O κρότοςτης Ζαν Ντιλμάν

3' 4" χρόνος ανάγνωσης

«Γιατί θεωρήσατε σημαντικό να δείξετε την καθημερινή ρουτίνα μιας γυναίκας;» ρωτάει η δημοσιογράφος. «Διότι το σινεμά δείχνει μια εικόνα των γυναικών, από την ανδρική οπτική, η οποία είναι απολύτως ψεύτικη», απαντά η σκηνοθέτις Σαντάλ Ακερμάν. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’70, των απανωτών αμφισβητήσεων, του αναβρασμού, της αβάν-γκαρντ υπεροχής στην τέχνη. Το 1975, η Βελγίδα δημιουργός (που έκοψε το νήμα της ζωής της το 2015, στα 65 χρόνια της) παρουσιάζει την ταινία της «Ζαν Ντιλμάν» («Jeanne Dielman, 23 Quai du Commerce, 1080, Bruxelles», ο πλήρης τίτλος), με την Ντελφίν Σερίγκ, μια μίνιμαλ εποποιία της καθημερινότητας μιας νοικοκυράς. Η κάμερα, σχεδόν στατική, μέσα σε ένα διαμέρισμα, μικροαστικό, ψυχαναγκαστικά τακτοποιημένο, καταγράφει τη ρουτίνα μιας γυναίκας που μεγαλώνει μόνη τον έφηβο γιο της ενώ, παράλληλα, δέχεται και μια κατ’ οίκον επίσκεψη την ημέρα, παρέχοντας σε καθωσπρέπει κυρίους υπηρεσίες. Το αντίτιμο της εργασίας της τοποθετεί κάθε φορά μέσα σε μια πορσελάνινη(;) σουπιέρα στο μέσον του τραπεζιού (στο καθιστικό). Δεν αλλάζει ρούχα ως πόρνη. Δεν φοράει κάτι φαντεζί ή προκλητικό. Μια σκούρα φούστα κάπως πλισέ, ένα λευκό πουκάμισο, μια γκρίζα ζακέτα, εσώρουχα απολύτως αδιάφορα. Δεν ξεστρώνει το κρεβάτι, όλα γίνονται διεκπαιρεωτικά, με την ελάχιστη δυνατή συμμετοχή. Εκτός από το τέλος…

Επί τρεισήμισι ώρες, την παρακολουθούμε να κινείται στα διάφορα δωμάτια του σπιτιού, ανοιγοκλείνοντας τους διακόπτες φωτισμού και τις πόρτες, να μαγειρεύει, να αερίζει το υπνοδωμάτιο, να στρώνει το τραπέζι για τον γιο. Δεκάδες, ίδιες, επαναληπτικές μικροκινήσεις πάνω στις οποίες οικοδομείται το 24ωρο μιας νοικοκυράς. Η «Ζαν Ντιλμάν», μια καλτ σινεφιλική ταινία, σημείο αναφοράς για πολλούς κινηματογραφιστές, εκτοξεύτηκε στην κορυφή της λίστας με τις «100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών» του περιοδικού – θεσμού για το σινεμά, Sight and Sound. Η ανατροπή και ο αιφνιδιασμός σχολιάστηκαν ποικιλοτρόπως. Παρακάμπτοντας τις αναφορές περί φεμινισμού, συμπερίληψης, αναδρομής στον μοντερνισμό κ.ο.κ., θα κάνουμε μια στάση στο εξής αντιφατικό και ενδιαφέρον. Πώς σε μια εποχή που καταναλώνουμε εικόνες και πληροφορίες με ταχύτητες που αποτρέπουν την εγγραφή στη μνήμη, κοντοστεκόμαστε, έστω και για λίγο, σε μια ταινία που εξαντλεί τα όρια χρόνου και παρατήρησης. Είναι σαν η ξέφρενη επιτάχυνση να μετατρέπεται σε slow motion. Σαν να βρισκόμαστε σε ένα παρατεταμένο lockdown. Η Ακερμάν, ούτως ή άλλως, έκανε ταινίες «δωματίου». Οι χώροι της είναι περιχαρακωμένοι, διαμερίσματα, διάδρομοι, κουπέ τρένων, τα σύνορα είναι ασφυκτικά, τα πρόσωπα σαν να βιώνουν διαρκώς συνθήκη απομόνωσης και «κοινωνικής αποστασιοποίησης».

Πώς σε μια εποχή που καταναλώνουμε εικόνες με ταχύτητες που αποτρέπουν την εγγραφή στη μνήμη, στεκόμαστε σε μια ταινία που εξαντλεί τα όρια χρόνου και παρατήρησης.

«Αν έχω τη φήμη ότι το έργο μου είναι δύσκολο, είναι γιατί αγαπώ την καθημερινή ζωή και θέλω να την παρουσιάζω στην οθόνη», έλεγε η ίδια και αφηνόταν σε μεγάλης διάρκειας πλάνα. Δεν πίστευε στον διαχωρισμό ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, ήθελε να αφιερώσει όσο χρόνο χρειαζόταν στο να αντιληφθεί ο θεατής τους χαρακτήρες των ταινιών της. Επέμενε έως το τέλος σε ένα σινεμά συμπαγές και αυστηρά προσωπικό, χωρίς «αραιώσεις». Η πρώτη εμφάνιση της Ακερμάν, το 1968, ήταν με μια 12λεπτη, πειραματική ταινία, στην οποία πρωταγωνιστούσε η ίδια με τίτλο «Saute ma ville». Χώρος, ένα μικρό κουζινάκι, όπου κλειδώνεται, σφραγίζει τις χαραμάδες σε πόρτα και παράθυρα και βράζει μακαρόνια. Τα κουζινικά καταλήγουν στο πάτωμα. Το καθαρίζει φορώντας αδιάβροχο και πλημμυρίζει την κουζίνα νερά. Τα πράγματα ξεφεύγουν στη συνέχεια. Η νεαρή γυναίκα σκάει ένα μπαλόνι, καίει ένα γράμμα, ανοίγει τον διακόπτη του γκαζιού και τινάζει εαυτόν, κουζίνα, ρουτίνα της νοικοκυράς και όλη την πόλη στον αέρα. BANG! Με έναν διαφορετικό «κρότο» τελειώνει και η ρουτίνα της Ζαν Ντιλμάν.

Οσο παράδοξη και να μοιάζει η επιλογή της Ακερμάν για την 1η θέση της λίστας, έχει ένα ισχυρό μήνυμα. Στην εποχή της ψηφιακής παραζάλης και της πυρετώδους ταχύτητας, οι εσωτερικοί χρόνοι και οι δονήσεις διεκδικούν τη θέση τους. Δεν παρακάμπτονται· χαράσσουν και χαράσσονται.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT