Το τέλος της ιδεολογικής «καθαρότητας»;

Το τέλος της ιδεολογικής «καθαρότητας»;

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αργά αλλά σταθερά, χαμηλόφωνα αλλά ουσιαστικά, ασυντόνιστα αλλά συνολικά, κάτι φαίνεται να αλλάζει τον τελευταίο καιρό. Κάτι που δύσκολα θα το περίμενε κανείς: η αυτολογοκρισία της πολιτικής ορθότητας που χρόνια ρίχνει τη σκιά της στον δημόσιο διάλογο στην Ελλάδα, μοιάζει να υποχωρεί.

Χρόνια τώρα, σε μια σειρά από ζητήματα ο διάλογος διεξάγεται φοβικά – δηλαδή, στην πραγματικότητα, δεν διεξάγεται. H σκέψη δεν προχωρά, τα πράγματα δεν τροφοδοτούνται από ιδέες που θα μπορούσαν να τα πάνε πιο πέρα και, τελικά, η ουσία της δημοκρατίας ατροφεί. Τα παραδείγματα των «ιερών θεμάτων» που τα προστατεύει η πολιτική ορθότητα και οι (πολύ πετυχημένοι επαγγελματίες) πραιτωριανοί της είναι ουκ ολίγα και σε όλους τους τομείς – τι να πρωτοαναφέρει κανείς: Αν αμφισβητήσεις ότι το Πολυτεχνείο έριξε τη χούντα, είσαι ύποπτος – κι αν προβληματιστείς για το πώς και ποια στιγμή έγινε, όταν δηλαδή γινόταν το εγχείρημα της όποιας πολιτικοποίησης ή αν αναρωτηθείς για το πώς μπορεί να συνδέεται με την πορεία προς την κυπριακή τραγωδία, είσαι τουλάχιστον… σταγονίδιο… Ασε τι έχεις να ακούσεις αν απλώς υπενθυμίσεις ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου επέστρεψε στην Ελλάδα περίπου δύο μήνες μετά την πτώση της χούντας μέχρι να σιγουρευτεί για τα καλά ότι η κατάσταση είχε τεθεί υπό έλεγχο και ότι δεν είχε κίνδυνο… Αν πεις τη λέξη «Μακεδονία», δεν είσαι πατριώτης. Κι αν πεις «οι ελληνοτουρκικές διαφορές» κι όχι «η μόνη διαφορά», δηλαδή η υφαλοκρηπίδα, είσαι στα όρια του πράκτορα των Τούρκων… Καλά, κι άμα αναφέρεις την έννοια «συνολική επίλυση», είσαι τουλάχιστον Εφιάλτης. Το ίδιο όμως δεν συμβαίνει αν μιλήσεις για τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και για την κατάφωρη παραβίαση της ισότητας των Ελλήνων που απορρέει από αυτήν; – άσε τις τραγικές επιπτώσεις της στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Και το ίδιο δεν γίνεται όταν μιλήσεις για τον διακομματικό συνδικαλιστικό φασισμό που έχει επικαθήσει στη χώρα; Ή αν πεις ότι η Ολυμπιακή, πρέπει επιτέλους να κλείσει γιατί επιβαρύνει τρομακτικά δυσβάστακτα την εθνική οικονομία; Καλά, αν αναφερθείς στις επιχειρηματικές δράσεις της ελληνικής παλαιοαριστεράς, ή στην εργατική πολιτική που ασκεί στους εργαζομένους της, εκεί σε πήρε και σε σήκωσε…

Ο,τι κι αν πεις από όλα αυτά, και πολλά άλλα ανάλογα με αυτά, ανεξάρτητα από το θεματικό πεδίο τους, πρέπει να είσαι έτοιμος να υποστείς τα πάνδεινα, γιατί οι δυνάμεις περιφρούρησης της ιδεολογικής καθαρότητας αγρυπνούν, δεν παίζουν! Και όποιος τις προκαλέσει, ουαί κι αλίμονό του. Αν και το χειρότερο ίσως που μπορείς να πάθεις είναι να σου ξεφύγει καμιά κουβέντα για τα άγια των αγίων τους, αυτά από τα οποία οι πιο πολλές εξ αυτών των δυνάμεων τα εγκατέλειψαν μεν, τα αξιοποιούν διαρκώς δε: για την παγκόσμια επανάσταση, για τον Τρότσκι ή τον Λένιν και τους διάφορους χαμούς που γίνονταν στον κουμμουνιστικό τους «Ολυμπο». E ρε και να έλεγε κανείς τίποτα για καμιά… αποβάθρα που… συνωστίζονταν όλοι αυτοί τι θα γινότανε στη χώρα…

Δίπλα όμως σε όλα αυτά τα «δικά μας» θέματα που συντηρούν μια ψευτοϊντελιγκέντσια και ένα γερό σύστημα εξουσίας μέσα από την ιδεολογική τρομοκρατία, υπάρχουν και κάποια που έχουμε, ως… φύλλο συκής, δανειστεί απέξω. Λ.χ., δεν κάνει να μιλάς για τις θρησκείες – απαγορεύεται. Απαγορεύεται να πεις ότι μία (αλλά πλέον πολύ διαδεδομένη και διαρκώς ανερχόμενη) εκδοχή του Ισλάμ καταπιέζει και κρατά υπανάπτυκτες τεράστιες μάζες πληθυσμών, σε έναν μεσαίωνα από τον οποίο, σε αντίθεση με τις χριστιανικές κοινωνίες που τον ξεπέρασαν, μοιάζει ότι δεν θα μπορέσουν εύκολα να ξεφύγουν και ο οποίος έχει πια τεράστιες επιπτώσεις και στις δικές μας κοινωνίες. Μάλιστα, αυτό το θέμα ήταν και η αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις. Ενα βιβλίο, που μόλις εξέδωσαν οι εκδόσεις Πόλις, οι «Φονικές θρησκείες» του Elie Barnavi, ο οποίος με τρόπο συναρπαστικό αλλά και εξαιρετικά θεμελιωμένο εξηγεί πώς και γιατί η μάχη όχι βέβαια απέναντι στο Ισλάμ, αλλά απέναντι στο φανατικό επαναστατικό Ισλάμ απότελεί «το μέγιστο στοίχημα του 21ου αιώνα». Είναι βέβαιο ότι, τέτοιες απόψεις πριν από λίγα μόλις χρόνια θα προκαλούσαν τσουνάμι κατάρας και οργής από τους φύλακες της ιδεολογικής καθαρότητας. Ξαφνικά μοιάζουν αρκετά πιο ανεκτές. Το ερώτημα όμως είναι γιατί; Επειδή τελειώνει η εποχή της αυτολογοκρισίας, ή, μήπως, απλώς, επειδή πλέον, μέσα στον γενικό χαμό της φτήνειας τίποτα πια δεν ακούγεται;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή