Θέλει κανείς τη συνεργασία;

Θέλει κανείς τη συνεργασία;

3' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μοιάζει με επίθεση. Αλλά η απόπειρα του ΣΥΡΙΖΑ να εκφοβίσει τον Ανδρουλάκη αποκαλύπτει –όπως κάνει σχεδόν πάντα η ακραία επιθετικότητα– μεγάλη ανασφάλεια. Τη μεγάλη του ανασφάλεια για το τι πρόκειται να (του) συμβεί μετά τις εκλογές. Εξ ου και αποπειράται –πρώτα διά της εκπροσώπου και κατόπιν, επισήμως, διά του προέδρου Τσίπρα– να καταγγείλει προληπτικά αυτό που φοβάται. Υπ’ αυτό το πρίσμα, με το εύρημα του «εκβιάσιμου» Ανδρουλάκη ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαινιάζει τη νέα του αντιπολιτευτική περίοδο. Την προεξοφλεί.

Το ερώτημα είναι: Εχει πραγματικά λόγους να φοβάται η αξιωματική αντιπολίτευση ότι το ΠΑΣΟΚ, που για μήνες πολιτεύεται ως θύμα του «παρακράτους», θα συνεργαστεί με τη μητσοτακική Ν.Δ.; Ο φόβος δεν είναι εντελώς παράλογος. Μια μικρή μετατόπιση μπορεί ενίοτε να κάνει μεγάλη διαφορά. Και τέτοια ήταν η έμφαση που έδωσε στην ομιλία του ο Νίκος Ανδρουλάκης όταν μίλησε για κυβέρνηση από την πρώτη κάλπη. Το «βέτο» στον αρχηγό του πρώτου κόμματος, που μπορεί να είναι πρώτο αλλά δεν θα έχει νικήσει όσο το τρίτο, ξεχάστηκε μέσα στην ασυναρτησία του.

Θα έπρεπε άραγε να εύχεται κανείς ένα τέτοιο σενάριο; Μια κυβέρνηση συνεργασίας που θα απέτρεπε την περιπέτεια της δεύτερης κάλπης. Που θα έθετε αντίβαρα στην εξουσία του ενός κόμματος – και δη του κόμματος που δεν έχει πλέον μητρώο καθαρό από καταχρήσεις εξουσίας. Ενα σχήμα συνεταιρικό που, αν πετύχαινε, θα αποτελούσε υπόδειγμα για αλλαγή πολιτικής κουλτούρας, καθώς τα ασταθή ή ετερόκλητα σχήματα συνεργασίας του παρελθόντος ήταν απότοκα της χρεοκοπικής ανάγκης και όχι της δημοκρατικής κανονικότητας.

Η ηθικολογία περί συνεργασιών παραείναι ειδυλλιακή για να είναι αληθινή. Επισήμως το ΠΑΣΟΚ λέει ότι, αν λάβει υψηλό ποσοστό, θα μπορεί να το ερμηνεύσει ως εντολή για να επωμιστεί μέρος της διακυβέρνησης. Στην πραγματικότητα ισχύει μάλλον το αντίθετο: Το ΠΑΣΟΚ θα σκεφτεί να μπει σε μια κυβέρνηση μόνο αν βρεθεί σε εκλογική επισφάλεια· αν δει ότι κινδυνεύει στη δεύτερη κάλπη να συνθλιβεί και να χάσει έτσι το καταφύγιο της, έστω και ελαφρώς, ενισχυμένης και ασφαλούς αντιπολίτευσης, που είναι ο πρώτος του στόχος.

Αντίστοιχη απροθυμία μπορεί κανείς να διαγνώσει και από την πλευρά της Ν.Δ. Ο Μητσοτάκης το έχει πει ρητά ότι προτιμά να διευρύνει το κόμμα του διά της ενσωμάτωσης κεντροαριστερών στελεχών, παρά να μπει σε μια διακυβέρνηση συνεχούς εσωτερικής διαπραγμάτευσης με ένα σχηματισμό που δεν υπολήπτεται. Η Ν.Δ. θα συνεργαζόταν μόνο αν δεν έφτανε την αυτοδυναμία μετά τη δεύτερη κάλπη και αφότου θα είχε αποκαταστήσει διά του εκλογικού μπόνους το μεγαλύτερο μέρος της κοινοβουλευτικής της δύναμης.

Το να εύχεται κανείς μια κυβέρνηση συνεργασίας, επειδή θεωρητικά η συνεργασία είναι πολύ ευγενέστερο πράγμα από την κακιά την πόλωση, θα σήμαινε ότι εύχεται το ρίσκο της καταναγκαστικής συγκατοίκησης δύο ανέτοιμων και καχύποπτων εταίρων. Μια συγκατοίκηση που αμφότεροι θα τη βίωναν ως ήττα.

Ασανσέρ

Περιμένουμε από τις διεθνείς κατατάξεις να βαθμολογήσουν την ποιότητα της δημοκρατίας μας, σαν να περιμένουμε το πρωί από τον καθρέφτη του ασανσέρ να μας αποκαλύψει τι ήπιαμε χθες βράδυ. Εμείς μπορούμε μάλλον καλύτερα να αξιολογήσουμε τα μύχιά μας. Μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι την τελευταία περίοδο, ας πούμε, έχουν γίνει άλματα στην διαφάνεια και στην ταχύτητα της σχέσης κράτους – πολίτη. Ομως, ακόμη κι εκείνοι που κατόρθωσαν αυτή την αλλαγή αναγνωρίζουν ότι είναι πολύ πιο εύκολο να αλλάξει τις διαδικασίες αφ’ υψηλού, ερήμην του «ανθρώπινου παράγοντα». Μπορούμε, επίσης, να καγχάζουμε με την ελεεινολογία περί «ορμπανοποίησης», καθώς οι περισσότεροι από εκείνους που την εκφράζουν επιδεικνύουν περονιστική αντίληψη για τους θεσμούς. Ομως, όταν ο πυρήνας του κράτους εμφανίζεται διάτρητος στον υπόκοσμο· όταν, παράλληλα, η Δικαιοσύνη, αντί για ανεξάρτητη και δυναμική λειτουργία, παραμένει μια ελεφάντινης βραδύτητας –και παχύτητας– γραφειοκρατία· όταν, στη διασταύρωσή τους, η Δικαιοσύνη καταλήγει να απαλλάσσει τις άκρες του παρακρατικού υποκόσμου, τι περιμένουμε να μας πουν οι κατατάξεις; Το open.gov είναι ένα ακριβό πετράδι στο τσίγκινο στέμμα της ελληνικής δημοκρατίας.

Βάρα τον ένα

Η λαϊκή κυριαρχία καταλήγει ενίοτε σε μια βεβιασμένη επιλογή μεταξύ βαρεμένου και βαρεμένης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή