«Γυναικοκτονία», ο όρος και η ορατότητα

«Γυναικοκτονία», ο όρος και η ορατότητα

3' 0" χρόνος ανάγνωσης

Ο όρος «γυναικοκτονία» αποτελεί νεολογισμό, μια καινούργια λέξη που δεν τη βρίσκουμε (ακόμη) σε λεξικά της κοινής νεοελληνικής και χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη. Η λέξη έχει προκύψει κατ’ αναλογία με την αγγλική λέξη femicide/feminicide και τα λόγια δάνεια της κοινής νεοελληνικής «ανθρωποκτονία», «μητροκτονία» ή «πατροκτονία» μέσα από τον συνδυασμό του α΄ συνθετικού «γυναίκα» και του β΄ συνθετικού «-κτονία» με λόγια προέλευση (βλ. Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, 1998) που δηλώνει θανατηφόρο εγκληματική ενέργεια εναντίον του προσώπου που δηλώνει το α΄ συνθετικό (ανθρωπο-, μητρο-, πατρο-, γυναικο-). Στην περίπτωση της γυναικοκτονίας η εγκληματική ενέργεια αναφέρεται στη δολοφονία γυναικών επειδή είναι γυναίκες, δηλαδή στην πιο ακραία έκφραση μισογυνισμού ή αλλιώς αστυνόμευσης της εφαρμογής των κανόνων της πατριαρχίας από την πλευρά των γυναικών και βίαιης τιμωρίας όσων γυναικών αποκλίνουν από αυτούς τους κανόνες. Εφόσον η λέξη γυναικοκτονία είναι σύμφωνη με τους κανόνες λεξικού σχηματισμού της ελληνικής (άρα δεν τίθεται ζήτημα «γραμματικής ορθότητας») και δηλώνει μια ενέργεια/συμπεριφορά αντικειμενική, γιατί ενοχλεί η χρήση της λέξης στον δημόσιο λόγο και γιατί καταγράφονται ισχυρές αντιστάσεις στη νομική της καθιέρωση;

Ενα από τα επιχειρήματα που διατυπώνονται κατά της νομικής αναγνώρισης του όρου είναι ότι η γυναικοκτονία είναι ανθρωποκτονία, δηλαδή η ανθρωποκτονία αποτελεί τον υπερκείμενο όρο που εγκλείει τη γυναικοκτονία ως υποκείμενο όρο/υπώνυμο, εφόσον η λέξη άνθρωπος (α΄ συνθετικό της λέξης ανθρωποκτονία) έχει γενική σημασία και εμπεριέχεται στη σημασία του όρου γυναίκα (και άνδρας). Είναι πράγματι τόσο συμπεριληπτική ως προς το φύλο η νοητική αναπαράσταση που πυροδοτεί το ουσιαστικό με αρσενικό γραμματικό γένος «άνθρωπος»; Το μορφολογικό σημάδεμα του αρσενικού φύλου στη λέξη «άνθρωπος» επιβάλλει περιορισμούς στην ερμηνεία του φύλου του αναφερόμενου προσώπου και συνδέεται με τη γενικευτική χρήση του αρσενικού γένους, δηλαδή τη χρήση γλωσσικών στοιχείων που γραμματικοποιούν τη σημασιακή πληροφορία του αρσενικού φύλου για αναφορά σε άνδρες και γυναίκες ή σε πρόσωπα αγνώστου φύλου (π.χ. στην πρόταση «οι μαθητές δίνουν εξετάσεις», το αρσενικό ουσιαστικό «μαθητές» χρησιμοποιείται για αναφορά στο σύνολο του μαθητικού πληθυσμού). Το αρσενικό φύλο που κωδικοποιείται μορφολογικά αποτελεί το «όχημα» που μας επιτρέπει την πρόσβαση στην έννοια «στόχο» του ανθρώπινου/καθολικού. H σύμβαση αυτή προϋποθέτει την ιδεολογία της ανδρικής κυριαρχίας και γυναικείας υποτέλειας, ειδικότερα τη στερεοτυπική συσχέτιση του άνδρα με τη νόρμα και της γυναίκας με την απόκλιση από τη νόρμα (ο άνδρας είναι πρωτοτυπικό μέλος της κατηγορίας «άνθρωπος» ενώ η γυναίκα υποδεέστερο μέλος). Ετσι, η γενικευτική χρήση του αρσενικού συντηρεί τον σεξισμό ως ιδεολογικό σύστημα αιτιολόγησης της πατριαρχίας: υπάρχει έμφυλη ανισότητα γιατί οι άνδρες τελικά είναι «περισσότερο άνθρωποι» από τις γυναίκες. Ερευνες στην κοινωνιογλωσσολογία έχουν δείξει ότι η γενικευτική χρήση του αρσενικού συσχετίζεται με την ισχυρή τάση ερμηνείας των αναφερόμενων προσώπων ως αρσενικών. Ο «άνθρωπος» δεν ξεφεύγει από αυτή την ψευδογενικευτική χρήση (βλ. Μακρή – Τσιλιπάκου 1989), καθώς συχνά καθοδηγεί τα ομιλούντα άτομα στην ερμηνεία του προσώπου αναφοράς ως αρσενικού. Για τον λόγο αυτό μας φαίνονται μη αποδεκτές προτάσεις όπως «ο άνθρωπος έχασε πολύ αίμα στη γέννα» ή «ο άνθρωπος θηλάζει και έχει μήτρα».

Με βάση τα παραπάνω, θα λέγαμε ότι η χρήση του όρου «ανθρωποκτονία» αποκρύπτει γνωσιακά την έμφυλη διάσταση του εγκλήματος της γυναικοκτονίας, γιατί καθιστά νοητικά περίοπτο το αρσενικό φύλο. Αντίθετα, ο όρος «γυναικοκτονία» βοηθά να γίνει ορατή στο επίπεδο της συμβολικής αναπαράστασης η γυναικεία διαφορά ως πεδίο άσκησης εξουσίας, ελέγχου και βίας. Αν δεχτούμε ότι η γλώσσα μεσολαβεί στον τρόπο που ερμηνεύουμε την εμπειρία και άρα ο γλωσσοκεντρισμός των κοινωνικοπολιτισμικών φαινομένων είναι ώς έναν βαθμό αναπόφευκτος, τότε θα συμφωνήσουμε ότι η υιοθέτηση του όρου «γυναικοκτονία» αποτελεί ένα χρήσιμο και αναγκαίο εργαλείο κατηγοριοποίησης της πραγματικότητας που συμβάλλει στην αναγνώριση του μισογυνισμού και μας καθοδηγεί σε συνήθειες ατομικής και συλλογικής σκέψης και δράσης για την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας.

*Η κ. Aγγελική Αλβανούδη είναι κοινωνιογλωσσολόγος στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή