Γιώργος Λάνθιμος: Παιχνίδια

Γιώργος Λάνθιμος: Παιχνίδια

2' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το λένε «εθνική υπερηφάνεια». Μάλλον όμως εθνική αμηχανία είναι αυτό που μας προκαλεί ο Γιώργος Λάνθιμος. Οι δημόσιοι έπαινοι για την επιτυχία του είναι μοιραία γενικόλογοι. Δεν θα μπορούσαν να αφορούν την ουσία του έργου του. Πώς θα μπορούσε να γίνει αλλιώς;

Γιώργος Λάνθιμος: Παιχνίδια-1Τι θα έπρεπε να του γράφουν οι επινίκιες αναρτήσεις: «Μπράβο, Γιώργο. Δόξασες την Ελλάδα με την ιστορία σου για ένα κορίτσι που ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητά του, ψηλαφητά, σαν οιστρήλατο αγρίμι και μετά, διά της λίμπιντο, επινοεί μόνο του τον εαυτό του»; «Μπράβο, Γιώργο πρωταθλητή, πού έδωσες τα εθνικά χρώματα σε μια φεμινιστική παραβολή, όπου η ηρωίδα που αυτοκτονεί μαζί με το έμβρυό της, καταλήγει να αναγεννηθεί μαζί και χάρη σε αυτό, σε μια τέλεια οντολογική αντιστροφή της έκτρωσης;».

Η αλήθεια είναι ότι οι αλλόκοτες ταινίες του –ας πούμε– «Ελληνα» σκηνοθέτη δεν προσφέρονται για τον θρίαμβο της αγοράς. Αυτές οι υπαρξιακές τραγικωμωδίες –στις οποίες η ματαιότητα της ανθρώπινης περιπέτειας παριστάνεται σαν σπασμωδική εναλλαγή ηδονής και τρόμου– δεν προσφέρονται ούτε για τις μεγάλες τελετές της παγκόσμιας ποπ κουλτούρας.

Ηταν αναμενόμενο ότι οι κριτές θα κατέληγαν στην ασφαλή επιλογή του Οπενχάιμερ. Προέκριναν την παιδαγωγική βράβευση ενός εσχατολογικού έπους, που αφυπνίζει τον θεατή για τον κίνδυνο ανθρωπογενούς συντέλειας του κόσμου.

Εθνική υπερηφάνεια ή εθνική αμηχανία;

Πώς να ανταγωνιστεί αυτό το στέρεο μεγαλούργημα ο μύθος της Μπέλα Μπάξτερ – αυτός ο απελευθερωτικός μύθος για ένα πλάσμα που, παρότι κατασκευάστηκε στο εργαστήριο, συγκροτεί τελικά αυτοσχεδιαστικά την ανθρωπινότητά της, ερήμην των εργοστασιακών ρυθμίσεων που είχε καταστρώσει για εκείνη ο πλάστης της. Αψηφά το βιολογικό της hardware, χρησιμοποιώντας το σώμα που της δόθηκε μόνο σαν δοχείο «χειροποίητου» εαυτού· σαν εργαλείο για να συνδεθεί με τον κόσμο – να τον ταξιδέψει και τον απολαύσει.

Αυτή η δημιουργική τόλμη δεν εκδηλώνεται με τη βαρύτητα που ίσως θα της ταίριαζε. Το αντίθετο. Ο Λάνθιμος ξεχωρίζει όχι επειδή έχει τη φιλοδοξία να οδηγήσει την τέχνη του στις πιο ολισθηρές περιοχές της ύπαρξης. Ξεχωρίζει επειδή σκηνοθετεί αυτό το εγχείρημα περισσότερο σαν παιχνίδι, όπου η ζωή φαίνεται όπως είναι: αντιφατική και άλογη, με ορατή τη γελοιότητα στη φόδρα του δράματος.

Ο μη χορός της Εμα Στόουν, τα τινάγματα του ενήλικου βρέφους που σαν να το τραβάει η μουσική για να το ξεκορμίσει από το σώμα του, είναι ένα φιλοσοφικό σχόλιο για το πώς γίνονται οι άνθρωποι – πώς μαθαίνουν να κάνουν πράγματα για τα οποία δεν τους έχει προγραμματίσει η φύση.

«Τώρα μπορώ να περπατώ, αλλά να μάθω να περπατώ, όχι πια», έγραφε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν. Η Μπέλα του Λάνθιμου είναι ένα όνειρο που μας θυμίζει όχι πώς είναι να ζεις, αλλά πώς είναι να μαθαίνεις να ζεις από το μηδέν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή