Πόσο επίκαιρος είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου;

Πόσο επίκαιρος είναι ο Ανδρέας Παπανδρέου;

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η πρόσφατη αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στο γεγονός πως ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν θα συμμετείχε ποτέ σε μια κυβέρνηση με τη Δεξιά (και ακόμη περισσότερο με αυτή τη Δεξιά) παραπέμπει φυσικά στο γνωστό σύνθημα «ο Λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά» και σε μια εποχή παθών αλλά και εντόνων μνημών της μετεμφυλιακής συνθήκης. Από την άλλη, όπως αντέταξε ο Νίκος Ανδρουλάκης, ενώ διεκδικεί τα πρωτεία της «ανδρεϊκότητας», ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ συνέπλευσε και συγκυβέρνησε με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ, στον βωμό του αντιμνημονιακού αγώνος.

Δεν είναι η πρώτη φορά που κονταροχτυπιούνται ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για τον Ανδρέα. Ηδη το 2011, την εποχή των πλατειών, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αρχίσει να φλερτάρει με το ΠΑΣΟΚ, τη Μεταπολίτευση «από τα κάτω» και τη δυναμική της πασοκογενούς γαλαρίας. ««Οι πλατείες θα γεμίσουν 3 του Σεπτέμβρη ξανά», έλεγε ο Αλέξης Τσίπρας στην επέτειο της ιδρυτικής διακήρυξης του ΠΑΣΟΚ. Tέσσερα χρόνια μετά, το 2015, ο ίδιος θα έγραφε για τον Ανδρέα Παπανδρέου: «Διέθετε το πολιτικό αισθητήριο να διαγνώσει την ιστορική στιγμή της Μεταπολίτευσης, τα ζητούμενα και τις μεγάλες δυνατότητες που αυτή άνοιγε». Σ’ αυτή την αναμέτρηση με την κληρονομιά του παρελθόντος, ο Τσίπρας έκανε μια επίκληση του «καλού», πρώιμου ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα, ενάντια στον κυρίαρχο δημόσιο λόγο που το κατηγορούσε για όλα τα δεινά της κρίσης, από το πελατειακό κράτος και τη διαφθορά έως τον λαϊκισμό. Εκείνη τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικούσε τη θετική κληρονομιά της Μεταπολίτευσης, έστω αυτής από τα «κάτω», που το ΠΑΣΟΚ δεν μπορούσε ή δεν κατάφερε να υπερασπιστεί. Και τότε είχε αντιδράσει η νεοεκλεγείσα πρόεδρος του κόμματος Φώφη Γεννηματά. Τα ιερά και τα όσια του ΠΑΣΟΚ είχαν αλλάξει χέρια – ή τέλος πάντων άλλα χέρια βρέθηκαν να τα ψαχουλεύουν. Με αυτή την κίνησή του ο Τσίπρας έπαιρνε αποστάσεις από τη σφοδρή κριτική που είχε παραδοσιακά ασκήσει ο χώρος της ανανεωτικής Αριστεράς στον Ανδρέα, ως κατεξοχήν φορέα λαϊκισμού και δημαγωγίας στη χώρα.

Γιατί όμως τελικά τόση πρεμούρα με τον Ανδρέα; Πόσο relevant είναι στην Ελλάδα του σήμερα και πόσο πολιτικό κεφάλαιο κουβαλάει ακόμη αυτό το όνομα; Οπως καταδεικνύουν και τα εκατοντάδες χιουμοριστικά meme «με το ΠΑΣΟΚ ήταν καλύτερα», για τις νέες γενιές που δεν τον γνώρισαν έχει πλέον περάσει στη σφαίρα της φαντασίας ως ο απόλυτος cult ηγέτης. Από την άλλη, ο Ανδρέας δεν ήταν μόνο σκάνδαλα, Κάρμινα Μπουράνα, «Τσοβόλα δώσ’ τα όλα» και Μιμή, όπως διατείνονται κάποιοι. Ούτε και ήταν ο μόνος υπεύθυνος –παρότι σίγουρα είχε μεγάλο μερίδιο ευθύνης– για την πόλωση και την υπερπολιτικοποίηση του ’80. Αυτές πρέπει να τις κατανοήσουμε μέσα στα ιστορικά συμφραζόμενα της Ελλάδας της Μεταπολίτευσης και όχι μέσα από ένα ηθικολογικό μεταγενέστερο φακό, όπως κάνει, για παράδειγμα, η δημοφιλής σειρά «Τα καλύτερά μας χρόνια». Ο Ανδρέας μέσα από κάποιες γενναίες μεταρρυθμίσεις (ΕΣΥ, κατάργηση προίκας και αδικήματος μοιχείας, μονοτονικό, αναγνώριση Εθνικής Αντίστασης) συνέχισε τις προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, που είχαν ήδη ξεκινήσει από το ’74 και μετά με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, δίνοντας όμως παράλληλα σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, που ήταν αποκομμένο, τη δυνατότητα επανένταξης στον κοινωνικό ιστό. Σαφώς λοιπόν, αυτού του είδους η πολιτική ευστροφία είναι επίκαιρη και διαχρονική. Επιπλέον, τα ευρηματικά σλόγκαν, το νέο πολιτικό λεξιλόγιο και οι πετυχημένες προεκλογικές καμπάνιες του ήταν κομμάτια ενός ευφυούς πολιτικού μάρκετινγκ, που ουδόλως έχει ξεθωριάσει. Δεν είναι λίγοι αυτοί που στο παρελθόν κατηγόρησαν τον Αλέξη Τσίπρα για μιμητισμό, μέχρι και στον τόνο της χαρακτηριστικής φωνής του Παπανδρέου.

Ισως, όταν δεν έχεις τι άλλο καινούργιο να προτείνεις, επιστρέφεις στο παρελθόν, στον «τρίτο δρόμο» για τον σοσιαλισμό και διαγκωνίζεσαι για την πρωτοκαθεδρία στην προσωπολατρία.

Η πολιτική όμως του Ανδρέα ενείχε και πολλά άλλα, όπως τον τριτοκοσμισμό, και ως εκ τούτου τον σκληρό αντιδυτικισμό και (για ένα διάστημα) αντιευρωπαϊσμό του, ρετρό στοιχεία της εποχής, σχεδόν όπως το ζιβάγκο, οι φαβορίτες και η πίπα, που σήμερα μοιάζουν εντελώς εκτός τόπου και χρόνου. Ταυτόχρονα έχουμε μια σειρά από καταφανείς αντιφάσεις: ενώ στήριζε το κράτος πρόνοιας, δήλωνε εχθρός της σοσιαλδημοκρατίας· ενώ δήλωνε διεθνιστής και συμμετείχε στην περίφημη διάσκεψη για την ειρήνη, ταυτόχρονα ήταν σχεδόν μόνιμα επιθετικός και με πατριωτικές κορώνες στην εξωτερική πολιτική· ενώ είχε την οικονομική κατάρτιση ενός καθηγητή του Μπέρκλεϊ, άφησε το κράτος να διολισθήσει σε ελλείμματα, υποτιμήσεις και οικονομικές ατασθαλίες· ενώ δήλωνε πλουραλιστής, λειτουργούσε με προσωποπαγή και αυταρχικό τρόπο εσωκομματικά· και ενώ εισήγαγε τον πολιτικό γάμο στη χώρα και ήταν παντρεμένος με δηλωμένη φεμινίστρια, την ίδια στιγμή έπαιζε τον ρόλο του μάτσο ηγέτη με τις πολλές ερωμένες και τη γνωστή κατάληξη.

Σύμφωνα με τον Αμερικανό ανθρωπολόγο David Kertzer, η εκμετάλλευση των συμβόλων του παρελθόντος αποτελεί απαραίτητο συστατικό στοιχείο των πολιτικών διεργασιών. Ο Ανδρέας ακόμη κινητοποιεί ρεφλέξ – είτε απέχθειας, είτε λατρείας, όπως όλες οι μεγάλες, χαρισματικές, αλλά εν τέλει πολωτικές φιγούρες του παρελθόντος. Πώς μπορεί κανείς όμως να διεκδικήσει, ή έστω να εργαλειοποιήσει, αυτή την περίπλοκη πολιτική κληρονομιά των συνεχών πολιτικών ελιγμών μεταξύ εκσυγχρονισμού και εθνικολαϊκισμού, κάπως «μάγκικων», όπως και τα ζεϊμπέκικά του; Ισως βέβαια ακριβώς αυτή του η αμφισημία να διευκολύνει τις αναφορές σ’ αυτόν κατά το δοκούν. Ισως πάλι όταν δεν έχεις τι άλλο καινούργιο να προτείνεις, να επιστρέφεις στο παρελθόν και να διαγκωνίζεσαι για την πρωτοκαθεδρία στην προσωπολατρία.

Ο κ. Κωστής Κορνέτης διδάσκει Σύγχρονη Ιστορία στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή