Μια Ευρώπη για την οποία αξίζει να τσακωθούμε

Μια Ευρώπη για την οποία αξίζει να τσακωθούμε

3' 52" χρόνος ανάγνωσης

Αφορμή ήταν το ερώτημα: Και τώρα που τα κόμματα αποκάλυψαν πανηγυρικά τις λίστες των υποψηφίων τους για τις ευρωεκλογές, τι περιμένουμε να ακούσουμε από αυτούς; Η δική μου απάντηση θα ήταν μια παράφραση της γνωστής ταινίας του Γκοντάρ: δύο ή τρία πράγματα που θα ήθελα να ξέρω για την Ευρώπη. Διότι ξεχνάμε καμιά φορά ότι αυτές οι εκλογές αφορούν πρωτίστως την Ευρώπη, έτσι απορροφημένοι που είμαστε στα εθνοκεντρικά γυαλιά μας – συμβαίνει και σε άλλες χώρες, δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Και είναι βέβαια εύλογη η προσπάθεια κομμάτων και υποψηφίων να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των ψηφοφόρων με το διόλου ανακριβές επιχείρημα ότι στις ευρωκάλπες και στο Ευρωκοινοβούλιο συν-αποφασίζουμε για ζητήματα που αφορούν άμεσα τη ζωή μας εδώ, στη νοτιοανατολική άκρη της ηπείρου μας.

Ωστόσο, η «Ευρώπη» είναι ένα ζήτημα με τη δική του αυτοτέλεια. Πώς αποτιμάμε την πορεία που έχει πάρει αυτό το εξαιρετικά πρωτότυπο και αδιανόητα σύνθετο θεσμικό οικοδόμημα που αρχίσαμε να χτίζουμε την επαύριον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Και κυρίως, πού θέλουμε να πάει;

Για να απαντήσω λοιπόν στο αρχικό ερώτημα, θα ήθελα να ακούσω μια συνεκτική, αλλά οξεία κριτική για την πορεία που έχει πάρει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Ακούγεται παράδοξο, αλλά δεν είναι: εάν κανείς θέλει να είναι σήμερα ευρωπαϊστής, να τάσσεται δηλαδή με την εμβάθυνση του ευρωπαϊκού σχεδίου, οφείλει να είναι αυστηρός με την αδιαφορία και την αδράνεια που εκπέμπει η σημερινή «Ευρώπη».

Αν το πούμε ακόμη πιο παράδοξα και προκλητικά, η πιο «ευρωπαϊκή» στιγμή της Ε.Ε. ήταν τα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Τα χρόνια που διατυπώθηκαν ο πιο ισχυρός έπαινος και ο πιο οξύς ψόγος για το ενωσιακό εγχείρημα, τα χρόνια που πολωθήκαμε, που τσακωθήκαμε, που χαλάσαμε φιλίες ή που ανακαλύψαμε νέες έχοντας ως επίδικο, μεταξύ άλλων, και μια ιδέα της Ευρώπης. Εν ολίγοις, σε μια συγκυρία στην οποία η Ε.Ε. υπήρξε πιο πολιτική υπόθεση από ποτέ.

Πώς αποτιμάμε την πορεία που έχει πάρει αυτό το εξαιρετικά πρωτότυπο και αδιανόητα σύνθετο θεσμικό οικοδόμημα που αρχίσαμε να χτίζουμε την επαύριον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Και κυρίως, πού θέλουμε να πάει;

Το επιχείρημα που είχε διατυπωθεί τον καιρό εκείνο, από τη σκοπιά ενός υποτιθέμενου ή ειλικρινούς ευρωπαϊσμού, ότι δηλαδή θα πρέπει να υποστείλουμε τις σημαίες της κριτικής στην Ε.Ε. γιατί έτσι εκτρέφεται ο ευρωσκεπτικισμός, ήταν, νομίζω, εντελώς άστοχο. Τίποτα δεν αναζωογονεί την «Ευρώπη» περισσότερο από το να γίνεται πολιτικό διακύβευμα· τίποτα πιο φιλοευρωπαϊκό από την αίσθηση των ανθρώπων ότι η «Ευρώπη» είναι κάτι που τους αφορά – είτε για το καλό είτε για το κακό.

Το πραγματικό ερώτημα, επομένως, θα ήταν: Πείτε μας μια καλή ιδέα για την Ευρώπη. Μια ιδέα που θα μας κάνει ξανά να τσακωθούμε για κάτι που έχει νόημα. Ισως η τελευταία τέτοια καλή ιδέα ήταν στις αρχές της οικονομικής κρίσης, η «μετριοπαθής πρόταση» για την έκδοση ευρωομολόγου, για την αμοιβαιοποίηση δηλαδή του ευρωπαϊκού χρέους με στόχο πολιτικές ανάκαμψης αντί πολιτικές λιτότητας. Μπορεί η πρόταση να απορρίφθηκε μετ’ επαίνων, καθώς οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις της Ε.Ε. δεν κατόρθωσαν να βρουν μια διέξοδο από το χρυσό κλουβί της λιτότητας στο οποίο εγκλώβισε ολόκληρη την ήπειρο η χριστιανοδημοκρατική εμμονή. Ή μπορεί να χλευάστηκε ως απλοϊκή λύση σε ένα απείρως πιο σύνθετο πρόβλημα. Ωστόσο πυροδότησε μια συζήτηση που αφορούσε την καρδιά του προσανατολισμού της Ε.Ε.

Μια άλλη ξεχασμένη (καλή) ιδέα είναι το αίτημα για ενίσχυση του Ευρωκοινοβουλίου ώστε να ασκεί πολιτικό έλεγχο, δηλαδή δημοκρατικό έλεγχο, στα ανέλεγκτα όργανα των ευρωπαϊκών θεσμών – και κυρίως στις κεντρικές τράπεζες. Με άλλα λόγια, η επέκταση του πεδίου της δημοκρατικής εκπροσώπησης σε υπερεθνικό επίπεδο, που αποτελεί απαράβατο όρο για την ουσιαστική πολιτικοποίηση του ευρωπαϊκού κοινού μας πρότζεκτ.

Ή ακόμη, εάν συμφωνούμε ότι η παρόξυνση των ανισοτήτων απειλεί σήμερα όχι μόνο την ευημερία μας αλλά και τη σταθερότητα των δημοκρατιών μας, θα είχε ενδιαφέρον να ακούγαμε κάποιες τολμηρές ιδέες για ένα ενιαίο ευρωπαϊκό σύστημα φορολογίας και αναδιανομής – τα βιβλία του Τομά Πικετί, ας πούμε, περιέχουν πολύ χρήσιμες σελίδες επ’ αυτού. Οπως και να ‘χει, θα ήταν πιο παραγωγικό από το να παρακολουθούμε την αποτελματωμένη Ε.Ε., όπου οι Ευρωπαίοι πολίτες αγνοούν (και όχι άδικα) το όνομα της προέδρου της Κομισιόν, να προσπαθεί να αρπαχθεί από τις πολεμοχαρείς κραυγές για να προσδώσει ένα κάποιο νόημα στην «Ευρώπη».

Εάν είναι να ξαναβρούμε έναν σκοπό για το κοινό μας ευρωπαϊκό σπίτι, που το θεμελιώσαμε ακριβώς για να εξορίσουμε τον πόλεμο από την ήπειρό μας, επείγει να διατυπώσουμε ορισμένες ιδέες για το μέλλον του – ας είναι αφελείς ή προκλητικές ή ανεφάρμοστες. Ως προς αυτό, ισχύει πάντα αυτό που έγραψε κάποτε ο Μίλτον Φρίντμαν: «Αυτό είναι το βασικό μας καθήκον: να αναπτύσσουμε εναλλακτικές προς τις υπάρχουσες πολιτικές, να τις διατηρούμε ζωντανές και διαθέσιμες, έως ότου το πολιτικώς αδύνατο να γίνει πολιτικώς αναπόφευκτο».

*O κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός επιστήμονας, συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή