Αφιέρωμα στον Τσιτσάνη στο Μέγαρο από τον Νταλάρα: «Ο,τι κι αν πω δεν σε ξεχνώ», ή με τη μουσική του Τσιτσάνη στο DNA μας…

Αφιέρωμα στον Τσιτσάνη στο Μέγαρο από τον Νταλάρα: «Ο,τι κι αν πω δεν σε ξεχνώ», ή με τη μουσική του Τσιτσάνη στο DNA μας…

3' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενα πάλκο, κινητό, που ξεκινά από το σκηνικό (του Γιώργου Πάτσα). Στο βάθος της σκηνής, χαμηλά σπιτάκια φτωχογειτονιάς. Φωτισμένα παράθυρα, δοκάρια της ΔΕΗ, καμινάδες που τότε κάπνιζαν ακόμα… Το πάλκο πλησιάζει, έρχεται μπροστά -δέκα μπουζούκια, με πρώτους, τον Μανώλη Καραντίνη και τον Πειραιώτη Μανώλη Πάππο, τον Αρη Κούκο, τον Κωνσταντίνο Πλατάκη, τον Γιώργο Ρόκα, τον Γιώργο Κοντογιάννη, τον Βασίλη Παπαδόπουλο, τον Γιώργο Μάτσικα, τον Θανάση Βασιλά, τον Βαγγέλη Μαχαίρα- γιατί και οι δέκα είναι πρώτοι, έπαιξαν με την ψυχή τους, με ασίγαστο ρυθμό και σεβασμό στο ύφος του Τσιτσάνη. Δρόσισε η ακοή μας, πετάρισε η καρδιά μας και, τακ, τακ, κράτησε τον ρυθμό πάνω στο λουστραρισμένο παρκέ του Μεγάρου η γόβα και το σινιέ σκαρπίνι του κοινού που γέμισε ασφυκτικά, πλατεία και θεωρεία. Ηρθαν «κυριλέ» με τις καλοβαλμένες κυρίες τους και έφυγαν, τραγουδώντας, «είμαστε αλάνια» με δίπλα τους εκείνη, που ο λεβέντης της την ντύνει, που «κάνει μπαμ και σταματούν τα τραμ». Τουτέστιν, μπήκαμε πολίτες της Ενωμένης Ευρώπης και βγήκαμε και πάλι Ελληνες που ανατράφηκαν με το γάλα της μάνας τους, με μπομπότα της Κατοχής και μεράκι ελευθερίας. Βέβαια, είναι ο Γιώργος Νταλάρας, που επαναλαμβάνει στο Μέγαρο το αφιέρωμά του για τα 20 χρόνια απουσίας του μεγάλου Τσιτσάνη. Με φρεσκαρισμένο περιτύλιγμα σε σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή, με αφηγητές που μπαίνουν και λένε τα εσώψυχά τους, σε κείμενα Γιάννη Κοντού, Θανάση Νιάρχου και Σταμάτη Φασουλή. Και οπτικό υλικό σε σκηνοθεσία Νίκου Σούλη. Το αφιέρωμα θέλει την εικόνα να συνοδεύει τη μουσική, να τη δένει με τις ρίζες της, με την εποχή για την οποία γράφει ο Τσιτσάνης, μόνο που η μουσική του δεν το ‘χει πια αυτό ανάγκη. Εχει περάσει στο DNA των Ελλήνων από τις γενιές του εικοστού αιώνα και δεν έχει ανάγκη από «φιοριτούρες», φτιαχτές εξομολογήσεις που βρήκαν στον Τσιτσάνη τον δάσκαλο, τον φίλο, τον συμπαραστάτη. Αυτόν ακριβώς τον ρόλο που δεν θέλησε ποτέ ο ίδιος να παίξει. Μουσική ήξερε και ήθελε να κάνει, και αυτή μας την κληρονόμησε και μας πότισε, για να μπορούμε να τραγουδούμε όλοι μαζί «Ομορφη Θεσσαλονίκη», «Αντιλαλούνε τα βουνά», «Με παράσυρε το ρέμα» ή την «Αρχόντισσα», την «Αχάριστη» και με έναν κόμπο πάντα στο λαιμό τη «Συννεφιασμένη Κυριακή». Ετσι και έγινε από το B΄ μέρος της συναυλίας που θα επαναληφθεί αύριο και στις 14,16 και 17 Ιανουαρίου, δηλαδή πέντε παραστάσεις μαζί με την «πρώτη» της Κυριακής και την χθεσινή της Δευτέρας. «O Βασίλης Τσιτσάνης είναι όλη μου η ζωή και σας ευχαριστώ που τη μοιραστήκατε μαζί μου», όπως είπε ο Γιώργος Νταλάρας, στο τέλος, υποκλινόμενος, με την κιθάρα στο χέρι, ενώ πίσω, δέσποζε η φωτογραφία του Βασίλη Τσιτσάνη με το αχώριστο μπουζούκι του, με τα μάτια χαμηλωμένα σε ιερατική σοβαρότητα, με τάξιμο στη μουσική. Ας είναι, όμως, όλοι τους καλά, ο Γιώργος Νταλάρας, η Ελένη Τσαλιγοπούλου με γνήσια λαϊκή φωνή, ο ιεροψάλτης-τραγουδιστής Γρηγόριος Νταραβάνογλου, ο Γεράσιμος Ανδρεάτος και η Γιώτα Δρακιά, που μας τραγούδησαν κοντά πενήντα τραγούδια του Τσιτσάνη, όλα επιτυχίες αξέχαστες. Χαριτωμένο σκηνοθετικό εύρημα τα παιδόπουλα με τα λευκά, από την Παιδική Χορωδία Δημήτρη Τυπάλδου, που μας είπαν «Τα Καβουράκια» και τρεχοβόλαγαν γύρω-γύρω στο πάλκο, σαν στου γιαλού τα βοτσαλάκια. Στέρεες οι δροσερές φωνές τους, όλο το ακροατήριο με παιδιά και εγγόνια τα λάτρεψε, ίσως και να χαμογελούσε κάτω από το παχύ μουστάκι του και ο Τσιτσάνης. H χορογραφία του Λεωνίδα Ντεπιάν, σε μεταφορά του «Γουέστ Σάιντ Στόρι» στα καθ’ ημάς λεβέντικα, μπορεί να είχε τη θέση της σε ξένη σκηνή αλλά όχι σε ελληνική. Είχε ποιότητα αλλά να, δεν μας έπεισε η… Ζιζέλ της «Συννεφιασμένης Κυριακής» ούτε η Λίμνη στο… Μπαξέ-Τσιφλίκι. Στο «Φαληρικό», στου «Δαλαμάγκα», στο «Χάραμα» της Καισαριανής, άντρες, γυναίκες, χορεύουν λεβέντικα, δεν υπάρχει μετάλλαξη σ’ αυτό. Πάντως, καιρό είχαμε να δούμε τον κόσμο να βγαίνει, αλά μπρατσέτα, γελώντας και τραγουδώντας. Μία ακόμη μεγάλη επιτυχία για το Μέγαρο, και «μπράβο» στη χορηγό «Novabank» και στον πρόεδρό της κ. Δημήτρη Κοντομηνά. Είναι και η γνώμη ενός αυθεντικού νέου συνθέτη που μετράει – του Δημήτρη Παπαδημητρίου που σφιχταγκαλιασμένος, με την τραγουδίστρια – μούσα του Φωτεινή Δάρρα μιλούσε ενθουσιασμένος για την απόδοση του κλίματος Τσιτσάνη από τους μουσικούς. Ολους, από το μπουζούκι, το πιάνο από τον Γανωσέλη, τα κρουστά, το ακορντεόν, το βιολί, το κοντραμπάσο. Θυμηθήκαμε και τη Φλέρυ Νταντωνάκη στα «Λειτουργικά» με τον Μάνο Χατζιδάκι. Δεν μπορεί κανείς να τα ‘χει όλα. Τουλάχιστον, το Μέγαρο αντιλάλησε, και τους μάζεψε όλους και τους τιθάσεψε. Θερμό, παρατεταμένο το χειροκρότημα για όλους τους τραγουδιστές (φωτο), τους ηθοποιούς, τους συντελεστές (ο Σταμάτης Φασουλής δεν βγήκε) και ιδίως για τους μουσικούς που συνέχιζαν να παίζουν, να αναγαλιάζει η ελληνική καρδιά μας…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή