Οι πολιτισμικές διαφορές Ελλάδας και Β. Ευρώπης

Οι πολιτισμικές διαφορές Ελλάδας και Β. Ευρώπης

4' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κάθε φορά που ταξιδεύω από τη Βόρεια στη Νότια Ευρώπη, είτε για επαγγελματικούς είτε για προσωπικούς λόγους, έχω τον νου μου να προσαρμόζομαι στην αλλαγή του νοήματος των λέξεων. Δεν πρόκειται για ηθικό ή φιλοσοφικό ζήτημα, αλλά μάλλον για γλωσσολογικό. Ας δούμε ένα αθώο παράδειγμα: δύο Ελληνίδες φίλες μου, μου διηγούνται πως όταν οι γονείς τους τις έστειλαν στο Λονδίνο για να σπουδάσουν, πριν από 25 χρόνια, δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί όλοι οι Βρετανοί φοιτητές έλεγαν πριν από τις εξετάσεις «δεν έχω διαβάσει ούτε λεπτό». Από τους βαθμούς που έπαιρναν, καθίστατο σαφές ότι κάτι τέτοιο δεν ίσχυε. Πρόκειται όμως για ένα τυπικό «γλωσσικό παιχνίδι», κατά το οποίο οι φοιτητές παριστάνουν ότι δεν είναι μελετηροί. Οι Βρετανοί άλλοτε εννοούν αυτά που λένε και άλλοτε όχι. Πολλές φορές χρησιμοποιούν ήπιες λέξεις για σοβαρά θέματα και βαριές λέξεις για ασήμαντα: για παράδειγμα, όταν χυθεί καφές στο τραπέζι, μπορούν να πουν «τι απαίσιο πράγμα!», ενώ όταν χαθούν χιλιάδες ζωές σε μια μάχη να αναφωνήσουν «μεγάλο σόου». Οταν όμως καταλαβαίνει κανείς τον γλωσσικό κώδικα, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα.

Ανάλογα παθήματα με τις Ελληνίδες φίλες μου είχα και εγώ. Το 1986, όταν επέστρεψα στη Βρετανία έπειτα από τέσσερα χρόνια στην Ελλάδα, έπρεπε να προσαρμοστώ στον γλωσσικό κώδικα. Ο διευθυντής ενός μεγάλου περιοδικού, τον οποίο γνώριζα από παλιά, με είδε σε ένα πάρτι και με κάλεσε να παραστώ σε ένα από τα διάσημα γεύματα εργασίας που διοργάνωνε η συντακτική του ομάδα. Επρόκειτο για σημαντική πρόσκληση, αφού σε αυτά τα γεύματα είχε κανείς την ευκαιρία να δικτυωθεί με σημαντικούς παράγοντες της δημόσιας ζωής. Ωστόσο, θεώρησα ότι η πρόσκληση ήταν ασαφής και μάλλον έγινε από ευγένεια. Είχα συνηθίσει από την Ελλάδα, όπου όταν κάποιος σου λέει «να συναντηθούμε καμιά μέρα για φαγητό», δεν το εννοεί ακριβώς. Αυτό που θέλει να σου πει είναι ότι τρέφει σεβασμό και θερμά συναισθήματα για σένα, όχι ότι θέλει συγκεκριμένα να φάτε μαζί. Τελικά δεν πήγα στο γεύμα εργασίας που με είχαν καλέσει, με αποτέλεσμα να παρεξηγηθώ.

Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι οι πολιτισμικές διαφορές στην προσέγγιση της γλώσσας και της πραγματικότητας επηρεάζουν και τη σημερινή κρίση στις σχέσεις μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Σε κάθε κοινωνία και σε κάθε πολιτισμό, υπάρχουν άγραφοι κανόνες για το πότε οι λέξεις αποδίδουν πιστά την πραγματικότητα και πότε απλώς αποτελούν «σχήμα λόγου». Ανάλογα λοιπόν με αυτούς τους κανόνες, η διατύπωση προτάσεων που δεν είναι αληθείς μπορεί να θεωρείται δικαιολογημένη, αναγκαία, επιβεβλημένη ή και προδοτική. Σε κάθε γλώσσα, βλέπουμε ότι υπάρχουν ψέματα που θεωρούνται αθώα και ψέματα που λέγονται με δόλο, με σαφή πρόθεση δηλαδή να εξαπατηθεί ο άλλος. Εντούτοις, τα όρια διαφέρουν από γλώσσα σε γλώσσα.

Ανθρωπολογικές έρευνες που έχουν γίνει, σε ελληνικά χωριά για παράδειγμα, έχουν δείξει πόσο αυστηροί είναι οι κανόνες περί αλήθειας και ψεύδους. Για παράδειγμα, σε ορισμένες περιοχές της υπαίθρου, ο επικεφαλής του κάθε νοικοκυριού οφείλει να μοιράζεται λίγες μόνο ακριβείς πληροφορίες με τους γείτονες του για την οικονομική κατάσταση του οίκου του. Αυτό συμβαίνει γιατί οι γείτονές του είναι ταυτόχρονα και οικονομικοί ανταγωνιστές του. Ετσι, κάθε «νοικοκύρης» παίζει εν γνώσει του ένα παιχνίδι ήπιας εξαπάτησης με το υπόλοιπο χωριό. Κανείς δεν ψέγει ηθικά τους συντοπίτες του για την τακτική τους.

Χωρίς να θέλω λοιπόν να καταφύγω σε έναν απλουστευτικό πολιτιστικό ντετερμινισμό, είμαι σίγουρος ότι η σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Ε. Ε. οφείλεται εν μέρει και σε παρανοήσεις που προκύπτουν ως συνέπεια γλωσσικών παιγνίων. Για παράδειγμα το γεγονός ότι η Ελλάδα υπέβαλλε ψευδή στατιστικά στοιχεία στη Eurostat, δεν θεωρείται από τους Ευρωπαίους «ψεματάκι», αλλά ψεύδος με όλο το ηθικό βάρος που φέρει η λέξη. Καλώς ή κακώς, στις Βρυξέλλες πιστεύουν ότι δεν επρόκειτο για αποτυχία ανίκανων παραγόντων της ελληνικής γραφειοκρατίας, αλλά για προδοσία της εμπιστοσύνης που είχε η Ευρώπη στην Ελλάδα. Ετσι, ακούω συχνά από Βορειοευρωπαίους να λένε ότι «πράγματι και άλλες χώρες βρίσκονται σε οικτρή οικονομική κατάσταση, αλλά τουλάχιστον αυτές δεν μας είπαν ψέματα». Με άλλα λόγια, η ανταλλαγή στατιστικών πληροφοριών θεωρείται από τους Ευρωπαίους ένας τομέας στον οποίο αναμένεται από τον καθένα να λέει την αλήθεια.

Δεν είμαι απόλυτα σίγουρος, αλλά πιστεύω ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει για την Ελλάδα. Οποτε βρίσκομαι στην Ελλάδα, καταλαβαίνω ότι οι πολίτες της αντιλαμβάνονται τα δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και ότι αυτά θα έπρεπε ούτως ή άλλως να λυθούν, ανεξάρτητα από την οικονομική κρίση. Ελάχιστοι όμως μπορούν να καταλάβουν γιατί οι Βορειοευρωπαίοι δεν είναι απλώς εκνευρισμένοι μαζί τους, αλλά πραγματικά εξοργισμένοι. Οταν αναφέρεται το θέμα των ψευδών στοιχείων, η απάντηση που ακούς είναι «μα όλοι δεν λένε ψέματα στα στατιστικά τους στοιχεία;». Μια τέτοια στάση θυμώνει ακόμη περισσότερο τους Ευρωπαίους, οι οποίοι με τη σειρά τους πιστεύουν ότι τα ψεύδη της Ελλάδας προκάλεσαν τη σημερινή επίθεση των κερδοσκόπων στο ευρώ.

Υπό μία έννοια, δεν έχει σημασία ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο στην παραπάνω διαφορά. Ας δεχθούμε όμως ότι η στάση των Βορειοευρωπαίων απέναντι στα ελληνικά προβλήματα είναι μικρόψυχη, υποκριτική και άδικη. Και πάλι, όμως, γεγονός παραμένει ότι αυτό που συνέβη ήταν μία κατάρρευση στην επικοινωνία μεταξύ Ελλάδας και Βόρειας Ευρώπης, μια αποτυχία να καταλάβει ο ένας το νόημα που αποδίδει στις λέξεις ο άλλος. Σημαίνει άραγε αυτό ότι οι Ευρωπαίοι λένε πάντα την αλήθεια; όχι βέβαια. Πιστεύουν ότι οι άλλοι πάντοτε κυριολεκτούν; Και πάλι η απάντηση είναι όχι. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως, περιμένουν να ακούσουν την αλήθεια. Αν η «γλωσσική» επικοινωνία μεταξύ Ευρώπης και Ελλάδας δεν αποκατασταθεί, τότε το μέλλον της Ε. Ε. προδιαγράφεται ζοφερό.

* Ο κ. Bruce Clark είναι διπλωματικός ανταποκριτής του περιοδικού Economist.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή