Ο «Κλέψας του κλέψαντος» και το πηγαδάκι

Ο «Κλέψας του κλέψαντος» και το πηγαδάκι

2' 10" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το βράδυ της Τετάρτης, ένα πηγαδάκι είχε σχηματιστεί στο προαύλιο του κτιρίου της εφημερίδας. Θέμα της συζήτησης ήταν η αυτοκτονία του σκηνοθέτη Μάριο Μονιτσέλι, ο οποίος σάλταρε από το παράθυρο του 5ου ορόφου της κλινικής της Ρώμης όπου νοσηλευόταν, καθώς η βαριά του αρρώστια δεν άφηνε ελπίδα για αξιοπρεπή παράταση ζωής.

«Μα πώς βρήκε τη δύναμη να σκαρφαλώσει στο πρεβάζι στα 95 του χρόνια;» αναρωτήθηκε κάποιος. Ισως να έκανε τα γλυκά μάτια σε κάποια νοσοκόμα και, αφού εκείνη θα είχε υποκύψει στη γοητεία του, να την παρακάλεσε «δεν μου δίνεις ένα σπρωξιματάκι;» Οι ταινίες του «Ο κλέψας του κλέψαντος» και «Οι εντιμότατοι φίλοι μου» προβάλλονται συχνά στην τηλεόραση και πάντα τις συνοδεύει η προτροπή «μην τις χάσετε», ακόμα και όταν τις έχουμε δει πάνω από μία φορά. Και τώρα ένας δημιουργός, που στις κωμωδίες του ύμνησε το δώρο της ζωής, αφαίρεσε τη δική του. Ωστόσο, έχει σημασία το «πότε», το υπό ποιες συνθήκες, και η απάντηση είναι: όταν το δώρο γίνεται τυραννία. Το ίδιο είχε συμβεί με τον Πρίμο Λέβι, που, αν ζούσε, θα ήταν σχεδόν συνομήλικος του Μονιτσέλι. (Δεν ξέρω αν ο Λέβι είναι ο καλύτερος, πάντως είναι ο πιο πολύτιμος συγγραφέας της μεταπολεμικής Ιταλίας.) Ο Λέβι, πού όσο ήταν κρατούμενος στο στρατόπεδο του Αουσβιτς δεν του είχε περάσει ούτε στιγμή από το μυαλό η σκέψη της αυτοκτονίας, διάλεξε την ίδια έξοδο καθώς είχε βρεθεί στην ίδια ακριβώς θέση, αλλά το 1987, σε καιρό ειρήνης.

Τρυφερότητα και όχι λύπη προκαλεί ο θάνατος του Μονιτσέλι, που με τόσο χιούμορ και ευγένεια απεικόνισε τους φτωχούς μικροαπατεώνες της μεταπολεμικής Ρώμης, την μπαμπεσιά, αλλά και την αριστοκρατικότητά τους. Βέβαια, ο άνθρωπος αυτός δεν ήταν μόνος, αλλά εξέφραζε ένα δυναμικό καλλιτεχνικό ρεύμα που το είχε πλάσει η αφρόκρεμα του ιταλικού λαού, με τις θυσίες, τον ιδρώτα και τις ελπίδες της.

Κάθε πηγαδάκι, για να είναι άξιο του ονόματός του, χρειάζεται μια κόντρα. Κι εμείς τη βρήκαμε στο φαγητό που καταβροχθίζουν οι πεινασμένοι επίδοξοι διαρρήκτες όταν έχουν γκρεμίσει έναν τοίχο και, αντί να βρεθούν στο ενεχυροδανειστήριο, όπως υπολόγιζαν, καταλήγουν στην κουζίνα ενός σπιτιού. Μακαρόνια με σάλτσα είχε η κατσαρόλα ή μακαρόνια με όσπρια; Εδώ ευχαριστώ τον εντιμότατο φίλο και συνάδελφο Μιχάλη Κατσίγερα, που μας έλυσε την απορία: «pasta e ceci», ζυμαρικά με ρεβίθια!

Δύσκολη, πικρή, φορτισμένη μέρα η Τετάρτη για τους εργαζόμενους στον Τύπο. Λουκέτα, απολύσεις, αβεβαιότητες να μας σφίγγουν σαν θηλιά. Και όμως, οι λίγες κουβέντες στα όρθια για τον Μάριο Μονιτσέλι μάς γλύκαναν, όπως μας γλυκαίνει η τέχνη στους σκληρούς καιρούς – και όχι μόνο η ίδια η τέχνη, αλλά η ανάμνησή της και ας μας την έχει χαρίσει η μικρή και όχι η μεγάλη οθόνη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή