Η δημοκρατία στον πληθυντικό

Η δημοκρατία στον πληθυντικό

3' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πόσο σταθερή μπορεί να είναι μια δημοκρατία που διέπεται από βαθιές διαιρέσεις; Κι από την άλλη, χωρίς συγκρούσεις, ακόμη και τις πιο σκληρές, τι δημοκρατία θα ήταν; Με τέτοια ερωτήματα καταπιάνεται το βιβλίο του Ezra Klein «Γιατί είμαστε πολωμένοι», που κυκλοφόρησε το 2020. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος και ιδρυτής του γνωστού ενημερωτικού ιστοτόπου Vox εξετάζει την υπόθεση ότι υπάρχει στις κοινωνίες μας μια αυξανόμενη πολιτική και πολιτισμική πόλωση, στις ατομικές και συλλογικές στάσεις.

Η βασική του θέση είναι ότι από τη δεκαετία του 1960, που το Δημοκρατικό Κόμμα προώθησε την υπόθεση των πολιτικών δικαιωμάτων (σε συνάρτηση με τα κοινωνικά κινήματα της εποχής), οι πολιτικές ταυτότητες στις ΗΠΑ άρχισαν να γίνονται περισσότερο συμπαγείς, έως μονολιθικές. Σήμερα πια, οι μέγκα ταυτότητες «Δημοκρατικοί» και «Ρεπουμπλικανοί» έχουν κατισχύσει κάθε άλλης, έτσι που το πώς τοποθετείται κανείς πολιτικά συναρτάται ευθέως με το χρώμα του δέρματός του, την οικονομική του θέση, το μέρος όπου κατοικεί, τις απόψεις του σε θέματα δικαιωμάτων αλλά και τις προτιμήσεις στην κατανάλωση, στην τηλεόραση, στα social media. Την περίοδο Τραμπ ο διχασμός έφτασε στο απόγειό του: δύο κοσμοθεωρήσεις αμοιβαία αποκλειόμενες. Τα θεμελιώδη του φιλελευθερισμού –η ειρήνευση των παθών, η συνύπαρξη διαφορετικών αντιλήψεων, ο συμβιβασμός– κινδυνεύουν.

Για να εξηγήσει αυτή την πρωτόγνωρη πόλωση ο Klein επιστρατεύει τα εργαλεία της ψυχολογίας και της εξελικτικής βιολογίας, υποστηρίζοντας ότι είναι το αποτέλεσμα της έμφυτης ανθρώπινης τάσης να σχηματίζουμε ομάδες, κλειστές και στρεφόμενες η μία ενάντια στην άλλη· τάση που οδηγεί στη δυσανεξία και στην εχθρότητα, στην αδυναμία έλλογης αντιπαράθεσης. Εδώ ακριβώς, όμως, ξεκινάει η συζήτηση.

Αν είναι ζήτημα βιολογίας τότε τι μένει από την έλλογη, συνειδητή δράση των ανθρώπων, από το νόημα που δίνουν οι ίδιοι στις επιλογές τους; Και αν πράγματι οι άνθρωποι έχουν μια έμφυτη τάση να σχηματίζουν ομάδες, αυτές οι ομάδες δεν είναι «φυσικές» και ανιστορικές κατασκευές, αλλά προϊόντα της εκάστοτε συγκυρίας. Κάτι παρόμοιο αντέτασσε ο Ερικ Χόμπσμπομ στις απόπειρες να εξηγηθεί το ιστορικά προσδιορισμένο φαινόμενο του εθνικισμού διά της τάσης των ανθρώπων να σχηματίζουν ομάδες με τη δική τους κουλτούρα: ο βιολογισμός δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί πολλοί Σκωτσέζοι επιθυμούν την ανεξαρτησία από την Αγγλία, ούτε γιατί οι Αμερικανοί προτιμούν το μπέιζμπολ από το ποδόσφαιρο.

Αυτό που διαφεύγει από το εξηγητικό σχήμα του Klein είναι μια μείζων αλλαγή εποχής. Υπήρξε πράγματι μια περίοδος, στο γύρισμα της χιλιετίας, όπου το τέλος του διπολικού κόσμου, ο θρίαμβος της φιλελεύθερης δημοκρατίας, η δυναμική της παγκοσμιοποίησης είχαν επιφέρει κρίσιμες συγκλίσεις των μεγάλων πολιτικών αντιπάλων, προοδευτικών και συντηρητικών, σε μια «μετα-πολιτική» συνθήκη όπου η διαχειριστική αποτελεσματικότητα έμοιαζε να έχει επισκιάσει την ιδεολογική σύγκρουση. Η εποχή εκείνη όμως παρήλθε. Πάνω από δέκα χρόνια τώρα ζούμε στο φόντο αλλεπάλληλων κρίσεων, που αναδιατάσσουν τον κόσμο και τις ταυτότητές μας.

Αυτό που άλλαξε δεν είναι η δυνατότητά μας να διαβουλευόμαστε ορθολογικά, ούτε η τάση μας να ομαδοποιούμαστε, αλλά η επιστροφή στο προσκήνιο μεγάλων δομικών συγκρούσεων, σχολιάζει σχετικά ο πολιτικός επιστήμονας Daniel Schlozman («Up from Polarization», περιοδικό Dissent, άνοιξη 2020). Οι διαιρέσεις μας βαθαίνουν επειδή ακριβώς οξύνονται οι συγκρούσεις: εκεί όπου η πολιτική οικονομία των ανισοτήτων και της επισφάλειας συναντά τους «πολιτισμικούς πολέμους» που βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, από το ζήτημα του ρατσισμού ή της πατριαχίας μέχρι το δικαίωμα στην άμβλωση – για να αναφέρουμε μόνο μερικές, οικείες στα καθ’ ημάς. Η φυλή, το φύλο, η ταξική θέση, η γενιά, οι κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες, οι insiders και οι outsiders γίνονται διαιρετικές γραμμές· και η πολιτική καλείται να αναλάβει τον ρόλο της, να εκπροσωπήσει αυτές τις διαιρέσεις.

Ακόμη κι έτσι, όμως, δεν παραμένει πειστική η προειδοποίηση του Klein ότι η πόλωση βλάπτει τη φιλελεύθερη δημοκρατία; Ναι και όχι. Σε καιρούς οξυμμένων πολιτικών παθών έχει σημασία να παραμένει κανείς μετριοπαθής, νηφάλιος, ξενέρωτος, χωρίς ωστόσο να χάνει την ταυτότητά του. Μετριοπάθεια μπορεί να σημαίνει ότι κλείνουμε τα μάτια σε όσα μας χωρίζουν, αναζητώντας μια αδύνατη σταθερότητα. Ή από την άλλη ότι εάν δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις πολώσεις, μπορούμε ωστόσο να μάθουμε να ζούμε με αυτές.

Η δημοκρατία είναι σύγκρουση, αλλά εντός αυτής είναι ζωτικό να διασώζουμε μια έννοια της φιλίας, όπως τη συνόψιζε ο Πολ Ρικέρ: την αποδοχή του άλλου ως κάτι διαφορετικό από τον εαυτό. Το απαράγραπτο όριο, που στη μικρή μας χώρα το γνωρίζουμε καλά από την πρόσφατη και λίγο παλιότερη Ιστορία της, είναι η μετατροπή του πολιτικού αντιπάλου σε εχθρό, ακόμη χειρότερα: σε εθνικό μειοδότη – κάπου εκεί παύει κάθε δυνατότητα δημοκρατικής αντιπαράθεσης. Αντιθέτως, η αποδοχή της διαφοράς παραπέμπει στον πλουραλισμό, στη δημοκρατία που δεν φοβάται τις συγκρούσεις, υπό τον όρο ότι θα συνεχίσει να κλίνεται στον πληθυντικό.

* Ο κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός επιστήμων και συγγραφέας. Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί το βιβλίο του «Οι ιδέες της προόδου και της συντήρησης».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή