Μια εξουσία παντοτινή και αιματοβαμμένη

Μια εξουσία παντοτινή και αιματοβαμμένη

3' 54" χρόνος ανάγνωσης

Το ορθόδοξο Πάσχα έγινε ανάμεσα σε δυο πολέμους. Παρακολουθώ κι εγώ, όπως όλοι, μα δεν καταλαβαίνω. Δεν μπορώ να κοιτάζω τσουβαλιασμένα πτώματα σε σακούλες, ούτε το κέλυφος κτιρίων που κάποτε ήταν σχολεία, νοσοκομεία, δικαστήρια. Δεν με νοιάζει ποιοι πήγαιναν εκεί. Τι θρήσκευμα έχουν, τι γλώσσα μιλούν. Δεν περιμένω να δω τις σημαίες, για να νιώσω αποτροπιασμό. Κανείς δεν σκέφτεται πραγματικά έτσι. Οι περισσότεροι άνθρωποι μάλλον θέλουν απλώς το σταμάτημα της αιματοχυσίας, το τέρμα μιας διαδικασίας όπου η εξουσία κόβει τους δεσμούς με τη νομιμοποιητική βάση της. Η νομιμοποίηση της εξουσίας είναι το κοινό καλό. Η δημοκρατία έχει μέσα της μια συναρπαστική ιδέα: η εξουσία είναι προσωρινή, όσοι/όσες την κατέχουν εναλλάσσονται και μπορούν ν’ απολυθούν όταν πάψουν να φροντίζουν το κοινό καλό.

Βλέποντας τον Ρώσο πρόεδρο να ξαναορκίζεται, σκεφτόμουν ότι η αποστειρωμένη ατμόσφαιρα του μέρους ήταν μία προέκταση της πνευματικής, πολιτικής και διανοητικής ζωής που έχουν περιπέσει σε μαρασμό. Ο σίγουρος δρόμος να επιφέρεις στη δημοκρατία συντριπτικό πλήγμα είναι να τρομοκρατήσεις τον «δήμο». Αν θέλεις να μείνεις για πάντα στην εξουσία, πρέπει να εξολοθρεύσεις τους αντιπάλους σου. Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης νοσηλεύτηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, φυλακίστηκε και μετά πέθανε. Εφημερίδες που πήγαιναν κόντρα κλείσανε, δημοσιογράφοι γράφουν από αλλού, στα κρυφά ή καθόλου. Καλλιτέχνες κατασυκοφαντήθηκαν, σκηνοθετούν στο εξωτερικό, κάνουν περιοδείες μιλώντας για τα δικαιώματα. Νέοι με πολιτική σκέψη βγήκαν στην Ευρώπη όπου και μένουν κάνοντας ό,τι δουλειές βρουν, αρκεί να μην ξαναγυρίσουν στο σκοτάδι.

Το κοινό παρακολουθούσε το σόου της ορκωμοσίας, που θα είχε προβαριστεί δεκάδες φορές. Οι στρατιώτες παρήλαυναν. Εβγαιναν φωτογραφίες με τα κινητά. Σχεδόν μπορούσες να ξεχαστείς βλέποντας όλο αυτό το παλιομοδίτικο γκλάμουρ, τις στολές, τα φώτα, την απόλυτη πειθαρχία. Μπορούσες να παραβλέψεις όλα όσα στριμώχνονταν κάτω από το χαλί. Τους φτωχούς Ρώσους, τη δύσκολη ζωή, το ξύλο, τις επιθέσεις σε γκέι/γυναίκες/καλλιτέχνες, την τρομοκρατία σε εφημερίδες, τη σκουριά της διαφθοράς, το πηχτό ρεύμα των οικονομικών συμφερόντων της ολιγαρχίας να ρέει κάτω απ’ όλη αυτή τη σάπια δομή, τη συνωμοσιολογία, τον παρεμβατισμό στη ζωή άλλων εθνών, τον πόλεμο. Υποθέτω μπορεί κανείς να ταξιδέψει στη Μόσχα και να μη δει τίποτα απ’ αυτά. Να κάνει μια βόλτα στο κέντρο, ν’ αγοράσει μπάμπουσκες και να γυρίσει στη χώρα του. Κάποιοι –τουρίστες στο μυαλό– το λένε κιόλας απροκάλυπτα: μια χαρά είναι, να πας για λίγες μέρες. 

Ποιον αφορά πραγματικά η δημοκρατία; Τι σκέφτονταν οι πολίτες που διαδήλωναν στο Ισραήλ πριν από τον πόλεμο και τι έκανε τους πολίτες να βγουν στους δρόμους διαφόρων πόλεων τις προηγούμενες ημέρες ζητώντας την ειρήνη που θα σταματήσει την εξολόθρευση μικρών Παλαιστινίων (δεν υπάρχει κάποια δικαιολογία για την εξόντωση παιδιών); Τι σκέφτονταν οι Ρώσοι αντιφρονούντες πριν τελικά εξοριστούν ή κρυφτούν; Τι κάνει τους ανθρώπους να υπερασπίζονται αυτό το ατελές σύστημα που, όμως, έχει στον πυρήνα του την ιδέα της προσωρινής εξουσίας που ελέγχεται και τελεί υπό μία διαρκή αίρεση.

Ας δούμε τι έλεγε κάποιος που έζησε σ’ ένα ανελεύθερο καθεστώς. Τα πράγματα πάνε καλά με όσους αγαπούν την εξουσία, ώσπου δεν πάνε καλά. Ξεκινάει το αιματοκύλισμα. Ο Leszek Kolakowski (γεν. 1927, Πολωνία) όταν ήταν νέος είχε γράψει ένα φυλλαδιάκι με όλα τα δεινά της ζωής στον «σοσιαλισμό» – έτσι το λέει αυτός, γιατί γράφει το 1956, και μάλιστα πληγωμένος, επειδή τα φυλλαδιάκια του κατάσχονται και λογοκρίνονται, ενώ ο ίδιος χάνει τη δουλειά του και το δικαίωμα να δημοσιεύει σύντομα δοκίμια ή φιλοσοφικές μελέτες. Αυτός ο άνθρωπος, λοιπόν, κάνει μια λίστα με τα δεινά της ζωής σε καθεστώς στέρησης θεμελιωδών ελευθεριών. Ποιο είναι το πιο απαίσιο κράτος, αναρωτιέται;

Η λίστα του είναι πολλές σελίδες και κάπως πνιγηρή. Σταχυολογώ: αυτό που καταπιέζει άλλα έθνη, που θέλει οι πολίτες του να έχουν ίδιες απόψεις σε θέματα φιλοσοφίας, εξωτερικής πολιτικής, οικονομίας, ηθικής και λογοτεχνίας, ένα κράτος που μπορεί να σου φερθεί όπως θέλει και μετά να σε εξευτελίσει. Ενα κράτος με περισσότερους κατασκόπους παρά νοσοκόμες, περισσότερο χώρο στις φυλακές παρά στα νοσοκομεία, ένα κράτος που δεν θα θυσίαζε τίποτα για καμία ανώτερη αρχή και όπου οι εργάτες δεν έχουν καμία επιρροή στην κυβέρνηση. Αυτά λέει. Κι άλλα πολλά.

Σε κάποιο σημείο προσθέτει, όμως, και κάτι που το βρήκα συγκλονιστικό. Λέει: «Η κοινωνία είναι πολύ θλιμμένη» (Kolakowski, Is God Happy?, Penguin Classics, σελ.22). Απηχεί εδώ την αμερικανική ιδέα περί «δικαιώματος στην ευτυχία;» ή απλώς μιλάει εντελώς εμπειρικά, αντλώντας από τη ζωή στη Βαρσοβία το 1956; Ποιος ξέρει. Σκέψη, όμως, που και σήμερα φέρνει ανατριχίλα. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς πού βρίσκουν το θάρρος κάποιοι άνθρωποι και καταγγέλλουν την ασφυκτική ζωή στον τόπο τους, παρά την αναξιοπρεπή μεταχείριση, ή που παίρνουν τον δρόμο της εξορίας, ώστε να παραμείνουν ακηδεμόνευτοι: ή θα τα πουν ή θα τους καταπιεί η θλίψη, αυτό που κάνει τους πολίτες άνευρα ζόμπι χωρίς τη σπίθα της διαφωνίας και του ελέγχου της εξουσίας μέσα τους. Αν βγάλεις από τη δημοκρατία τον «δήμο», τι μένει;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT