Μετά την κρίση

2' 9" χρόνος ανάγνωσης

Δεν χρειαζόμασταν τους Financial Times για να μας πουν κατάμουτρα ότι φτωχύναμε. Βγήκαμε από τα μνημόνια, πήραμε την επενδυτική βαθμίδα, ο τουρισμός πάει από ρεκόρ σε ρεκόρ, αλλά η αγοραστική μας δύναμη είναι τελευταία ανάμεσα στις χώρες της Ζώνης του Ευρώ και δεύτερη από το τέλος στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Τα στοιχεία είναι τόσο ταπεινωτικά που αμέσως επιστρατεύεις μηχανισμούς άρνησης: μήπως φταίει η μαύρη οικονομία; Αλλά από την άλλη: δεν θα έχει παραοικονομία η Ρουμανία; Ή η Βουλγαρία, ο νέος μας αντίπαλος στο ντέρμπι των ουραγών;

Επειδή τα πράγματα πήγαν λίγο καλύτερα μετά το 2018 και κυρίως επειδή μια ημιθανής οικονομία έδειχνε να επιστρέφει σε μια στοιχειώδη κανονικότητα έχοντας να παρουσιάσει ορισμένες αρκετά καλές επιδόσεις στους μακροοικονομικούς δείκτες, καλλιεργήθηκε η ψευδαίσθηση ότι η ελληνική οικονομία… πετάει. Αυτό όμως που δεν λέγεται είναι ότι τη δεκαετία του 2010, τη μεγάλη δεκαετία της ελληνικής κρίσης χρέους, ενώ εμείς χάναμε σε τρία χρόνια το ένα τέταρτο του ΑΕΠ, οι χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ όχι μόνο κάλυπταν το έδαφος, αλλά σταδιακά μας άφηναν πίσω όσον αφορά την κατά κεφαλήν αγοραστική δύναμη. Δεν είναι μόνο ότι οι μισθοί μας μειώθηκαν ή έμειναν στάσιμοι, το βασικό πρόβλημα παραμένει το υψηλό κόστος ζωής σε ένα περιβάλλον παρατεταμένης ακρίβειας και έλλειψης ουσιαστικού ανταγωνισμού σε βασικές οικονομικές δραστηριότητες.

Θέλαμε να ξεχάσουμε γρήγορα το δράμα της δεκαετίας του 2010. Και τώρα το βρίσκουμε συνέχεια μπροστά μας.

Αυτή η κεφαλαιώδης ανισορροπία καλλιεργεί ένα κλίμα χαμηλών προσδοκιών που εξαπλώνεται (και αποτυπώνεται) παντού: από την αδυναμία μας να πάμε διακοπές στα ελληνικά νησιά το καλοκαίρι μέχρι την κατάσταση των υποδομών μας και την εικόνα των πόλεων. Μπείτε σε ένα λεωφορείο, κατεβείτε στο λιμάνι του Πειραιά το καλοκαίρι, πάρτε τον προαστιακό, περπατήστε τη Σταδίου ή την Ακαδημίας και θα βιώσετε ένα αίσθημα κλειστού ορίζοντα και φθοράς. Είναι δυνατόν μια χώρα που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης από το 1981 και έχει απορροφήσει πακτωλούς χρημάτων όλα αυτά τα χρόνια να μην μπορεί να συντηρήσει τους ενημερωτικούς ηλεκτρονικούς πίνακες άφιξης των τρένων στο σχετικά νέο δίκτυο του προαστιακού σιδηροδρόμου; Είναι δυνατόν να κυκλοφορούν στους δρόμους ξεχαρβαλωμένα λεωφορεία που εμφανίζονται με συχνότητα 30 ή και 40 λεπτών την ώρα; Είναι δυνατόν οι δύο μεγαλύτερες αστικές αναπλάσεις στην Αθήνα (Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και τώρα το Ελληνικό) να υλοποιούνται αποκλειστικά από ιδιωτικούς φορείς; Και η ανάπλαση του Φαληρικού Ορμου να εκκρεμεί εδώ και σχεδόν 20 χρόνια;

Ναι, φτωχύναμε. Το ξέρουμε, το βλέπουμε. Τώρα που τα πράγματα πηγαίνουν στοιχειωδώς καλύτερα, οφείλουμε να κοιτάξουμε όσα έμειναν πολύ πίσω αυτά τα δύσκολα χρόνια. Είναι μια επένδυση για το μέλλον και μια στοιχειώδης ένεση αυτοπεποίθησης σε έναν κόσμο που έχει περάσει πολλά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή