«Σπιρτόκουτα» παντού, ολόγυρά μας

«Σπιρτόκουτα» παντού, ολόγυρά μας

3' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μετράμε αριθμούς και ποσοστά αλλά δεν πρόκειται για σπαζοκεφαλιά.

Οι επίσημες καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία στην Ελλάδα είναι περίπου 1.000 κάθε μήνα, με στοιχεία του 2023 («Κ», 6/10/2023). Τα χαρακτηριστικά είναι λίγο έως πολύ κοινά: φωνές, απειλές, ξυλοδαρμοί, φόβος, διαρκής απειλή, ένας εφιάλτης με σταθερή ή αυξανόμενη ένταση. Η κακοποιητική συμπεριφορά, κάποτε, έχει και μοιραία κατάληξη. Τα θύματα δυσκολεύονται να μιλήσουν, όσο κι αν πλέον όλο και περισσότερα προσέρχονται στις αρμόδιες υπηρεσίες και δομές.

Τι συμβαίνει όμως και τα «σπιρτόκουτα» άρχισαν να αναφλέγονται το ένα μετά το άλλο, με αυξανόμενους ρυθμούς; Ο εγκλεισμός εξαιτίας του κορωνοϊού είναι μια εξήγηση, αλλά δεν επαρκεί. Πριν από 22 χρόνια, η ομότιτλη ταινία του Γιάννη Οικονομίδη («Σπιρτόκουτο») ήταν η πρώτη ισχυρή γροθιά στο όλο και πιο σημαδεμένο πια πρόσωπο της «ελληνικής οικογένειας». Γυμνός ρεαλισμός, ακραίος, απροκάλυπτος. Στη διάρκεια των δύο δεκαετιών από την πρώτη προβολή, έγινε μέρος της ποπ κουλτούρας. Αποτυπώθηκε σε γκράφιτι, σε βίντεο, οι ατάκες της ταινίας τυπώθηκαν σε μπλουζάκια, μεταφέρθηκε στο θέατρο, παρουσιάστηκε ως μιούζικαλ. Η επιτυχία που σημειώνει θα μπορούσε και να εκληφθεί ως ξόρκι της πραγματικότητας.

Ας επαναλάβουμε την υπόθεση: μια φαινομενικά «κανονική» οικογένεια (πατέρας, ιδιοκτήτης καφετέριας, μητέρα, δύο μεγάλα παιδιά, κουνιάδος, εξαδέλφη), που ζει σε διαμέρισμα στον Κορυδαλλό, αντιμετωπίζει την καθημερινότητα στη διαπασών. Απευθύνονται διαρκώς ο ένας στον άλλον με βρισιές και μπινελίκια. H μεταξύ τους επικοινωνία, για τα απλά και χρειώδη, αγγίζει δυσβάστακτα ντεσιμπέλ. Αμείωτος λεκτικός κανιβαλισμός. Δεν συζητούν οι ήρωες της ταινίας· επιτίθενται σαρκοφαγικά ο ένας στον άλλον.

Πώς μπορεί να επεξεργαστεί κανείς την αντίφαση ενός κόσμου που αυξάνει τα ντεσιμπέλ για να ακουστεί, αλλά ενώ κραυγάζει κωφεύει;

Ο σκηνοθέτης, τότε, μεγαφώνισε μια κρυμμένη αλήθεια. Σήμερα, τα σημάδια είναι απολύτως εμφανή στο σώμα της κοινωνίας. Και αμακιγιάριστα. Τα «σπιρτόκουτα» με τους ενοίκους τους πολλαπλασιάστηκαν, βρίσκονται παντού ολόγυρά μας, εξακτινωμένα σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Δεν περιορίζονται κυρίως σε μικροαστικές ή λούμπεν εκδοχές οικογένειας, αλλά περιλαμβάνουν και αστικά στρώματα, καταγράφονται σε όλα τα μορφωτικά επίπεδα. Η ενδοοικογενειακή βία δεν είναι αναλφάβητη ή με απολυτήριο γυμνασίου, μπορεί να έχει και μεταπτυχιακό. Θύματα δεν είναι μόνο γυναίκες με περιορισμένη παιδεία. Ειδικοί για τα θέματα αυτά, σε συνεντεύξεις τους, έχουν επανειλημμένως τονίσει ότι «αντιμετωπίζουν περιστατικά με άτομα που πιθανώς κανείς δεν θα πίστευε πως κακοποιούνταν».

Η δημοσιοποίηση και οι συζητήσεις βοηθούν αναμφίβολα στην αποκάλυψη και στην έκκληση για βοήθεια. Και το περιβάλλον (όχι μόνον συγγενείς, αλλά και γείτονες) είναι, πλέον, ευαισθητοποιημένο και παρεμβαίνει. Βήματα έχουν γίνει στη χώρα μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν συμβαίνουν τραγικά λάθη ή ότι δεν υπάρχουν αναφορές για κακούς χειρισμούς υποθέσεων. Ομως, το πυρηνικό ερώτημα παραμένει: Γιατί η συμβίωση, συχνά πια, εξελίσσεται κακοποιητικά όχι μόνο ανάμεσα στους συζύγους/συντρόφους, αλλά έχει αντίκτυπο, μοιραία, και στα παιδιά της οικογένειας; Η έξαρση της παραβατικότητας των ανηλίκων δεν είναι ξεχωριστό κεφάλαιο, αλλά συνδεδεμένο με την ατμόσφαιρα του σπιτιού (εφόσον υφίσταται, έστω και στοιχειωδώς, συγκροτημένο σπίτι).

Πώς εξελίσσεται η επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους; Ολο και πιο κωδικοποιημένα, όλο και πιο δύσθυμα, είναι μια προφανής απάντηση. Παρότι η ταχύτητα προσέγγισης ξεπερνάει καμιά φορά και την ίδια τη δυνατότητα του αποστολέα – παραλήπτη του «μηνύματος», λείπουν οι λέξεις για να διατυπώσουν τις σκέψεις – ενδεχομένως η σιωπή να είναι και πιο γενικευμένη. Το εσωτερικό κενό, ο εσωτερικός κόσμος που δεν συγκροτείται. Οι πλασματικές ανάγκες, οι διαρκώς νεο-ανάγκες που δεν ανταποκρίνονται σε συναισθήματα. Ο κυνισμός που εδραιώνεται ως νεο-συνθήκη μαζί με τις ακραίες εκφάνσεις του. Το αίτημα αποδοχής και αγάπης (του παιδιού από τον γονέα) που παραμένει, επί της ουσίας, αναπάντητο.

Πώς μπορεί να επεξεργαστεί κανείς την αντίφαση ενός κόσμου που ενώ μοιάζει όλο και πιο κοντινός και διασυνδεδεμένος τόσο αποκόβεται από τη χαρά της συνύπαρξης; Που αυξάνει τα ντεσιμπέλ για να ακουστεί, αλλά ενώ κραυγάζει κωφεύει; Εύφλεκτος όσο ένα σπιρτόκουτο, εκτεθειμένος όσο ο άνυδρος τόπος στις υψηλές θερμοκρασίες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή