Στόχοι μετά τους Αγώνες

3' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες έριξαν στην Ελλάδα τους προβολείς της παγκόσμιας προσοχής. Ποτέ στο παρελθόν τα διεθνή MME δεν είχαν ασχοληθεί για τόσο μεγάλο διάστημα με τη χώρα μας, με όλα τα θετικά και αρνητικά επακόλουθα της προσοχής αυτής. Μαζί με τη μετάδοση των αγωνισμάτων, κατέγραψαν και πληροφορίες για τις καλλιτεχνικές μας επιδόσεις, τις οργανωτικές ικανότητες, τις τεχνολογικές δυνατότητες και την οικονομική μας αντοχή. Τα συμπεράσματα που θα συναχθούν από την απόδοσή μας θα βαρύνουν στην πλάστιγγα του ευρωπαϊκού μας μέλλοντος.

Βρισκόμαστε ήδη στην αφετηρία της μεταολυμπιακής εποχής και οι προγραμματισμένες δραστηριότητες συνωθούνται στον κατάλογο των προτεραιοτήτων μας. Πέρα από τα εμφανώς χρήσιμα έργα που μας κληροδότησαν οι Αγώνες, πρέπει να επωφεληθούμε από την πλειάδα των εγκαταστάσεων και συγκροτημάτων που κατασκευάστηκαν για τις ανάγκες της διοργάνωσης, προβλέποντας σύντομα εναλλακτικές χρήσεις. Αν τα πανάκριβα αυτά έργα περιπέσουν σε αχρηστία, η επιβάρυνση του ήδη βεβαρημένου προϋπολογισμού των Αγώνων θα μεγαλώσει. H Αθήνα με τη νέα της υποδομή και το φιλόξενο κλίμα της, θα μπορούσε να γίνει η εκθεσιακή και συνεδριακή Μέκκα της Ευρώπης.

Τα έργα και τα κτίρια των Αγώνων θα αποτελέσουν ακόμα σημαντική προσθήκη στη φτωχή αρχιτεκτονική κληρονομιά της νεότερης Αθήνας. Οπως έγραψε και ο Εμμανουήλ Ροΐδης πριν από έναν αιώνα, «διαφέρουσα πάντων των ευρωπαϊκών εθνών, η Ελλάς δύναται να εξομοιωθή κατά τούτο προς την Αμερικήν. Τα πάντα είναι χθεσινά. Αι παλαιόταται οικίαι είναι τα εξηκονταετή περίπου χάρβαλα της Πλάκας». Χθεσινές είναι και οι αστικές συνήθειες των Αθηναίων. Οι ημέρες της ολυμπιακής δοκιμασίας ίσως αφήσουν μια πρόσθετη παρακαταθήκη αστικής πειθαρχίας, που στην καλύτερη περίπτωση θα σπρώξει περισσότερους καθημερινούς ταξιδιώτες να χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής συγκοινωνίας αντί των I.X., που προκαλούν κυκλοφοριακή συμφόρηση.

Η γλωσσική παράδοση

Ποιος θα είναι όμως ο μονιμότερος εθνικός στόχος, που θα δώσει στον μεταολυμπιακό μας βίο νέο περιεχόμενο; Από όλες τις πολιτισμικές μας επιδόσεις αυτή με τη μεγαλύτερη διάρκεια είναι η γλωσσική παράδοση, η οποία αποτελεί και αδιατάρακτο στοιχείο της ταυτότητάς μας. Συμβαίνει μάλιστα την τελευταία δεκαετία η ζήτηση για την ελληνική γλώσσα να παρουσιάζει έξαρση στα Βαλκάνια. Οι λόγοι είναι ευεξήγητοι. Καθώς η Ελλάδα έγινε χώρα μεταναστευτικής ευκαιρίας, η ελληνική γλώσσα απέκτησε ξανά το γόητρο εισιτήριο στη βελτιωμένη διαβίωση και την ευνομία. Είναι, συνεπώς, σκόπιμο η Ελλάδα να ξαναγίνει η χώρα εξαγωγής γλωσσικής παιδείας σε Βαλκάνιους, Ρώσους, Γεωργιανούς κ.ά. Κάποια άλλωστε εκπαιδευτικά μας ιδρύματα έχουν ανταποκριθεί στην πρόκληση των καιρών.

Ομως, για να φανούμε αντάξιοι των περιστάσεων οφείλουμε πρώτα να θέσουμε τα του οίκου μας σε τάξη. Εχουμε επισημάνει και στο παρελθόν από τη στήλη αυτή ότι η κατάσταση στην ανώτατη παιδεία παρουσιάζει εδώ και χρόνια συμπτώματα παρακμής. Ολοι γνωρίζουν τη συνταγή για την ανάκαμψη, όμως, η συναίνεση στην αδράνεια εμποδίζει τη λύση και η σιωπηλή συμμαχία φοιτητών, διδασκόντων και πολιτικών καθηλώνουν την παιδεία μας στον χαμηλότερο παρονομαστή. Το υπουργείο Παιδείας υπήρξε ως επί το πλείστον όργανο της συναινετικής μειοδοσίας, που εξασφάλιζε ισορροπία στην εκλογική βάση. Μπορούμε άραγε να ελπίζουμε στην παρρησία κάποιου πολιτικού που θα αγνοήσει το πολιτικό κόστος για να καταργήσει την αιώνια φοίτηση, τις μεταγραφές και τη μεταφορά μαθημάτων;

Ομως η αφορμή της μικρής πτητικής ικανότητας του πανεπιστημίου αρχίζει πολύ νωρίτερα. Πρώτιστο καθήκον των υπευθύνων της Παιδείας είναι να ξανακοιτάξουν εκείνο το θλιβερό μάθημα των προκατασκευασμένων εκθέσεων και των εξεταστών τους που θα μηδένιζαν τον Σεφέρη και τον Ελύτη (ως δοκιμιογράφους) αν τους πετύχαιναν σε ανώνυμες κόλλες εξετάσεων. Επεται η συνέχεια στον θανατερό παπαγαλισμό του Λυκείου και των δωρεάν παρεχομένων ολίγων συγγραμμάτων του πανεπιστημίου.

Πνευματική άσκηση…

Ολοι μιλούν σήμερα για την πολιτισμική διπλωματία και το αυτονόητο περίσσευμα του πολιτισμικού μας πλούτου. Ομως η σημερινή λογοτεχνική μας τουλάχιστον παραγωγή, μετά τη μεγάλη εποχή της ποίησης και μια μεταπολεμική αναλαμπή της πεζογραφίας, δεν εμφανίζει παρά κάποιες ευπρεπείς φωνές και μερικές ίσως υποσχέσεις για το μέλλον. Δεν είναι άραγε η λογοτεχνική ακμή προϊόν σχολείου που διδάσκει και καλλιεργεί το γλωσσικό όργανο, ακόμα και όταν το σχολείο δεν έχει έδρανα αλλά συντροφιές που μαθητεύουν σε μια μεγάλη παράδοση; Μια χώρα όμως χωρίς σημαντικά πανεπιστήμια, χωρίς βιβλιοθήκες και χωρίς ταγούς περιωπής, μπορεί να αποκτήσει φιλολογικές συντροφιές;

Το μονιμότερο κέρδος από τους Ολυμπιακούς θα μπορούσε να προέλθει από την πεποίθηση ότι η συλλογική επιτυχία είναι δυνατό να επεκταθεί και στα προϊόντα του πολιτισμού. Και αυτό μόνο αν ξαναχτίσουμε με υπομονή μια αόρατη πολιτεία της πνευματικής άσκησης πάνω στα θεσμικά ερείπια της σημερινής μας αδράνειας.

(1) O κ. Θ. Βερέμης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αντιπρόεδρος του Δ.Σ. στο Ελληνικό Ιδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή