H άρση της ασυλίας δεν είναι πραγματικά λύση

H άρση της ασυλίας δεν είναι πραγματικά λύση

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η δημοκρατία βρίσκεται σε κίνδυνο σε όλο τον κόσμο. Σήμερα οι άνθρωποι που ζουν σε δημοκρατίες είναι λιγότεροι απ’ ό,τι πριν από δύο δεκαετίες. Η εναντίωση στη δημοκρατία και στον καπιταλισμό έχει αυξηθεί καθώς οι λαϊκιστές εξαπολύουν «πολιτιστικούς πολέμους» –εκμεταλλευόμενοι σκληρά τους μετανάστες και τις μειονότητες– απευθυνόμενοι στους κοινωνικά και οικονομικά αποκλεισμένους. Το εν λόγω κοκτέιλ το αναδεύουν ποικιλοτρόπως ο Τραμπ, το Brexit, ο Μόντι, η Λεπέν, ο Ορμπαν και η Μελόνι.

Αυτή την εβδομάδα, ένας νεαρός Βαυαρός πολιτικός, μέλος της AfD, συνελήφθη για κατοχή ναζιστικών αναμνηστικών. Σύμφωνα με το γερμανικό σύνταγμα, η κατοχή τέτοιων αντικειμένων απαγορεύεται, το ίδιο και οι ναζιστικοί χαιρετισμοί και ύμνοι.

Στην Ελλάδα, οι ηγέτες της Χρυσής Αυγής βρέθηκαν και αυτοί να κατέχουν ναζιστικά ενθύμια, να μιμούνται ναζιστικούς χαιρετισμούς και να αρνούνται το Ολοκαύτωμα. Ομως ο Νίκος Μιχαλολιάκος και τα άλλα ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής δεν συνελήφθησαν για αυτούς τους λόγους, αλλά επειδή ανήκαν σε οργάνωση που ασκούσε «εγκληματική δραστηριότητα».

Η επόμενη πράξη του ελληνικού δράματος ήρθε όταν η Επιτροπή Δεοντολογίας του Κοινοβουλίου συμφώνησε ομόφωνα να άρει την ασυλία 11 βουλευτών του ακροδεξιού κόμματος των Σπαρτιατών. Οι 11 βουλευτές είναι σήμερα ύποπτοι για εξαπάτηση του εκλογικού σώματος, με το σκεπτικό ότι έλαβαν υποστήριξη και καθοδήγηση από τον Ηλία Κασιδιάρη, τον πρώην υπαρχηγό της Χρυσής Αυγής.

Πρόκειται για θλιβερές, ντροπιαστικές στιγμές για τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Αντί να αντιμετωπιστεί η «ζήτηση» για νεοναζιστικές διαδηλώσεις, επιχειρείται μέσω των δικαστηρίων να αρθεί η «προσφορά» τους. Αυτό είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μια πρόχειρη λύση. Στη χειρότερη, κρύβει το πρόβλημα κάτω από το χαλί.

Αλλα συστήματα θέτουν υψηλό όριο εκλογικής υποστήριξης για την κατάκτηση εδρών στο Κοινοβούλιο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, κανένα αντισυστημικό κόμμα δεν έχει κερδίσει έστω και μία έδρα στο Κοινοβούλιο από το 1950. Το πλειοψηφικό σύστημα καθιστά δύσκολο για τα νέα κόμματα να συγκεντρώσουν υψηλά ποσοστά υποστήριξης συγκεντρωμένα σε συγκεκριμένες περιφέρειες. Η Γερμανία έχει όριο εκλογής το 5%. Τον Ιούνιο, οι Σπαρτιάτες απέσπασαν 12 έδρες στο Κοινοβούλιο με μόλις 4,68% των ψήφων.

Ωστόσο, ούτε οι βρετανικοί ούτε οι γερμανικοί εκλογικοί μηχανισμοί έχουν αποτρέψει την εξάπλωση του ρατσιστικού, ξενοφοβικού εθνικισμού. Στην Αγγλία, τις δεκαετίες 1970 και 1980, ο εθνικισμός αυτός απέκτησε κοινωνική δυναμική στους δρόμους και στους ποδοσφαιρικούς αγώνες. Στην Ελλάδα, τα πρόσφατα βίαια περιστατικά με τους «ultras» της ΑΕΚ, του Αρη και του ΠΑΟΚ είναι παρόμοιας φύσεως. Μετά τις δράσεις ποδοσφαιρικών συλλόγων, η ισλαμοφοβική English Defence League επικεντρώνεται τώρα στη δράση στους δρόμους. Ομοίως, οι νεοναζί που έριξαν βενζίνη σε συρμό του μετρό στο Μοναστηράκι και φέρεται να φώναζαν «κάψτε τους», δείχνουν ότι συνεχίζεται η επιρροή του ξενοφοβικού εθνικισμού, μακριά από το Κοινοβούλιο. Στην πρώην Ανατολική Γερμανία, η AfD διεύρυνε την απήχησή του στον ακροδεξιό εθνικισμό επειδή είδε ότι υπάρχει το ανάλογο έδαφος.

Ομως, και οι διεθνείς έρευνες δείχνουν ότι η κοινή γνώμη μπορεί να περιλαμβάνει σχετικά σημαντικά επίπεδα ρατσιστικών και ξενοφοβικών στάσεων χωρίς αυτές να οδηγούν σε νέα κόμματα στο Κοινοβούλιο, ακόμη και σε πολυκομματικά συστήματα με αναλογική εκπροσώπηση. Και πάλι, δεν υπάρχει σταθερή συσχέτιση μεταξύ της οικονομικής ύφεσης και της ανόδου της Ακροδεξιάς – η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, για παράδειγμα, δεν γνώρισαν άνοδο τέτοιων κομμάτων.

Οι πολιτικοί επιστήμονες παλεύουν εδώ και δεκαετίες με τα ερωτήματα για το πώς να υπερασπιστούν τη δημοκρατία από τους εχθρούς της, διατηρώντας παράλληλα φιλελεύθερες αρχές. Η άρση της ασυλίας των 11 βουλευτών δεν είναι λάθος, αλλά είναι μια έμμεση λύση και μια λύση που κινδυνεύει να είναι επιφανειακή. Αλλες λύσεις «από την πλευρά της προσφοράς», όπως η απαγόρευση της «ρητορικής μίσους», μπορεί να φαίνεται ότι καταργούν τον δημόσιο λόγο αυτού του φαινομένου, αλλά στην πραγματικότητα το καθοδηγούν σε υπόγεια κανάλια. Ούτε μπορούμε, σε μια εποχή «πολιτιστικών πολέμων», να βασιστούμε σε μια οικονομική ανάκαμψη που θα εξαφανίσει τη «ζήτηση». Αντιθέτως, η αποκατάσταση της υγείας της δημοκρατίας θα πάρει χρόνια, θα χρειαστεί δράση στα σχολεία μας, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και θα χρειαστεί πολιτικούς πρόθυμους και ικανούς να αντικρούσουν τις ακροδεξιές πλάνες. Είναι ένας αγώνας γενεών.

Ο κ. Κέβιν Φεδερστόουν είναι διευθυντής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου του London School of Economics.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή