Να ελεγχθεί το «πόθεν»

2' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αποτελεί γενικό κανόνα της κοινωνίας μας: κάθε φορά που λαμβάνονται μέτρα για να περιοριστούν ορισμένες «αρνητικές» συμπεριφορές, εκείνοι που τις κάνουν, παλαιοί ή επίδοξοι απομιμητές, ανακαλύπτουν «παράθυρα» και «τρύπες» απ’ όπου και πάλι μπορούν να συνεχίσουν τις καταδικαστέες πρακτικές. Το ίδιο ισχύει, και πολύ περισσότερο μάλιστα, με το πολιτικό χρήμα.

Αυτό, πολύ περισσότερο από τα χρήματα που «βουτάει» οι κοινός κλέφτης, θεωρείται, λογικά και αυταπόδεικτα, εκ προοιμίου καταδικαστέο. Οι ρυθμίσεις που, μέχρι σήμερα, έχει επινοήσει ο νομοθέτης δεν αποσκοπούν στη σύλληψη των παραβατών. Γι’ αυτό, προφανώς, κανείς βουλευτής, πολιτικός, διευθυντικό στέλεχος του δημόσιου τομέα και όσοι άλλοι έχουν την υποχρέωση να καταγράφουν το «πόθεν έσχες» της κινητής και ακίνητης περιουσίας που κατέχουν δεν έχει «συλληφθεί» να παρανομεί.

Βεβαίως, ο μόνος «έλεγχος» που γίνεται στις δηλώσεις των πολιτικών είναι εκείνος που ομοιάζει πολύ περισσότερο με το κοίταγμα από την κλειδαρότρυπα.

Απόδειξη ότι και τα απομακρυθέντα ή παραιτηθέντα, πρόσφατα, στελέχη του κυβερνητικού σχηματισμού, τα είχαν δηλώσει «με χαρτί και καλαμάρι» όλα όσα τους καταμαρτυρούσαν. Κανείς δεν «εντυπωσιάστηκε», τότε, ώστε να αναζητήσει αν υπήρχε επαρκής δικαιολογία, δηλαδή λογική σχέση ανάμεσα στα εισοδήματα του καθενός και τα αποκτούμενα αγαθά. Χρειάστηκε να αποκαλυφθεί, ως ατύχημα, ο τζίρος των χρηματιστηριακών συναλλαγών, για να εντυπωσιαστούμε.

Ακόμη, η εκ των υστέρων δικαιολόγηση του τρόπου απόκτησης των περιουσιακών, ομοιάζει περισσότερο με τις δημόσιες αυτοκριτικές στις οποίες εξειδικεύονταν αυταρχικά καθεστώτα. Το μόνο που μαθαίνουμε είναι πόσο φθηνά «αγοράζουν» οι πολιτικοί μας, αυτό που θα κόστιζε πολλά περισσότερα σε όλους εμάς. Η πρακτική είναι ήδη πολύ συνηθισμένη στον επιχειρηματικό κόσμο, όπου τα λογιστήρια ανεβοκατεβάζουν τις τιμές, ανάλογα με φορολογικά ή άλλα, πιο «πονηρά» κριτήρια.

Το κρίσιμο θέμα, βεβαίως, από τη στιγμή που δηλώνεται το «έσχες» δεν είναι, μόνον, ο έλεγχος της ειλικρίνειας, αλλά η αυστηρότατη διασταύρωση και έλεγχος του «πόθεν». Αρχή απλή και γνωστή, που όλοι έχουν παραδεχθεί αλλά δεν έχει εφαρμοστεί. Οι νέες δηλώσεις προθέσεων του κ. Κώστα Σημίτη βρίσκονται, από την άποψη αυτή, στη σωστή κατεύθυνση. Αποτελούν, μάλιστα, ομολογία του δικού του λάθους, αφού τόσα χρόνια, επιμόνως, απέφυγε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα.

Είναι, όμως, πολύ αργά. Ο όποιος έλεγχος θα πάρει καιρό και ήδη έχει να αντιμετωπίσει πολλαπλά και περίπλοκα νομικά προβλήματα. Σε κάθε περίπτωση, η απογύμνωση των πολιτικών δεν συνάδει με τη σοβαρότητα της κοινοβουλευτικής μας δημοκρατίας και, εμμέσως πλην όμως σαφώς, επιβεβαιώνει προτού να υπάρξει και η παραμικρή απόδειξη, όσους εκ προοιμίου ισχυρίζονται ότι οι πολιτικοί, συλλήβδην, είναι «βρώμικοι».

Το πιθανότερο είναι ότι ο πραγματικός έλεγχος δεν θα προλάβει τις προσεχείς εκλογές, πόσω μάλλον τώρα που πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι θα γίνουν ενωρίτερα από τη συνταγματική ημερομηνία. Ακόμη δυσκολότερος είναι ο έλεγχος των στελεχών της δημόσιας διοίκησης και των διοικούντων τις κρατικές επιχειρήσεις. Με δυο λόγια, ό,τι και να γίνει, θα γίνει αργά και δεν θα βοηθήσει στην απαλλαγή του πολιτικού αγώνα από τα βαρίδια της διαπλοκής.

Ακόμη κι έτσι, η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να δεχθεί τις προτάσεις που με επιμονή έχει καταθέσει η αντιπολίτευση. Θα επιτύχει, τουλάχιστον, να ενισχύσει, στα μάτια των πολιτών, τις ειλικρινείς της προθέσεις αλλά και τη συνέχιση της πολιτικής ζωής χωρίς το βαρύ κλίμα που διαμορφώνουν ενέργειες οι οποίες ευκόλως θα μπορούσαν να ερμηνευτούν ως προσπάθειες επηρεασμού και ελέγχου της κοινής γνώμης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή