Ιδεολογικές αγκυλώσεις και η «δίκη των έξι»

Ιδεολογικές αγκυλώσεις και η «δίκη των έξι»

3' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H μελαγχολία είναι το μόνο συναίσθημα που ταιριάζει σ’ αυτόν που παρακολουθεί τα ιδεολογικά δρώμενα στη σημερινή Ελλάδα. Χαρακτηριστικά είναι τα θέματα που συζητήθηκαν περισσότερο την τελευταία περίοδο: η αναψηλάφηση (μετά από 87 χρόνια) της Δίκης των Εξ πρωταιτίων της Μικρασιατικής Καταστροφής και η αποκατάσταση του Στάλιν στο 18ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτά δηλώνουν ότι η Ελλάδα κλείνεται ολοένα και περισσότερο στον εαυτό της.

Καθηλώνεται στο παρελθόν με έναν αρνητικό τρόπο και μέσω αυτού φαίνεται να προσεγγίζει την πραγματικότητα. Αναδεικνύεται παράλληλα η αδυναμία επικοινωνίας, εφόσον αντί της αναζήτησης της ενιαίας ιστορικής αφήγησης, ως σύνθεση των επιμέρους ερμηνειών, επιλέγεται η ακριβώς αντίθετη πορεία.

Η απόπειρα αναψηλάφησης της Δίκης των Εξ, πάντως, συγκροτεί την πιο αποκαλυπτική στιγμή της νεοελληνικής μας καθήλωσης. Οσοι υποκίνησαν τη διαδικασία αυτή επικαλέστηκαν τον τερματισμό του Διχασμού. Ομως φάνηκε πως αγνοούσαν ότι τη σημερινή ελληνική κοινωνία δεν την απάρτιζαν μόνον οι απόγονοι των ψηφοφόρων των μοιραίων εκλογών του 1920. Κατάφεραν να πυροδοτήσουν την επανεμφάνιση του Διχασμού, στη σημερινή εκδοχή του οποίου συμμετέχουν και οι απόγονοι των θυμάτων της πολιτικής των Εξ.

Χαρακτηριστικές είναι οι διαμαρτυρίες των προσφυγικών οργανώσεων που στάλθηκαν στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου. Και τα επιχειρήματά τους είναι αξιοσημείωτα, όταν υποστηρίζουν ότι οι Εξ με την πολιτική τους εκείνη την εποχή:

– διευκόλυναν το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα για να νικήσει,

– οδήγησαν στην κατάπτωση του αξιόμαχου του στρατού με τη ρεβανσιστική τους πολιτική μετά τον Νοέμβρη του 1920, κατά άξιων κατά κοινή ομολογία αξιωματικών του Μετώπου,

– επέτρεψαν τους 120.000 Τούρκους εθνικιστές να νικήσουν 200.000 ελληνικό στρατό που ήταν και καλύτερα εξοπλισμένος,

– δεν απέστειλαν ούτε μια σφαίρα ούτε έδωσαν οπoιαδήποτε βοήθεια στους Ελληνες αντάρτες του Πόντου, οι οποίοι μόνοι τους έδωσαν έντιμα τον άνισο αγώνα,

– εξαπάτησαν τους ψηφοφόρους τους με συνθήματα «μικρά πλην έντιμος Ελλάς» και «Οίκαδε» και τελικά διέβησαν την Αλμυρά Ερημο,

– δεν δημιούργησαν 2η γραμμή άμυνας έξω από τη Σμύρνη, γιατί απλώς ήθελαν να βρουν την ευκαιρία και να φύγουν,

– διέλυσαν οικονομικά την Ελλάδα, ενώ ήξεραν ότι θα σταματήσουν οι οικονομικές επιχορηγήσεις των συμμάχων εάν επαναφέρουν στον θρόνο τον γερμανόφιλο Κωνσταντίνο,

– θυσίασαν συνειδητά τα συμφέροντα της «πατρίδας» στο όνομα των συμφερόντων του θρόνου,

– απαγόρευσαν τον εξοπλισμό των Μικρασιατών και την ανακήρυξη Ιωνικού Κράτους,

– τη στιγμή που αποφάσισαν την εγκατάλειψη της Μικράς Ασίας (Ιούλιος 1922), νομοθέτησαν την απαγόρευση εξόδου από την Ανατολή όλων των Ελλήνων και την παράδοσή τους στο έλεος του Μουσταφά Κεμάλ,

– απαγόρευσαν την έξοδο του ελληνικού και αρμενικού πληθυσμού μετά την ήττα του Αυγούστου του ’22, ενώ «συνωστιζόταν» στην προκυμαία της Σμύρνης λίγο πριν κάψουν την πόλη οι Τούρκοι στρατιώτες, για να μη δημιουργηθεί «προσφυγικό πρόβλημα» στη Μικρά πλην Εντιμο Ελλάδα.

Την πολιτική τους αυτή ανέδειξε με τον αποκαλυπτικότερο τρόπο η τουρκική εφημερίδα Yeni Giun, που κυκλοφόρησε στην Κωνσταντινούπολη τις μέρες της νίκης των κεμαλικών, δημοσιεύοντας τις φωτογραφίες των Γούναρη-Στράτου, μεντόρων της κυβέρνησης Πρωτοπαπαδάκη υπό τον τίτλο: «Γούναρης-Στράτος: Οι σωτήρες της Τουρκίας».

Η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου να δεχτεί την εισήγηση Κονταξή, που βασίστηκε σε μία μόνο ψήφο του ποινικού τμήματος, φέρνει και πάλι στην επιφάνεια τον παλιό Διχασμό. Και αυτό τη στιγμή που οι συνέπειες της πολιτικής των Εξ σήμερα κορυφώνονται. Κυρίως με την αμφισβήτηση του στάτους του Αιγαίου από τη εθνικιστική Τουρκία που διαμορφώθηκε ως απόρροια της Μικρασιατικής μας Ηττας. Η εξέλιξη αυτή με την απόφαση της Ολομέλειας ίσως να έχει και μια θετική πλευρά. Ισως να συζητηθούν για πρώτη φορά επί της ουσίας τα γεγονότα εκείνης της εποχής και ο τρόπος εμπλοκής των κύριων πολιτικών ελλαδικών δυνάμεων, του παλαιοκομματισμού που εξέφραζε η Μοναρχία και το Λαϊκό Κόμμα, του βενιζελισμού και της Αριστεράς της «μικράς πλην εντίμου», όπως εκφραζόταν από το ΣΕΚΕ.

Η ύπαρξη πλέον μιας σχετικά ώριμης προσφυγικής ιστοριογραφίας, μπορεί να κάνει αυτή τη συζήτηση ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα.

* Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι ιστορικός

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή