Ποιος θα επενδύσει στην καταστροφή;

Ποιος θα επενδύσει στην καταστροφή;

3' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Χρειάζονταν οι διακοπές για να πάρουμε κάποια απόσταση από τα τεκταινόμενα μετά τον ανελέητο βομβαρδισμό αρνητικών γεγονότων και ειδήσεων που υποστήκαμε τους τελευταίους μήνες. Χρειαζόταν και μια ανάσα πριν έρθουν τα επόμενα.

Η Ελλάδα βρίσκεται σε δεινή θέση με δική της υπαιτιότητα. Ο επιμερισμός ευθυνών ανάμεσα σε ένα πολιτικό προσωπικό, εν πολλοίς ανίκανο και διεφθαρμένο, και μια κοινωνία που δεν καταλάβαινε ή προσποιούνταν ότι δεν καταλαβαίνει δεν έχει πολύ νόημα. Οι μειοψηφίες έμειναν πάντα μειοψηφίες. Το «ζήσε το σήμερα και αύριο βλέπουμε» έχει ρίζες βαθιές, όπως άλλωστε η διαφθορά και η κακοδιοίκηση.

Στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης υπήρξαν παραλείψεις, λάθη και παλινωδίες. Πώς να γινόταν αλλιώς, έπειτα από μια προεκλογική διαμάχη εκτός τόπου και χρόνου, με εκπροσώπους του πελατειακού συστήματος να αναλαμβάνουν να προωθήσουν με μισή καρδιά μεταρρυθμίσεις που οι ίδιοι αρνούνταν για χρόνια, με μια κρατική μηχανή αποσυντονισμένη και μια κοινωνία διόλου έτοιμη για ριζικές αλλαγές, πόσω μάλλον για μια προσαρμογή του βιοτικού επίπεδου προς τα κάτω;

Η δημοσιονομική προσαρμογή παίρνει μέχρι σήμερα σχετικά καλούς βαθμούς από τους διεθνείς ελεγκτές. Πέρασαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό, το ασφαλιστικό και τη διοικητική αποκέντρωση. Δεν είναι τέλειες. Εγιναν όμως σημαντικά βήματα. Αρχισε και το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων. Κάθε μια από αυτές τις μεταρρυθμίσεις είχε αποδειχτεί πολιτικά τελείως ανέφικτη τα προηγούμενα χρόνια. Επιβεβαιώνεται έτσι για μια ακόμη φορά ότι η χώρα μας χρειάζεται τους βαρβάρους για να πάρουν τις δύσκολες αποφάσεις για μας. Θλιβερή η διαπίστωση. Αλλά όσοι κόπτονται για την απώλεια εθνικής ανεξαρτησίας στον καιρό του Μνημονίου θα πρέπει να θυμηθούν αν είχαν εκδηλώσει ανάλογες ανησυχίες όσο η Ελλάδα βυθιζόταν στο τέλμα του χρέους και της διαφθοράς.

Η δημοσιονομική προσαρμογή, σε συνδυασμό με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, είναι επώδυνη. Το πώς διαχειρίζεσαι την οικονομική ύφεση, καθώς και την κοινωνική κρίση που την ακολουθεί, με εξαιρετικά περιορισμένους πόρους και σχεδόν ανύπαρκτη διοικητική υποδομή, είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο πολιτικό σταυρόλεξο που απαιτεί ικανούς λύτες. Αν δεν τους έχουμε, ή δεν τους βρούμε, κινδυνεύουμε να μπούμε σε επικίνδυνες ατραπούς. Δεν γνωρίζω ποια ακριβώς είναι τα περιθώρια διαπραγμάτευσης με τους δανειστές μας. Θα χρειαστεί μάλλον να τους πείσουμε ότι μια πετυχημένη θεραπεία προϋποθέτει ασθενή που βρίσκεται ακόμη στη ζωή. Οι Ευρωπαίοι εταίροι και το ΔΝΤ γνωρίζουν πολύ καλά ότι η θεραπεία που εφαρμόζουν στην Ελλάδα θα δοκιμάσει τα όρια αντοχής του ασθενούς.

Οι περιβόητες αγορές ακόμη δεν πείθονται. Τα λεγόμενα spreads παραμένουν στα ύψη και τα ασφάλιστρα για την πιθανότητα χρεοκοπίας της Ελλάδας πλησιάζουν τα αντίστοιχα της Βενεζουέλας. Η αναδιάρθρωση, επιμήκυνση, ή όποια άλλη κόσμια λέξη προτιμάτε, του χρέους μιας χώρας δεν συζητιέται δημόσια, γίνεται αν και όταν κριθεί αναγκαία. Σε αυτήν τη συγκυρία και με δεδομένη την άρνηση των εταίρων μας, ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα είχε καταστροφικές συνέπειες. Θα έφερνε την Ελλάδα πίσω στα Βαλκάνια και πιθανότατα εκτός ευρώ. Είναι αλήθεια ότι οι αριθμοί δεν βγαίνουν εύκολα. Αν όμως βαθμιαία επαναφέρουμε τα δημόσια οικονομικά σε τάξη, θα μπορούμε στα επόμενα χρόνια να διαπραγματευτούμε με περισσότερη αξιοπιστία για κάτι καλύτερο. Οχι όμως σήμερα.

Θα χρειαστεί μεγαλύτερη έμφαση στη μείωση των δαπανών. Δεν αντέχει το παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας άλλη κρατική αφαίμαξη, με εξαίρεση τους πολλούς και συχνά επώνυμους φοροκλέπτες. Θα χρειαστούν ρηξικέλευθες αποφάσεις, νέες κοινωνικές συμμαχίες και μια όσο το δυνατόν γρηγορότερη και ριζική ανανέωση του πολιτικού προσωπικού.

Οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι. Θα δοκιμαστούν οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αντοχές της χώρας σε μάλλον ακραίες συνθήκες. Οσοι μιλούν όχι για συγκεκριμένες αλλαγές αλλά για την πλήρη απόρριψη του Μνημονίου έχουν την υποχρέωση να εξηγήσουν στον κόσμο πού θα βρουν τα χρήματα που λείπουν, αλλά και να εξηγήσουν επίσης τι θα συνεπαγόταν για τις καταθέσεις, τους μισθούς και τις συντάξεις μια στάση πληρωμών. Με συγκεκριμένους αριθμούς και όχι γενικολογίες. Μιλάω για εκείνους που μπορεί αύριο (ή στο απώτερο μέλλον) να κληθούν να διαχειριστούν τις τύχες του τόπου. Αυτοί τουλάχιστον δεν δικαιούνται να επενδύουν στην οικονομική καταστροφή. Δεν τους συμφέρει άλλωστε, αν θέλουν να σκεφτούν λογικά.

* Ο κ. Λουκάς Τσούκαλης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή