H Ευρώπη μ.Κ.

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης πήρε μεγάλες και ιστορικές αποφάσεις που σίγουρα θα επηρεάσουν καταλυτικά και για πολλά χρόνια τις εξελίξεις στη γηραιά ήπειρο. H Ευρώπη μ.Κ. (μετά την Κοπεγχάγη) θα είναι διαφορετική από αυτήν που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αφησε, όμως, και πολλά αναπάντητα ερωτήματα. Ας σταθούμε σε μερικά από αυτά.

Η Ενωση των Δεκεπέντε αποδέχθηκε και επίσημα πλέον τη μεγαλύτερη διεύρυνση που υπήρξε ποτέ στην ιστορία της. Τόσο επιθυμητή όσο και αναπόφευκτη ήταν αυτή η διεύρυνση. Πώς θα μπορούσε να αρνηθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση την ένταξη σε χώρες ευρωπαϊκές και δημοκρατικές, οι οποίες στη μεγάλη τους πλειοψηφία είχαν βρεθεί στη λάθος πλευρά της διαχωριστικής γραμμής που τραβήχθηκε αυθαίρετα, δίκην όμως ισορροπίας δυνάμεων, μετά το τέλος του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Δεν μπορούσε να πει όχι, μπορούσε όμως να καθυστερήσει αρκετά στην υλοποίηση μιας καταρχήν θετικής απόφασης. Και αυτό έκανε – άλλωστε το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα είναι από τη φύση του ιδιαίτερα βραδυκίνητο.

Οι νέες χώρες-μέλη είναι πολλές. Οι περισσότερες είναι επίσης αρκετά φτωχές, με βραχεία δημοκρατική παράδοση -οι κομμουνιστικές υποθήκες δεκαετιών δεν διαγράφονται από τη μια μέρα στην άλλη- αδύναμες διοικητικές δομές και εξίσου αδύναμο κράτος δικαίου. Με άλλα λόγια, η σημερινή διεύρυνση μοιάζει σε πολλά σημεία με την ένταξη των νοτιοευρωπαϊκών χωρών (περιλαμβανομένης και της Ελλάδας) στη δεκαετία του ’80, αν και τα προβλήματα που θα ανακύψουν προβλέπεται να είναι πολλαπλάσια σε αριθμό και σε μέγεθος.

Θα μπορέσει η E.E. να ενσωματώσει τις νέες χώρες-μέλη χωρίς μεγάλους εσωτερικούς κραδασμούς; Μήπως οδηγούμαστε σε μια, ίσως μακρά, περίοδο ενδοσκόπησης και εσωτερικών κρίσεων, η οποία σε συνδυασμό με το συνεχώς ογκούμενο πρόβλημα που προκύπτει από την ελλιπή νομιμοποίηση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων -πώς κτίζεται ο ευρωπαϊκός δήμος;- να καταλήξει σε κάποιο πολύ πιο χαλαρό σχήμα στο μέλλον; Μια τέτοια εξέλιξη ονειρεύονται άλλωστε μερικοί στην Ευρώπη – και πιθανότατα ο αριθμός αυτών να αυξηθεί σημαντικά μετά τη διεύρυνση, τουλάχιστον μέχρις ότου αντιληφθούν και οι άλλοι ότι τα συμφέροντα των μικρών χωρών δύσκολα ταυτίζονται με τέτοια χαλαρά σχήματα. Ελα, όμως, που για να το μάθουν πολλοί αυτό το μάθημα παίρνει χρόνια, όπως άλλωστε δείχνει και η δική μας εμπειρία.

Η διεύρυνση της E.E. δεν σταματά εδώ. Υπάρχουν ήδη δεσμεύσεις με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, το κρίσιμο ραντεβού με την Τουρκία, ενώ στην πορεία θα προκύψουν σίγουρα και άλλες υποψήφιες χώρες. H βαλκανική μας γειτονιά παραμένει ακόμη ορφανή (παλιά έκφραση του Ντελόρ) και δεν είναι η μόνη. Αλλά μέχρι πού μπορούν να φτάσουν τα σύνορα της ενωμένης Ευρώπης; Και πόσο ενωμένη μπορεί να είναι έπειτα από συνεχείς διευρύνσεις;

Ως Ελληνες έχουμε βεβαίως κάθε λόγο να υποστηρίζουμε την ένταξη των γειτονικών μας χωρών, με τη λογική ότι η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ενωση συνοδεύεται και από την αντίστοιχη διαδικασία εξευρωπαϊσμού στην πολιτική και την οικονομία. Pax Europea, με άλλα λόγια. Πόσο μεγάλες όμως είναι οι δυνατότητες αφομοίωσης του διαφορετικού στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ενωση (ή και σε όποια άλλη προκύψει από τη Συνέλευση και την επόμενη διακυβερνητική), εφόσον βεβαίως συμφωνούμε ότι η ευρωπαϊκή ενοποίηση έχει πολιτική διάσταση και όραμα; Θα ήταν καθαρή υποκρισία, ή και αφέλεια, να ισχυριζόμαστε ότι η συνεχής διεύρυνση δεν θα έχει κόστος ως προς τον στόχο της ενοποίησης.

Το θέμα των συνόρων της ενωμένης Ευρώπης εξελίσσεται λοιπόν σε καίριο πολιτικό ζήτημα που θα διχάσει τους ήδη εντός των συνόρων. Ας ελπίσουμε ότι στον διάλογο που ξεκινά μόλις τώρα θα δείξουν οι Ευρωπαίοι πολίτες και οι πολιτικές ηγεσίες τους την απαραίτητη ωριμότητα. Ενας διάλογος με θέμα το ποιος ανήκει ή δεν ανήκει σε ένα υπό διαμόρφωση πολιτικό σχήμα μπορεί εύκολα να εκτραπεί σε ρατσιστικά επιχειρήματα. Δεν είναι όμως δυνατόν να αποφεύγεται για πάντα στο όνομά του πολιτικού ορθού. Αλλωστε και οι ΗΠΑ κάποτε τράβηξαν τη διαχωριστική γραμμή και δεν συζητούν σήμερα την ένταξη του Μεξικού ή της Νικαράγουας στο όνομα της όποιας προσπάθειας για τη σταθεροποίηση στην αμερικανική ήπειρο.

Οταν χάνουν οι Τούρκοι…

Οι αποφάσεις της Κοπεγχάγης χαιρετίστηκαν ως μεγάλη επιτυχία, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την ελληνοκυπριακή πλευρά. Και δικαίως. Λίγοι ήταν εκείνοι που προσέβλεπαν σε μια τόσο θετική εξέλιξη μόλις λίγα χρόνια πριν. Ας προσπαθήσουμε να βγάλουμε και μερικά χρήσιμα συμπεράσματα για το μέλλον.

Το Ελσίνκι, προϊόν μεταξύ άλλων μιας θαρραλέας ελληνικής απόφασης που σήμανε αναθεώρηση της πολιτικής μας προς τη γείτονα Τουρκία, ξεκίνησε μια κούρσα αξιοπιστίας τόσο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας όσο και μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Οι δικοί μας το κατάλαβαν ευτυχώς πολύ πιο γρήγορα – και συμπεριφέρθηκαν αναλόγως. Ετσι φτάσαμε στο (προσωρινό) τέρμα πρώτοι και με μεγάλη απόσταση από τους αντιπάλους. Προφανώς, στην ευρωπαϊκή διπλωματία μετράει συνήθως πολύ περισσότερο η αξιοπιστία και η σοβαρότητα από τον τσαμπουκά (λέξη που δανειστήκαμε από τους Τούρκους, αν και εμείς της δώσαμε διαφορετική σημασία) και την αμετροέπεια. Μας πήρε και εμάς πολλά χρόνια για να το καταλάβουμε. Τώρα φαίνεται ότι αρχίζουν να το καταλαβαίνουν και μερικοί Τούρκοι. Μακάρι. Από τη δική μας πλευρά, έφτασε ίσως ο καιρός να συνειδητοποιήσουμε περισσότεροι, ξεφεύγοντας από τα ισχυρά ανακλαστικά του παρελθόντος, ότι όταν χάνουν οι Τούρκοι δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι κερδίζουμε εμείς. Ιδιόμορφος αυτός ο αγώνας…

(1) O Λουκάς Τσούκαλης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή