Ο Αρχοντας των Μυγών στους δρόμους της Ελλάδας

Ο Αρχοντας των Μυγών στους δρόμους της Ελλάδας

3' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το άδικο με την αδικία στην καθημερινότητα είναι που δεν μπορείς να ησυχάσεις λεπτό. Να ρίξεις πραγματικά τις άμυνές σου. Μόλις πας να ξεχαστείς, έρχεται κάποιος και σου ρίχνει ένα περίεργο σχόλιο και μετά μπορεί να θέλεις να φιληθείς, αλλά σκέφτεσαι πως θα ενοχλήσεις, για παράδειγμα στο λεωφορείο, μπορεί να μπερδέψεις τους συνεπιβάτες σου, να τους κάνεις να αισθανθούν κάπως, οπότε λες να μη φιληθείς, επειδή κάποιοι μπορεί να ενοχλούνται μ’ αγόρια που φιλούν αγόρια και σκέφτεσαι έτσι παρόλο που όλη μας η συνύπαρξη, το νομικό μας σύστημα συνολικά βασίζεται (και) στην ιδέα πως οι συμπολίτες μας βασικά μάς τη σπάνε. Ναι, μας εξοργίζουν. 

Αλλά υπάρχουν νόμοι, κανόνες συμπεριφοράς και ένας τιθασευμένος πίθηκος μέσα μας που μας επιτρέπουν να μη χαστουκίζουμε αυτούς που πραγματικά μάς ενοχλούν. Ο τρόπος που μιλάνε στα τηλέφωνα, ο τρόπος που περπατάνε, που ανασαίνουν. Ομως, αν είσαι αυτό που ιατρικοποιημένα, νομικοποιημένα και γενικά ξενέρωτα λέμε με το γνωστό ακρωνύμιο («ΛΟΑΤΚΙ») κι αυτό που εμένα μ’ αρέσει να λέω απλώς «διαφορετικοί», μαθαίνεις να μην ενοχλείς. Εσωτερικεύεις δηλαδή μία φαντασίωση που έχουν οι άλλοι, αυτοί που δεν ανήκουν σε κάποια ιατρικοποιημένη κατηγοριοποίηση που στραμπουλίζεις τη γλώσσα σου για να την πεις. Τη φαντασίωση πως έχουν δικαίωμα μέσα σε μία κοινωνία να μην ενοχλούνται. 

Μα δεν γίνεται να μη σ’ ενοχλούν οι άλλοι. Από την ώρα που βγαίνουμε από την είσοδο της πολυκατοικίας μας κάνουμε όλοι τεράστιες παραχωρήσεις. Και λειτουργεί αυτό. Δεν χτυπιόμαστε στον δρόμο. Μ’ εξαίρεση κάποιους. Σαν αυτούς που είπαν να επιτεθούν σε δύο άτομα που ερωτεύονται κάπως διαφορετικά στη Θεσσαλονίκη. Ηθελαν να τα φοβερίσουν; Να δείξουν στην πράξη ότι ο νόμος δεν περνάει στην Αγρια Δύση της ελληνικής επαρχίας; Προσπαθώ να καταλάβω την άλλη πλευρά.

Λογικά θα ζυμώνονται μ’ αυτές τις ιδέες. Μ’ αυτό το μίσος. Μεγαλώνουν στις πολυκατοικίες χωρίς αγάπη, που κάθε τόσο απασχολούν το δελτίο. Μπορεί πλέον τα μικρά να θέλουν απλώς να εκτονώσουν όλες τις εντάσεις που περνάει σαν ρεύμα στο σώμα τους η κοινωνία. Σήμερα δέρνουν ένα τρανς άτομο, αύριο την απουσιολόγο. 

Κι η βία έχει να κάνει και με την ανεργία και τη φτώχεια, τη δυσκολία γενικώς (όχι πως σπανίζουν τα σκάνδαλα πλουσίων που κακοποιούν σε πάρτι ή στα μίζερα πολυτελή τους διαμερίσματα). Θέλω να πω υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που σιχτιρίζουν την κατάστασή τους και είναι έτοιμοι να ξεσπάσουν όπου βρουν. 

Μετά, είναι κι αυτοί που νιώθουν πως έχουν μείνει πίσω. Ο κόσμος αλλάζει. Νιώθουν εκτός. Μερικά υπερβολικά δημοφιλή κανάλια με συνωμοσίες και θεωρίες για τον σύγχρονο κόσμο, τους μιλάνε κάθε νύχτα απευθείας απ’ τον λογαριασμό τους στο whatsapp, το facebook ή μέσα από το στόμα του κολλητού τους στο καφενείο, για να εξηγήσουν «πού πάει η κατάσταση» και γιατί η εναλλακτική σε αυτήν τη «μανία συμπερίληψης» είναι περισσότερο μίσος, περισσότερη εχθρότητα, περισσότερη παράνοια, περισσότερο αυτομαστίγωμα (σε εθνικό και προσωπικό επίπεδο), μία εντατικοποίηση της μιζέριας, για να φτάσει στο εδώ και μη παρέκει, στο σημείο που δικαιολογούνται τα πάντα. 

Η ανικανότητα των πολιτικών που θέλουν δημοκρατία και δικαιώματα να πιάσουν σήμα και να χτίσουν μια επικοινωνία με όσους νιώθουν φοβισμένοι στην είσοδο του σούπερ μάρκετ, ταΐζει ψεύτικες διαιρέσεις. Και φυσικά φταίνε και άλλες «ελίτ» που είναι στον κόσμο τους. Που ανάγουν τα μικρά ζητήματα σε μεγάλα (είναι πραγματικά τόσο κακό να πει κανείς κάτι κακό στο Χ;) και μετά δεν έχουν λόγια όταν συμβαίνει κάτι όντως μεγάλο, όπως μια επίθεση στα καλά του καθουμένου με μόνο κίνητρο το μίσος. 

Προσπαθώ να καταλάβω την άλλη πλευρά, αυτήν που δεν είναι η δική μου. Και δεν καταλαβαίνω. Βλέπω, όμως, το εξής: τα ελληνικά σπίτια έχουν βία μέσα. Και πού και πού χύνεται και προς τα έξω. Οι επιλογές των τραμπούκων είναι επιλογές δειλού. Πλήττουν αυτούς που θεωρούν ότι όλοι θα πλήτταμε, αν μπορούσαμε.

Μες στα μυαλά τους ενεργούν έτσι γιατί τους παίρνει. Σαν μακρείς βραχίονες της δικής μας ευγενικής και επίμονης ικανότητας να ιεραρχούμε τους ανθρώπους σε δυνατούς κι αδύναμους. Βλέπε: «Την κακοποιούσα γιατί την αγαπούσα». Ποιος το λέει αυτό; Μα μόνο κάποιος που νιώθει πως, κατά βάθος, θα τον καταλάβουν και θα του δώσουν συγχώρεση. Οχι νομική, μα άλλου επιπέδου. Κάποιος που ξέρει πως είναι κομμάτι ενός σμήνους εντόμων που θα τον συνδράμει ψυχικά με την ήσυχη παρουσία του (ενώ κρυφά μπορεί και να επιχαίρει). Μήπως το σμήνος είμαστε εμείς; Τον τίτλο του άρθρου και τον προβληματισμό τον οφείλω στο κλασικό βιβλίο του Γκόλντινγκ The Lord of the Flies, που θα διδασκόταν στα Λύκεια, εάν παίρναμε λίγο πιο σοβαρά αυτό που μπορεί να κάνει η παιδεία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT