλλά αυτήν (ή, λιγότερο πιθανό, αυτόν) δεν θα την επιλέξει ο λαός, αλλά μερικές δεκάδες χιλιάδες μέλη του Συντηρητικού κόμματος (πάλι), που θα εκλέξουν το διάδοχο του εξευτελισμένου παραιτηθέντος Μπόρις Τζόνσον. Είναι η ίδια διαδικασία με την οποία είχαν εκλέξει και τον ίδιο το Τζόνσον το 2019. Αυτή τη φορά η επιλογή τους θα είναι καλύτερη -θα ήταν ανθρωπίνως αδύνατο να είναι χειρότερη. Παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν είναι αισιόδοξος για την έκβαση. Τα τελευταία χρόνια το Συντηρητικό κόμμα στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει βουλιάξει σε μια δίνη λαϊκισμού, στην κινούμενη άμμο/βόθρο του Brexit -η οποία έχει ισοπεδώσει το επίπεδο του δημόσιου διαλόγου- και ταυτόχρονα έχει χάσει την φήμη σοβαρότητας, νηφαλιότητας και αποτελεσματικότητας που είχε παλαιότερα, μετά από την χαώδη τριετία του Τζόνσον. Αλλά στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου η πολιτική αλλαγή θα είναι στη χειρότερη περίπτωση μια μετάβαση από τα χάλια στα ίδια χάλια και στην καλύτερη μια (οποιαδήποτε) βελτίωση. Ο πήχης των προσδοκιών είναι χαμηλά.

Στην γειτονική μας Ιταλία καλό σενάριο δεν υπάρχει. Εκεί έχουν εκλογές στις 25 Σεπτεμβρίου, και η πιθανότερη έκβαση θέλει το ακροδεξιό (με αντιμεταναστευτικές, ρατσιστικές, ομοφοβικές και νεο-φασιστικές πινελιές) κόμμα “Αδερφοί της Ιταλίας” να έρχεται πρώτο. Αυτοδυναμίες εκεί δεν υπάρχουν και τα κόμματα της δεξιάς/ακροδεξιάς έχουν ήδη συμφωνήσει ότι θα συνεργαστούν μετεκλογικά, με τον αρχηγό του πρώτου σε ψήφους κόμματος να γίνεται πρωθυπουργός. Αυτή θα είναι πιθανότατα η 45χρονη Τζόρτζια Μελόνι, που είχε υπάρξει Υπουργός Νεολαίας του Μπερλουσκόνι στο παρελθόν. Αυτή δεν θα είναι μια θετική εξέλιξη για την Ευρώπη. Ο ακροδεξιός λαϊκισμός, όπου έχει επικρατήσει έχει οδηγήσει σε τέρατα (βλέπε Ουγγαρία) και οι συνέπειες ενός τέτοιου καθεστώτος δεν μπορεί να είναι θετικές σε μια χώρα καταχρεωμένη, πολύπαθη, με θεσμούς ευάλωτους, και μάλιστα πάνω στην ώρα που είχε γίνει, έστω και για λίγο, υπόδειγμα σταθερότητας στην Ευρώπη και προετοιμαζόταν την αξιοποίηση του γιγάντιου πακέτου που της έρχεται από το RRF. 

Παραδόξως, πιο αισιόδοξα μηνύματα έρχονται από τη χώρα με τα μεγαλύτερα προβλήματα. Και στις ΗΠΑ έχουν εκλογές το φθινόπωρο -στις  8 Νοεμβρίου δεν εκλέγουν Πρόεδρο, αλλά θα εκλέξουν 435 μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, 35 (από τους 100) Γερουσιαστές, 36 κυβερνήτες και διάφορους άλλους αξιωματούχους των Πολιτειών. Οι εκλογές αυτές είναι πολύ σημαντικές, γιατί θα κρίνουν αφ’ ενός ποιο κόμμα θα έχει τον έλεγχο των δύο κοινοβουλίων που νομοθετούν (αυτή τη στιγμή οι Δημοκρατικοί ελέγχουν και τα δύο -με πολύ μικρές μειοψηφίες) και αφ’ ετέρου το ποιο κόμμα θα ελέγχει τους θεσμούς που επιβλέπουν την εκλογική διαδικασία σε κάθε Πολιτεία. Και τα δύο θα επηρεάσουν την πολιτική ατζέντα των δύο επόμενων χρόνων (τουλάχιστον), αλλά και τη διεξαγωγή των προεδρικών εκλογών του 2024. Στις προηγούμενες εκλογές, όπως ασφαλώς θα θυμάστε, ο Ντόναλντ Τραμπ, που έχασε με 7 εκατομμύρια ψήφους διαφορά, προσπάθησε να αλλοιώσει το εκλογικό αποτέλεσμα σε τουλάχιστον τρεις Πολιτείες. Με πιο πιστούς και “φιλικούς” συμμάχους στις κατάλληλες θέσεις, θεωρητικά θα μπορούσε (αν ξαναπροσπαθήσει) το 2024 να τα καταφέρει.

Υπάρχουν δύο πηγές αισιοδοξίας, για το Νοέμβριο, ωστόσο. Η πρώτη, πιο ιδιόμορφη, προέρχεται από τους ίδιους τους Ρεπουμπλικανούς. Καθότι το (κάποτε σοβαρό, θεσμικό, συντηρητικό) κόμμα έχει πλέον υποταγεί ολοκληρωτικά στη MAGA αίρεση του Τραμπισμού, αναδεικνύει ως υποψηφίους για όλες αυτές τις θέσεις σχεδόν αποκλειστικά πολιτικούς που έχουν λάβει το χρίσμα του Ηγέτη. Η ακραία, συνομωσιόπληκτη και φανατική βάση του κόμματος είναι τόσο πιστή στον Τραμπ και τόσο ισχυρή, πια, που όλοι θεωρούν ότι χωρίς το χρίσμα του δεν μπορούν να κερδίσουν στο εσωκομματικό παιχνίδι. Αυτό, όμως, είχε ως αποτέλεσμα να επιλέγονται υποψήφιοι που είτε είναι ακατάλληλοι ή, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και κραυγαλέες, φαιδρές περιπτώσεις. Ως εκ τούτου, κρίσιμες αναμετρήσεις σε Πολιτείες που ο Τραμπ το 2020 κέρδισε, τώρα γίνονται αμφίρροπες, επειδή οι Ρεπουμπλικανοί κατεβάζουν υποψήφιους εξαιρετικά αδύναμους ή γραφικούς. Στην κρίσιμη Πολιτεία της Πενσιλβάνια, ας πούμε, η έδρα που κατείχε ένας Ρεπουμπλικάνος (που αποχωρεί) κινδυνεύει να περάσει στους Δημοκρατικούς, επειδή ο Τραμπ επέλεξε για υποψήφιο μια τηλεπερσόνα ονόματι Ντόκτορ Οζ, εντελώς άσχετο με την πολιτική, που είναι, επιπλέον, Τούρκος πολίτης (έχει υπηρετήσει και στον τουρκικό στρατό) με στενές σχέσεις με το καθεστώς Ερντογάν, και δεν κατοικεί καν στην Πενσιλβάνια (ζει σε έπαυλη στο Νιου Τζέρσεϊ). Στην κρίσιμη (και συντηρητική, νότια) Τζόρτζια, ως αντίπαλο του χαρισματικού δημοκρατικού Ραφαήλ Γουόρνοκ επέλεξαν τον πρώην αθλητή του αμερικανικού φούτμπολ Χέρσελ Γουόκερ, o οποίος απασχολεί τα ΜΜΕ αποκλειστικά για τις απίστευτες κοτσάνες του (η Covid μπορεί να “καθαριστεί με μια ειδική ομίχλη”, και το πρόβλημα με την κλιματική αλλαγή είναι ο “κινέζικος αέρας που έρχεται εδώ”) ή για τα απίστευτα ψέματα που αποκαλύπτεται ότι έχει πει, όπως το ότι έχει υπάρξει πράκτορας του FBI (δεν έχει) ή το ότι έχει ένα παιδί (έχει τέσσερα). Το κοινό χαρακτηριστικό και των δύο, βεβαίως, είναι ότι είναι διάσημοι από την τηλεόραση. Είναι γνωστό το ότι ο Τραμπ αξιολογεί τη διασημότητα ως κάτι πολύ σημαντικότερο από τις ικανότητες ή την ευφυία.  

Η άλλη πηγή αισιοδοξίας προέκυψε μετά από την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου για τις αμβλώσεις. Η ανατροπή του νόμου Roe v. Wade που προστάτευε το δικαίωμα των γυναικών να κάνουν έκτρωση σε ομοσπονδιακό επίπεδο κινητοποίησε τους Δημοκρατικούς ψηφοφόρους -και ειδικά τις γυναίκες- σε πρωτοφανή βαθμό, αλλά προκάλεσε και την έντονη απογοήτευση συντηρητικών κεντρώων ψηφοφόρων που, για διάφορους λόγους, δίσταζαν να στηρίξουν Δημοκρατικούς υποψηφίους ως τώρα. Καθώς η αρμοδιότητα για την απονομιμοποίηση των αμβλώσεων περνά στις Πολιτείες, το θέμα ανάγεται σε κυρίαρχης σημασίας για τις εκλογές του Νοεμβρίου. Κι αυτό μπορεί να ωφελήσει μόνο τους Δημοκρατικούς επειδή, πέραν όλων των άλλων, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και στις πολωμένες και υπερσυντηρητικές ΗΠΑ το ποσοστό των πολιτών που πιστεύουν ότι όλες οι αμβλώσεις πρέπει να είναι παράνομες είναι μόλις 8%. Είναι ένα θέμα στο οποίο η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας είναι προοδευτικό, πολύ πιο κοντά στις θέσεις του Δημοκρατικού κόμματος.

Κανείς βεβαίως δεν ξέρει τι θα γίνει στις εκλογές, και πώς θα επηρεάσουν αυτές οι δυναμικές τα αποτελέσματα. Το σίγουρο είναι ότι έχουμε πολλά να δούμε αυτό το φθινόπωρο. Αν μη τι άλλο, θα μας προετοιμάσουν. Γιατί το 2023 ακολουθούν κι άλλες εκλογές, ακόμα πιο σημαντικές, πιο κοντά. Στην Τουρκία, ας πούμε.

Και μετά, βεβαίως, και εδώ. Στην Ελλάδα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή