H επόμενη μάχη

5' 41" χρόνος ανάγνωσης

Ολοι οι φόβοι φαίνεται, για την ώρα, να διαψεύδονται. H παγκόσμια συμμαχία κατά της τρομοκρατίας, ακόμη και με τις ισλαμικές χώρες, άντεξε στους κλυδωνισμούς των στρατιωτικών επιχειρήσεων, οι αμερικανικές δυνάμεις δεν βούλιαξαν σε τέλμα σαν εκείνο που τις εξευτέλισε στο Βιετνάμ ή που εξευτέλισε τη σοβιετική (τότε) υπερδύναμη στο ίδιο το Αφγανιστάν, χημικά ή πυρηνικά αντίποινα μαζικής καταστροφής δεν υπήρξαν, οι βομβαρδισμοί κατόρθωσαν να εκμηδενίσουν την κεντρικότερη ίσως πηγή οργάνωσης και τροφοδοσίας της τρομοκρατίας με θύματα τελικώς λιγότερα από όσα προκαλούσε το εκεί καθεστώς στους αντιφρονούντες πολίτες του και, βεβαίως, απείρως λιγότερα από όσα προκάλεσε η τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου. Αυτά όλα συγκροτούν μια πρώτη νίκη – και ένα δίδαγμα για ηγέτες συμπαθούντες (που συνήθως δεν κινδυνεύουν) ότι η επίθεση δεν είναι αδάπανη.

Μικρή σημασία έχει ότι μένει ασύλληπτος ο «διευθυντής» της τρομοκρατικής επιχείρησης και ο θρησκευτικός της καθοδηγητής. Και αυτό γιατί μικρή σημασία θα είχε η σύλληψή τους. Το δίκτυο που έχουν στήσει, μάλλον αποκεντρωμένο άλλωστε, θα υπήρχε και θα λειτουργούσε και μετά τη σύλληψή τους, τουλάχιστον για κάμποσο καιρό. Ισως μάλιστα στα άλλα κίνητρα της θρησκευτικής παράνοιας που το εμπνέουν να ερχόταν να προστεθεί ένα καθήκον εκδίκησης για χάρη του αχρηστευμένου ή του νεκρού ηγέτη. Το δίκτυο αυτό θα πάψει να είναι επικίνδυνο μόνο όταν θα χάσει ένα περιβάλλον συμπάθειας και σύμπραξης που του εξασφαλίζει τη λειτουργία – αυτό θα είναι το αντικείμενο της επόμενης μάχης.

Το άμεσο και το γενικότερο πρόβλημα

Η πρώτη φάση της επόμενης αυτής μάχης είναι αρκετά συγκεκριμένη και κάπως πιο εύκολη (σε σύγκριση με τη δεύτερη φάση). Πρόκειται για τη δημιουργία ενός πολιτειακού καθεστώτος στο Αφγανιστάν με την ευρύτερη δυνατή αποδοχή. H εγκατάλειψη της χώρας αυτής στην τύχη της (δηλαδή στα χέρια των Ταλιμπάν και στη φτώχεια της) μετά το διώξιμο του σοβιετικού κατακτητή υπήρξε ένα μοιραίο λάθος της αμερικανικής πολιτικής – όσο κι αν θα έβρισκε σύμφωνους κάποιους υποστηρικτές τής «μη επέμβασης». H αναζήτηση ενός παραδεκτού καθεστώτος είναι έργο δύσκολο, καθώς η χώρα αυτή σπαράσσεται από την εχθρότητα ανάμεσα στις εθνότητες που την αποτελούν, από τις συγκρούσεις ανάμεσα στο θρησκευτικό φανατισμό και τις ανάγκες της προόδου, από την αντιπαλότητα ανάμεσα στους γείτονες που την υποσκάπτουν και τις μεγάλες δυνάμεις που θέλουν να την εκμεταλλευθούν, από τις πρόσφατες καταστροφές και την παντοτινή δυστυχία. H κατάσταση στο εσωτερικό του Αφγανιστάν είναι το πρώτο πρόβλημα που πρέπει να λυθεί. Αλλά υπάρχει ένα πρόβλημα πολύ γενικότερο που αποφασιστικά και μονιμότερα εκτρέφει την τρομοκρατία και το πρόβλημα αυτό είναι η δυστυχία του κόσμου που φέρνει την απόγνωση. Προσωπικά, θεώρησα απρέπεια τη σύνδεση αυτού του προβλήματος με την εκατόμβη του Σεπτεμβρίου, όσο οι νεκροί ήταν ακόμη άταφοι και τα ψυχικά τραύματα του αμερικανικού έθνους ανοιχτά. Τώρα, έχει αρχίσει η επούλωση των τραυμάτων με το πέρασμα του χρόνου και την ικανοποίηση της πρώτης στρατιωτικής νίκης. Τώρα επιτρέπεται -για την ακρίβεια επιβάλλεται- να τεθεί το πρόβλημα σε όλη την πολύπλευρη γενικότητά του. Γιατί κάτι πρέπει να γίνει.

Χωρίς ανοίγματα ελπίδας

Αφετηρία των σκέψεων είναι η απλή -έστω απλοϊκή- διαπίστωση ότι δεν είναι παραδεκτό ένα τμήμα της ανθρωπότητας να ζει σε κάποια σχετική ευμάρεια (ας αφήσουμε τον πλούτο ως εξαίρεση) και ένα τμήμα να πεθαίνει από την πείνα, από τις κακουχίες, από τις αρρώστιες. Καμιά λογική, καμιά ηθική, καμιά σκοπιμότητα, καμιά οικονομική θεωρία δεν μπορούν να δικαιολογήσουν αυτήν την κατάσταση. Ειδικά, οι οικονομικές θεωρίες που υποστηρίζουν ότι «τελικά» με την οικονομία της αγοράς όλα θα πάνε καλά χαρακτηρίζονται από ένα μεσσιανισμό εφάμιλλο του μεσσιανισμού που εκήρυσσε ότι, για να πάνε όλα καλά, αρκούν οι κρατικοποιήσεις, ο προγραμματισμός και ο σοσιαλισμός. H πραγματικότητα διαψεύδει όλες τις μαγικές λύσεις και θέτει το καθήκον μιας καινούργιας βούλησης με συγκεκριμένους στόχους και συγκεκριμένα μέτρα – προπάντων με την απόφαση των αναγκαίων θυσιών.

Δεν αποτελεί σπουδαίο επιχείρημα ότι πάντα υπήρχε δυστυχία στον κόσμο, καμιά φορά και μεγαλύτερη. Κι αν ακόμη δεχθούμε ότι αυτό είναι αλήθεια, υπάρχουν άλλα πράγματα που έχουν αλλάξει κι αυτές οι αλλαγές κάνουν την παρούσα δυστυχία αφόρητη. Πρώτον, έχει αλλάξει η αμεσότητα και η ένταση της ενημέρωσης. Οι μακρινές δυστυχίες έμεναν έξω από τον χώρο της συνείδησης όσων δεν θίγονται άμεσα απ’ αυτές. Τώρα, η εικόνα της δυστυχίας μπαίνει στο σπίτι μας ως πρόκληση για αντίδραση – μια άλλη εκδήλωση της παγκοσμιοποίησης. Κι έπειτα έχουν αλλάξει οι ευαισθησίες και εκείνων που απλώς αντικρίζουν τη δυστυχία και εκείνων που την υφίστανται. Κανείς δεν μένει αδιάφορος: οι πρώτοι προσκαλούνται να επέμβουν διορθωτικά, οι δεύτεροι προκαλούνται να εξεγερθούν, όπως μπορούν, με την τρομοκρατία ή αλλιώς.

Προπάντων όταν οι πόρτες εξόδου από τη δυστυχία είναι όλες κλειστές, χωρίς την παρηγοριά της ελπίδας. Κι αν ακόμη αυτό δεν οδηγήσει στην υιοθεσία της τρομοκρατίας ως τρόπου δράσης ή αντίδρασης, οδηγεί σε συμπάθεια προς εκείνους που εφαρμόζουν αυτόν τον τρόπο. Κι αυτό αρκεί. Γιατί όπως το ψάρι μόνο μέσα στο νερό μπορεί να ζήσει έτσι και οι τρομοκρατικές συνωμοσίες μόνο σ’ ένα περιβάλλον σύμπραξης ή έστω ανοχής και συγκάλυψης μπορούν να αναπτυχθούν. Για να δράσει, ένας τρομοκράτης χρειάζεται δεκαπλάσιους συμπαθούντες. Αυτούς ακριβώς ετοιμάζει η απόγνωση της δυστυχίας και αυτοί ακριβώς πρέπει να κερδηθούν με την ελπίδα της ζωής από την απελπισία του θανάτου.

Το σύστημα και η συνείδηση

Λέχθηκε κατά κόρον ότι μετά τις 11 Σεπτεμβρίου, τίποτα δεν θα είναι όπως πριν. Οι μεταβολές θα αφορούν ασφαλώς τις συνθήκες ζωής, εργασίας, ψυχαγωγίας, ασφάλειας – όλα θα προσαρμοσθούν σε ένα διάχυτο φόβο. Καμιά όμως μεταβολή δεν θα φέρει το επιδιωκόμενο τελικό αποτέλεσμα, δηλαδή την εξάλειψη των αιτίων του φόβου, αν δεν αφορά κατά κύριο λόγο τους εαυτούς μας και τη στάση μας απέναντι στην παγκοσμιοποιημένη δυστυχία.

Ο συνεπής φιλελευθερισμός δεν προσφέρει τη ζητούμενη λύση: όσο οι νόμοι της αγοράς δεν λειτουργούν χωρίς το σωτήριο επηρεασμό κάποιων ηθικών κανόνων, όσο η επιδίωξη του κέρδους θα είναι το κύριο κριτήριο της συμπεριφοράς των ατόμων και των εθνών, οι πλούσιοι θα πλουτίζουν και οι φτωχοί θα φτωχαίνουν. Μόνον αν εντάξουμε στον οικονομικό μας προγραμματισμό, έστω ως απόσβεση ή ως αναγκαία ασφάλεια, ένα σημαντικό κονδύλι παγκόσμιας αλληλεγγύης, θα μπορέσουμε να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο του αυξανόμενου πλούτου και της αυξανόμενης φτώχειας. Τα γεγονότα της Αργεντινής πρέπει να λειτουργήσουν ως μια ακόμα προειδοποίηση ότι κάτι στραβό συμβαίνει στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.

Βέβαια, οι οικονομικές παροχές δεν αρκούν για την εξάλειψη της τρομοκρατίας ούτε μπορούν να αναπληρώσουν τα μέτρα ασφάλειας και καταστολής. Συμβάλλουν όμως στην αλλαγή ενός γενικότερου κλίματος που τελικά είναι αναγκαίος όρος για την ανάπτυξη της τρομοκρατίας.

Δεν αρκεί οι μεταβολές να γίνουν σε ένα κάπως επιφανειακό επίπεδο διεθνούς οικονομικής πολιτικής. Πρέπει να ριζώσουν στα βάθη της συνείδησης του κάθε πολίτη. Γιατί οι αναπτυγμένες χώρες ζούμε και θέλουμε να ζούμε σε δημοκρατικά καθεστώτα, όπου κάθε χάραξη πολιτικής πρέπει να βρίσκει αντίκρισμα στη συνείδηση του κάθε ψηφοφόρου – αλλιώτικα είναι μεσοπρόθεσμα καταδικασμένη. Επιτέλους, κι εδώ ας σκεφθούμε το συμφέρον μας που δεν είναι μόνο ταμειακό: ας ανοίξουμε κάποια παράθυρα ελπίδας για την υπέρβαση της παγκόσμιας δυστυχίας, υστερόβουλα σκεπτόμενοι την ασφάλειά μας. Αυτή πρέπει να είναι η επόμενη μάχη, η επόμενη νίκη της αναπτυγμένης ανθρωπότητας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT