Συμβαίνουν και στις καλύτερες αυτοκρατορίες

Συμβαίνουν και στις καλύτερες αυτοκρατορίες

8' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι Ρωμαίοι είχαν φθάσει στον Ρήνο. Το ποτάμι αυτό συγκέντρωνε πολλά προσόντα για να αποτελέσει το αξιοπρεπές σύνορο μιας αυτοκρατορίας. Δυστυχώς, είναι γνωστό ότι τρώγοντας έρχεται η όρεξη και η Ρώμη κατέληξε στο συμπέρασμα πως θα ήταν σαφώς ευτυχέστερη αν μετακόμιζε τα σύνορά της μέχρι τον Ελβα. Είχε άλλωστε τη συνείδησή της απολύτως ήσυχη. Θεωρούσε την κίνηση αυτή αφ’ ενός μεν καθαρά αμυντική και προληπτική, μια και κατά καιρούς αναιδείς Γερμανοί βάρβαροι έκαναν πολεμικό τουρισμό στα ρωμαϊκά εδάφη, αφ’ ετέρου δε απολύτως εκπολιτιστική και προς όφελος των κατακτηθησομένων ιθαγενών που αν δεν ήξεραν το καλό τους, θα το μάθαιναν.

Οι μελετητές του Αστερίξ

Στα χρόνια λοιπόν του Αυγούστου, η απαστράπτουσα ρωμαϊκή πολεμική μηχανή τέθηκε σε κίνηση. Οι μελετητές του Αστερίξ είναι εξοικειωμένοι με την απαράμιλλη αποτελεσματικότητά της. Οι λεγεώνες κινήθηκαν με απόλυτη ακρίβεια προς τους διαδοχικούς αντικειμενικούς σκοπούς τους. Συγχρόνως, αμφίβιες δυνάμεις χρησιμοποίησαν τους ποταμούς ως πρόσθετες οδούς εισβολής. Απουσίαζε η αεροπορία, αλλά βέβαια πάντοτε κάτι θα λείπει. Την προέλαση εξασφάλισε η απαραίτητη διοικητική μέριμνα με την κατασκευή βάσεων, οδικού δικτύου κ.λπ. Οι καημένοι οι βάρβαροι καταπτοήθηκαν από την πολυδιάστατη υπεροχή των αντιπάλων τους και τα υπερσύγχρονα όπλα που διέθεταν. Οι λεγεωνάριοι έφθασαν τελικά στον Ελβα σε σύντομο χρονικό διάστημα. (Επειδή, βέβαια, την εποχή εκείνη η ιστορία προχωρούσε με τα πόδια ή το πολύ έφιππη, το σύντομο αυτό διάστημα ήταν περίπου τρία χρόνια). Είναι πραγματικά κρίμα που η τηλεόραση καθυστέρησε σε αυτό το ραντεβού με την ιστορία. Θα μπορούσε να είχε απαθανατίσει εντυπωσιακά θεαματικές σκηνές.

Την κατάκτηση ακολούθησε η κατοχή. (Οπλα μαζικής καταστροφής δεν φαίνεται να βρέθηκαν πάντως στα χέρια των βαρβάρων). Επιβλήθηκε μια νέα τάξη πραγμάτων, μαζί και η ρωμαϊκή ειρήνη. Παράλληλα δε με την οικονομική εκμετάλλευση της χώρας, άρχισε και ο εκπολιτισμός των ιθαγενών. Εγινε υποχρεωτική εισαγωγή των ρωμαϊκών θεών, που κατά τεκμήριον ήταν ανώτεροι από τους θεούς των ηττημένων. Ακολούθησαν και άλλα σύντονα μέτρα για την εκούσια ή ακούσια πολιτιστική αναβάθμιση των κατοίκων, που φυσικά δεν μπορούσε παρά να ταυτίζεται με τον ρωμαϊκό τρόπο ζωής.

Κάποια στιγμή, το έργο αυτό το εκπολιτιστικό ανατέθηκε στον Πόπλιο Κοϊντίλιο Ουάρο, που αναρριχήθηκε στο αξίωμα του λεγάτου στη Γερμανία, μάλλον ευνοιοκρατικά και κάπως αναξιοκρατικά. Αποδείχθηκε ο ακατάλληλος άνθρωπος στην ακατάλληλη θέση. Περισσότερο γραφειοκράτης παρά στρατιωτικός, φλόμωσε τους ιθαγενείς στους φόρους, το ρωμαϊκό δίκαιο και τις περίπλοκες διοικητικές διαδικασίες. Δεν έφθασε βέβαια μέχρι το σημείο να υποχρεώσει τους απλοϊκούς βαρβάρους να υποβάλουν χαρτοσημασμένες αιτήσεις εις τριπλούν και εις ημίκλαστον (υπενθυμίζεται εις τους παλαιοτέρους που το ξέχασαν και στους νεότερους που δεν το έμαθαν πως πρόκειται για φύλλο χαρτιού «καθέτως επτυχωμένον εις δύο ίσα, ή περίπου ίσα μέρη, τσακισμένο στα δύο» πάνω στο οποίο οι ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες επιθυμούσαν διακαώς να λαβαίνουν τις προς αυτές αιτήσεις και αναφορές). Αν όμως τότε είχαν ήδη εφευρεθεί και ήταν διαθέσιμα τα είδη αυτά θα το είχε κάνει.

Η ρωμαϊκή προπαγάνδα υποστήριζε πως οι νέοι της υπήκοοι ήταν πανευτυχείς με όλα αυτά. Δυστυχώς, όπως πολύ συχνά συμβαίνει, αντί η προπαγάνδα να πείσει αυτούς προς τους οποίους απευθυνόταν έπεισε ή μάλλον παρέπεισε, τους ίδιους τους Ρωμαίους. Οι Γερμανοί δεν ήταν καθόλου ευτυχείς. Είχαν αποδεχθεί την κατάκτηση, αλλά η κατοχή τους φαινόταν ανυπόφορη. Παραδόξως, την ηγεσία της αντιστάσεως κατά των νικητών ανέλαβε ο νεαρός αρχηγός της φυλής των Χερούσκων Αρμίνιος (Χέρμαν για τους φίλους), που είχε υπηρετήσει στον ρωμαϊκό στρατό, είχε γίνει Ρωμαίος πολίτης και θα μπορούσε να θεωρηθεί άνετα άνθρωπος ή και πράκτορας της Ρώμης. O Ουάρος του είχε απόλυτη εμπιστοσύνη. (Λέγεται πάντως, πως για να αποκοιμήσουν τελείως τους κατακτητές, οι Γερμανοί, που ήταν ίσως βάρβαροι, αλλά όχι ανόητοι, σκηνοθετούσαν εικονικές δίκες, προσέφευγαν στη ρωμαϊκή δικαιοσύνη και έφευγαν δηλώνοντας ενθουσιασμένοι για τις αποφάσεις της).

Τον Σεπτέμβριο του έτους 9 μ.Χ., ο Ουάρος περιόδευε με τον στρατό του στα κατακτημένα εδάφη για να επιδείξει τη ρωμαϊκή ισχύ και να καταπτοήσει τους ιθαγενείς. Κάποια στιγμή, ο Αρμίνιος πληροφόρησε τον Ρωμαίο για κάποια στάση που είχε δήθεν εκραγεί, του υπέδειξε το τέλειο δρομολόγιο για να πάει να την καταστείλει, του δήλωσε ότι φεύγει για να φέρει ενισχύσεις και του ευχήθηκε εις το επανιδείν.

Οι λεγεώνες του Ουάρου, ακολουθώντας το υποδειχθέν δρομολόγιο, έφθασαν σε μια εξαιρετικά κακοτράχαλη περιοχή, τον Τευτοβούργιο Δρυμό. Ξαφνικά, στίφη βαρβάρων, με τον Αρμίνιο επικεφαλής, όρμησαν από τους βράχους και τα δένδρα αλαλάζοντας κατά των λεγεωναρίων, με όχι ιδιαίτερα καλές διαθέσεις. Το δύσβατο του εδάφους εμπόδισε τις ρωμαϊκές φάλαγγες να κάνουν τους σοφούς και εντυπωσιακούς ελιγμούς που θαυμάζουν οι αναγνώστες του Αστερίξ. Ακόμη και η σύγχρονη τεχνολογία δεν έσωσε τους στρατιώτες του Αυγούστου: Τα τελευταίου τύπου τόξα τους στάθηκε αδύνατο να λειτουργήσουν ικανοποιητικά, γιατί ξέσπασε καταιγίδα.

Ο Ουάρος έκρινε σκόπιμο να αυτοκτονήσει, πράγμα που ίσως έλυσε κάποια προσωπικά του προβλήματα, αλλά δημιούργησε άλλα, γενικότερα, στη διοίκηση και στο ηθικό των στρατευμάτων του. Τελικά από τρεις λεγεώνες και εννέα επικουρικά σώματα δεν έμειναν πολλά πράγματα. O Αρμίνιος έστειλε το κεφάλι του Ουάρου στη Ρώμη, συστημένο υποθέτει κανείς. Αν υπήρχε τότε εκεί χρηματιστήριο, ασφαλώς θα κατέρρεε. O Αύγουστος έχασε τον ύπνο του και περιφερόμενος τις νύχτες στα ανάκτορά του φώναζε: «Ουάρε, Ουάρε, δώσε μου πίσω τις λεγεώνες μου».

Βεβαίως, το γόητρο της τότε υπερδυνάμεως έπρεπε να αποκατασταθεί. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του Αυγούστου και στα πρώτα έτη της αρχής του Τιβερίου, νέα στρατεύματα στάλθηκαν στη Γερμανία για να πάρουν εκδίκηση καίγοντας και καταστρέφοντας. Με έναν εξαιρετικά ικανό στρατηγό, τον Κλαύδιο Γερμανικό, οι λεγεωνάριοι έφθασαν πάλι μέχρι τον Ελβα. Πέρασαν μάλιστα και από τον Τευτοβούργιο Δρυμό όπου τους δόθηκε η ευκαιρία να κάνουν μελαγχολικές φιλοσοφικές σκέψεις, ατενίζοντας τα κόκκαλα των άτυχων συναδέλφων τους, πριν τα θάψουν με τις προσήκουσες τιμές. O Γερμανικός νίκησε τον Αρμίνιο, δεν κατάφερε όμως να τον συλλάβει. Κατόρθωσε, πάντως, να αιχμαλωτίσει τη γυναίκα του Θουσνέλδα (άγνωστο πώς μπορεί να ήταν το υποκοριστικό της), την οποία και ενεφάνισε στον θρίαμβό του στη Ρώμη. Ως γνωστόν, οι θρίαμβοι αυτοί ήταν ό,τι καλύτερο είχε να παρουσιάσει το ρωμαϊκό σόου μπιζ. Παρ’ όλα αυτά, όπως έγραψε κάποιος ιστορικός, «τα φαντάσματα του Τευτοβούργιου Δρυμού έκαναν ακόμη τις λεγεώνες να υποχωρούν» και ο Τιβέριος αποφάσισε να τις αποσύρει στον Ρήνο όπου και παρέμειναν τα σύνορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέχρι το τέλος της. (Φρόντισε δε να δηλητηριάσει τον θριαμβεύσαντα Γερμανικό, παρ’ όλο που αυτός ήταν ανιψιός και θετός γιος του. Κατά σύμπτωση και τον Αρμίνιο τον δηλητηρίασαν οι δικοί του).

Το συμπέρασμα είναι ότι οι κατά καιρούς αυτοκρατορίες, κάπου, κάποτε, θα συναντήσουν κάποιο Ρήνο που φρόνιμο είναι να μη διαβούν. Οι βάρβαροι είναι πάντα απρόβλεπτοι, η προπαγάνδα συχνά στρέφεται εναντίον αυτών που τη χρησιμοποιούν και η τεχνολογική υπεροχή αποδεικνύεται ενίοτε επισφαλής. H συμφορά δεν είναι απαραίτητο να λάβει τη μορφή ενός βαγκνερικού λυκόφωτος των θεών σε κάποιο άγριο δάσος, με τις Βαλκυρίες να πιλαλάνε από πάνω. Μπορεί να είναι έρπουσα, διακριτική στην αρχή, ας πούμε μια καθημερινή συνεχής αιμορραγία στα αστικά κέντρα κάποιας χώρας της Ανατολής με μουσική υπόκρουση τη φωνή ενός μουεζίνη.

Υποτίθεται βέβαια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιτύχει να εξορκίσουν τα φαντάσματα του πολέμου στο Βιετνάμ. Αυτός όμως δεν είναι λόγος για να δημιουργήσουν καινούργια. Βρήκαν ή επινόησαν κάποιες αφορμές για να εισβάλουν στο Ιράκ, ασφαλώς τώρα δεν πρέπει να τους είναι ιδιαίτερα δύσκολο να βρουν άλλες, ενδεχομένως σοβαρότερες, για να φύγουν από κει μια ώρα αρχύτερα. Και εν πάση περιπτώσει δεν είναι βέβαιο πως η Ουάσιγκτον είναι πρόθυμη να αναλάβει όλες τις συνέπειες μιας αυτοκρατορίας. Το 212 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Καρακάλλας έκανε όλους τους υπηκόους του κράτους του Ρωμαίους πολίτες, εξισώνοντας νικητές και ηττημένους. Φαίνεται δύσκολο οι ΗΠΑ να κάνουν Αμερικανούς πολίτες τους Αφγανούς και τους Ιρακινούς, που άλλωστε είναι αμφίβολο, αν σε μια τέτοια περίπτωση, θα ήσαν πρόθυμοι να ψηφίσουν ως πρόεδρο τον κύριο Μπους.

Είναι αλήθεια πως οι Αμερικανοί φίλοι μας και ο πρόεδρός τους φαίνεται πως θεωρούν ότι έχουν εξασφαλίσει μονοπωλιακά τη συμπαράσταση του Πανάγαθου Θεού στις ενέργειές τους, αλλά δεν είναι βέβαιο πως και εκεί δεν υπάρχουν περιθώρια εμπλοκών. Είναι χαρακτηριστική μια σχετική παλαιοευρωπαϊκή εμπειρία. Τη διηγήθηκε στον γράφοντα Γάλλος καθηγητής του, που με τη λήξη του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου διορίστηκε νομικός σύμβουλος του Υπατου Αρμοστή της Γαλλικής Δημοκρατίας στην Ινδοκίνα (σήμερα στο έδαφός της έχουμε το Βιετνάμ, το Λάος και την Καμπότζη). O Αρμοστής αυτός είχε μιαν ενδιαφέρουσα δισυπόστατη προσωπικότητα. Κατά κόσμον ήταν ο ναύαρχος Γεώργιος Λουδοβίκος Τιερί Ντ’ Αρζανλιέ με λαμπρή πολεμική δράση και από τους πρώτους που προσχώρησαν στους Ελεύθερους Γάλλους. Παράλληλα όμως ήταν και ο μοναχός Λουδοβίκος της Τριάδος του Τάγματος των Ανυπόδητων Καρμηλιτών. Γνωστός ως «ο Ναυτοκαρμηλίτης», δεν είχε ιδιαίτερα προοδευτικές αντιλήψεις και επιθυμούσε να επαναφέρει στην Ινδοκίνα το προπολεμικό αποικιακό καθεστώς που είχε διαταραχθεί από την ιαπωνική κατοχή. Κάτω όμως από την ηγεσία του Χο Τσι Μινχ, είχε αναπτυχθεί ένα κίνημα που δεν ήταν πρόθυμο να δεχθεί κάτι τέτοιο. Υπήρχαν πάντως και από τις δύο πλευρές, άνθρωποι που ήλπιζαν σε μια ειρηνική λύση και εργάζονταν γι’ αυτήν.

Μια μέρα, ο ναύαρχος δήλωσε στον νομικό του σύμβουλο ότι είχε βρει τη λύση για το πρόβλημα της Ινδοκίνας. Με κάποια ανησυχία ο σύμβουλος τον ρώτησε πού τη βρήκε και ποια ήταν αυτή. O Ναυτοκαρμηλίτης του είπε πως μελετώντας τα πρακτικά της δίκης της Ιωάννας Ντ’ Αρκ, διάβασε πως, όταν τη ρώτησαν γιατί καλεί τους Γάλλους να πολεμήσουν τους Αγγλους, αφού αν ο Θεός ήθελε να τους διώξει από τη Γαλλία, όντας Παντοδύναμος, θα μπορούσε θαυμάσια να το κάνει μόνος του, εκείνη απάντησε: «Οι πολεμιστές πρέπει να πολεμήσουν και ο Θεός θα δώσει τη νίκη». Το συμπέρασμα του ναυάρχου, Υπατου Αρμοστή και καλόγηρου ήταν πως οι Γάλλοι έπρεπε να πολεμήσουν στην Ινδοκίνα και ο Θεός θα τους έδινε τη νίκη.

Ο νομικός σύμβουλος θεώρησε πως τα πράγματα ήταν τόσο σοβαρά, ώστε έπρεπε και αυτός να μελετήσει τα πρακτικά της ίδιας δίκης. Το έκανε, και προς στιγμήν, νόμισε ότι θα απέτρεπε τα χειρότερα, επισημαίνοντας στον προϊστάμενό του κάποιο άλλο χωρίο: Στην παρατήρηση των δικαστών ότι αφού ο Πανάγαθος αγαπάει τους πάντες, πρέπει να αγαπάει και τους Αγγλους, η Αυρηλιανή Παρθένος (που πρέπει να ήταν πολύ έξυπνο κορίτσι) απήντησε: «O Θεός αγαπάει τους Αγγλους στον τόπο τους!». Και ο σύμβουλος σχολίασε: «Αν ο Θεός μας αγαπάει στη Γαλλία και όχι στην Ινδοκίνα, τη βάψαμε κύριε Ναύαρχε». Δυστυχώς, ο τελευταίος επέμεινε στην αρχική του άποψη. Με ολέθριες συνέπειες. Θα πρέπει ίσως οι φίλοι μας Αμερικανοί, να εξετάσουν το ενδεχόμενο, η προς αυτούς αγάπη του Υψίστου να περιορίζεται εντός των συνόρων των ΗΠΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή