Στην Ελλάδα το καθεστώς της κομματοκρατίας είναι στυγνό, ανελαστικό. Δίχως προσχήματα. Εχει τέτοια σιγουριά εξουσιαστικής ισχύος, ώστε μπορεί να επιδεικνύει αλαζονική αυθαιρεσία απροκάλυπτη, απερίφραστο ολοκληρωτισμό διαθέσεων.
Χαρακτηριστική η επηρμένη προπέτεια της εξαγγελίας ότι και οι προσεχείς δημοτικές εκλογές θα χρησιμοποιηθούν για την καταμέτρηση της δύναμης των κομμάτων. O λαός δεν δικαιούται τοπική αυτοδιοίκηση ανυπότακτη στα κομματικά διευθυντήρια, δεν δικαιούται να εκλέξει τον κατά την κρίση του καλύτερο διαχειριστή των τοπικών σε κάθε δήμο προβλημάτων. Πρέπει να ψηφίσει κόμμα. Ακριβώς όπως γίνεται και στα επιστημονικά σωματεία, στον συνδικαλισμό, στους συνεταιρισμούς, στα επιμελητήρια, στις εκλογές πανεπιστημιακών πρυτάνεων και προέδρων – παντού. H κομματοκρατία στην Ελλάδα παγιδεύει κάθε δυνατότητα ελευθερίας κοινωνικών επιλογών.
Κομματικά στελέχη διεκδικούν τη δημαρχία στους μεγάλους δήμους της χώρας. Τα προσόντα τους για μια τέτοια διεκδίκηση δεν έχουν την παραμικρή σχέση με την τοπική αυτοδιοίκηση, είναι συνάρτηση ενδοκομματικών ιεραρχήσεων και μόνο. Μπορεί με προγενέστερη θητεία σε υπουργικά ή άλλα επιφανή αξιώματα να επέδειξαν κραυγαλέα έως εξοργιστική μετριότητα, αλλά αυτό δεν μετράει. Πρωτεύει η αίγλη του κομματικού «στελέχους» που είναι συνήθως συνάρτηση της εύνοιας τωρινού ή προγενέστερου αρχηγού, κάποτε και συνάρτηση επιδέξιας δημοσιότητας. Αν τα κόμματα προτιμήσουν να μας δελεάσουν με την αίγλη μικρονοϊκών, αλλά δημοφιλών ποδοσφαιριστών, καλαθοσφαιριστών ή ευειδών ηθοποιών κάποιου τηλεοπτικού ρομάντζου, εκεί θα παγιδεύσουν τις επιλογές μας.
Η κομματοκρατία απαξιώνει και ευτελίζει την τοπική αυτοδιοίκηση, γιατί την εκδέχεται μόνο σαν θεραπαινίδα των ολοκληρωτικών της επιδιώξεων. Ποιο κομματικό «στέλεχος» που χρίσθηκε δήμαρχος από το κόμμα του, δε διαχειρίστηκε το αξίωμα σαν εφαλτήριο ανόδου στις ιεραρχήσεις της κομματοκρατίας; Ολοι προτιμούν ένα φτενό μεράδι από την πίτα της κομματοκρατίας, παρά την ευρύτητα των δικαιοδοσιών και των δημιουργικών ευθυνών του δημάρχου. Ακόμα και όταν αποσχίζονται από ένα μεγάλο κόμμα οι επαγγελματίες της πολιτικής, επενδύουν τις φιλοδοξίες τους στην ίδρυση και αρχηγία θνησιγενούς περιθωριακού κομματιδίου. Δεν διανοούνται να διακονήσουν την πολιτική ως άρχοντες νομού ή δήμου.
Ξέρουν όσοι υπηρετούν την κομματοκρατία ότι η ευρύτητα των δικαιοδοσιών και οι δημιουργικές ευθύνες της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν έχουν πραγματικό αντίκρισμα: ο δήμαρχος ή ο νομάρχης είναι αξιώματα σχεδόν διακοσμητικά, διαχειρίζονται τα ψίχουλα εξουσίας που με συγκατάβαση τους παραχωρούν τα κόμματα. H τοπική αυτοδιοίκηση δεν έχει πόρους για να εξασφαλίσει στον πολίτη δρόμους και συντήρηση των δρόμων, πεζοδρόμια δίχως παγίδες, πάρκα, δενδροφυτεύσεις, παιδότοπους, καθαριότητα και συνεπή αποκομιδή απορριμμάτων. Εμμεσα ή άμεσα όλα αυτά τα διαχειρίζεται το συγκεντρωτικό κομματικό κράτος. Με αποτέλεσμα, για να πραγματωθεί έργο αξίας λίγων χιλιάδων δραχμών, να πρέπει οι κομματάνθρωποι να καρπωθούν κάποιες εκατοντάδες χιλιάδων.
Ο πολίτης πληρώνει φόρους όχι για να καλυτερεύει η ποιότητα της ζωής του σε τοπική και πανελλήνια κλίμακα, αλλά για να οργιάζει ανενόχλητη η κομματοκρατία. Πληρώνει φόρους όχι για να έχει δρόμους και συντήρηση δρόμων, πεζοδρόμια δίχως παγίδες, πάρκα, δενδροφυτεύσεις, παιδότοπους, καθαριότητα και συνεπή αποκομιδή απορριμμάτων, αλλά για να χρυσοπληρώνονται τα κρατικοδίαιτα στελέχη των κομμάτων, να καταληστεύεται ο κρατικός κορβανάς από τους «διαπλεκόμενους» με τα κόμματα εργολήπτες. Γι’ αυτό και έξω από τα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου και η έσχατη υποβάθμιση ποιότητας της ζωής, η Ελλάδα ερημώνεται. H τοπική αυτοδιοίκηση, φέουδο της κομματοκρατίας, δεν μπορεί να αναδείξει αυτόνομα πολιτικά αναστήματα ικανά να αναχαιτίσουν τις ολοκληρωτικές πρακτικές και τον αυταρχισμό των κομματικών διευθυντηρίων.
Η κομματοκρατία, όπως κάθε ολοκληρωτισμός, δεν λογαριάζει όχι την αισθητική, την αξιοπρέπεια, την ευαισθησία, αλλά ούτε και τους όρους επιβίωσης του ανθρώπου. Πώς και γέμισαν τα στενοσόκακα σε μικρές και μεγάλες πόλεις με πολυκατοικίες θηριώδεις, κολλητές η μία με την άλλη, δίχως φως, αέρα, ήλιο: ποιος έδωσε τις άδειες, ποιος νομοθέτησε, ποιος ευνόησε αυτό τον τεταρτοκοσμικό πρωτογονισμό στην Ελλάδα; Ολες οι πόλεις ίδια ασχήμια, γυφτιά και ασφυξία, όλες μια ομοιόμορφη εφιαλτική υπανάπτυξη, δεν ξεχωρίζεις αν είσαι στο Αιγάλεω ή στην Καλαμαριά, στο Αργος ή στην Καρδίτσα, στην Σπάρτη ή στις Σέρρες. Ολόκληρη κάθε πόλη ένα πελώριο σταθμευτήριο αυτοκινήτων, δίχως πρόβλεψη για το πώς θα ζήσουν οι άνθρωποι, πού θα περπατήσουν, τι θα αναπνεύσουν. Σκουπίδι, μπόχα, καυσαέριο και αιθάλη ώς και μέσα στα ντουλάπια μας, κυκλοφοριακή συμφόρηση, αγέλες αδέσποτων ζώων, με την ελάχιστη ζέστη οι πόλεις κλίβανος.
Κι έρχονται οι δημοτικές εκλογές, η μόνη δυνατότητα να ονειρευτούμε αντίσταση στον εξανδραποδισμό μας. Αλλά και αυτήν τη μέρα τη χρειάζονται τα κόμματα για να μετρήσουν την εκλογική τους δύναμη. Πρέπει να ξεχάσουμε κάθε ενδεχόμενο να παρηγορηθεί η καθημερινή μας κόλαση, πρέπει να ψηφίσουμε κόμμα, όχι νοικοκύρη της γειτονιάς μας. «Ψηφίστε εμάς που σας βάλαμε στη Ζώνη του Ευρώ» – όχι «ψηφίστε εμάς που σας είχαμε βάλει στην EOK». Και ο πολίτης αδύνατο να σηκώσει κεφάλι, αδύνατο να ψελλίσει «ναι, αλλά εσείς με βάλατε και στον εφιάλτη της καθημερινής εξαθλίωσης, στην τυραννία σας θέλω να αντισταθώ με την ψήφο μου».
Από κάποιο σημείο και πέρα, ο κοινωνικός και πολιτικός εκπεσμός γίνεται οξύ θεωρητικό ανθρωπολογικό πρόβλημα (είναι η μόνη γονιμότητα του εκπεσμού): Πώς και γιατί να είναι απεριόριστη η αυτοκαταστροφική δεινότητα του ανθρώπου.
Ο μόνος πραγματικός φραγμός στην επιδίωξη του εθνικού συμφέροντος άλλων -ενδεχομένως υπέρ του δικού μας- είναι η ύπαρξη κάποιου εμποδίου από ένα «αντίπαλο δέος», από μια δύναμη ικανή να σταματήσει την πραγμάτωση του συμφέροντος που τη βλάπτει και μας βλάπτει. Στη διεθνή κονίστρα, η δύναμη μετριέται με τους αριθμούς του πληθυσμού, της οικονομίας, των συμμαχιών. Σε αυτή τη βάση, άλλα εθνικά συμφέροντα επικρατούν κι άλλα ισορροπούνται με την εξεύρεση κάποιων συμβιβασμών. Απέναντι στον ισχυρό ο αδύνατος είναι καταδικασμένος να υποχωρήσει, ελπίζοντας μόνο σε κάποιο παρηγορητικό αντάλλαγμα. Αυτή είναι η πραγματικότητα και, αφήνοντας κατά μέρος τις αοριστολογίες, αυτή η πραγματικότητα φαίνεται να δίνει κυρίαρχο προβάδισμα στα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών – χωρίς καν το αμφίβολης ποιότητας αντίπαλο δέος μιας Σοβιετικής Ενωσης.