Γραμματα Αναγνωστων

7' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Οροφή»

Κύριε διευθυντά

Σε χθεσινό άρθρο του ο κ. Μανδραβέλης, μεταξύ άλλων, γράφει επί λέξει: «Βεβαίως κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με την «οροφή» που λέει ο κ. Ρέππας». Μα αυτός είναι ο πυρήνας του θέματος και χαίρομαι που καταλήγει σε αυτό το βασικό συμπέρασμα συμφωνώντας μαζί μου.

Οι κανόνες και τα κριτήρια για τον προσδιορισμό αυτής της οροφής περιλαμβάνουν στοιχεία όπως πληθυσμός, διανυκτερεύσεις, αμέσως διαθέσιμα από τις κρατικές υπηρεσίες και τα αρμόδια επιμελητήρια. Ισχύουν στο μεγαλύτερο τμήμα της Ευρώπης, όπου βεβαίως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία κ.λπ. δεν είναι σοβιετικές χώρες, όπως δεν είναι σοβιετικού τύπου τα κόμματα της αντιπολίτευσης που στο σύνολό τους συμφωνούν με το παραπάνω πλαίσιο.

Δημητρης Π. Ρεππας – Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

Πολιτισμικός κίνδυνος

Κύριε διευθυντά

Είναι νωπή στη μνήμη μου η ένταση από τη διαμάχη μου με τον αρχιτέκτονα Γιάννη Βικέλα με αφορμή δημοσιεύματα για τα ψηλά κτίρια, από τους δημοσιογράφους σας κ. Βατόπουλο και Ρηγόπουλο (βλ. «Η Καθημερινή», Γράμματα Αναγνωστών: 2/4/2008, 23/4/2008, 29/5/2008, 30/5/2008, 7/6/2008, 28/6/2008). Σήμερα όμως θλίβομαι βαθύτατα, όχι τόσο για τα νέα απ’ ό,τι κρίνω «προλειαντικά» δημοσιεύματα για «ψηλά κτίρια» και «ουρανοξύστες» (βλ. Βατόπουλου, «Ολο πιο ψηλά στους αιθέρες…», «Η Καθημερινή», 6 Αυγ. 2011, σ. 3), αλλά για τις νοοτροπίες που διαβλέπω να διακατέχουν νέους δασκάλους της αρχιτεκτονικής, όπως του συναδέλφου Γιάννη Αισώπου («Μικρά και εφήμερα μνημεία του αστικού τοπίου», «Η Καθημερινή», 6 Αυγ. 2011, σ. 3) που ανέχεται και προωθεί αβίαστα όπως φαίνεται, και προφανώς από καθέδρας (είναι απ’ ό,τι βλέπω αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών) την υποταγή της αρχιτεκτονικής στον οικονομικό κατεξοχήν παράγοντα, τον «αναλώσιμο χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής», στην ουσία στο εργολαβικό κέρδος και τις εξυπηρετικές μορφές και αρχιτεκτονικές λύσεις που μεγιστοποιούν το εργολαβικό κέρδος, έναντι του κέρδους «του χρήστη», «της ψυχής» και «του πνεύματος». Ειλικρινά λυπάμαι και θεωρώ πολιτισμικά εσφαλμένες τέτοιες «σημαίες» δράσης, ιδίως από εκείνους που υπηρετούν την αρχιτεκτονική παιδεία. Τουλάχιστον όσοι εξασκούσαμε επάγγελμα αρχιτέκτονα, αλλά και διδάσκαμε σε αρχιτεκτονικές σχολές στις ΗΠΑ, γνωρίζαμε καλά «ποιος σχεδιάζει την Αμερική» (Who Designs America), αλλά δεν υπήρχε σοβαρή αρχιτεκτονική σχολή που να παραδόθηκε στη λογική και φιλοσοφία σχεδιασμού με βάση τα κελεύσματα των οικονομολόγων, των τραπεζων και των δανείων, θέτοντάς τα μάλιστα υπεράνω των άπειρων παραμέτρων που συντελούν και ολοκληρώνουν την αρχιτεκτονική, ιστορικά και διαχρονικά: τα ορατά και τα αόρατα, τα μετρήσιμα και μη, από το φως και τη σκιά ώς τις αναλογίες, τον συμβολισμό και την ψυχολογία του χώρου, τα υλικά και τα συστήματα κατασκευής, την ενέργεια (παραδοσιακά/κλίμα-οικόπεδο-προσανατολισμό και σύγχρονα/πράσινη αρχιτεκτονική), την κλίμακα, τον ρυθμό και τις αναλογίες, την κίνηση και τη μουσική, τη μνήμη (παρελθόν) και τη διέγερση του μυαλού για το μέλλον κτλ. κτλ. Δεχόμενος μόνο το κόστος κατασκευής και τις επιταγές της ταχύτητας και ευκολίας παραγωγής και τον αναλώσιμο χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής, και θεωρώντας τούτο ως «φιλοσοφικό απάνθισμα», τι έχει αλλάξει σήμερα στην εξουσία και τι πρέπει να γίνει, σημαίνει πιστεύω υποταγή και απελπισία για έναν κόσμο που στο τέλος του θα έχει χαθεί, όχι απλώς η αρχιτεκτονική, αλλά η ανθρωπότητα και ο πολιτισμός μέχρι τώρα. Θα μπορούσα να πω περισσότερα, αλλά περιορίζομαι σ’ αυτά τα λίγα. Απλώς, λυπάμαι κατά πού πάμε, κι ελπίζω να μιλήσουν και άλλοι πάνω σ’ αυτά.

Αντωνης Κ. Αντωνιαδης – Αρχιτέκτων – πολεοδόμος, τ. καθηγητής Αρχιτεκτονικής UΤΑ

Πολιτικό κόστος

Κύριε διευθυντά

Θα αναφερθώ σε δύο ζητήματα τα οποία δεν είναι ευθέως συνδεδεμένα μεταξύ τους και όμως είναι συναφή, διότι και στα δύο υπάρχει το πολιτικό κόστος.

Το πρώτο αφορά τα ταξί. Σαν πολύ παλιός αναγνώστης της εφημερίδας σας επιθυμώ να σας συγχαρώ για την εξαιρετική στάση την οποία κρατήσατε κατά τη διάρκεια της απεργίας των ταξί. Βεβαίως και ένα μεγάλο τμήμα των ΜΜΕ κράτησε υπεύθυνη θέση σε αντίθεση με πολιτικούς και κόμματα.

Η στάση του κ. Ραγκούση ικανοποίησε, τουλάχιστον έτσι πιστεύω εγώ, τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και εξαιρετικά καλά κάνατε και το τονίσατε. Κάποτε θα επικρατήσει λογική και θα αφήσουμε κατά μέρος τις μικροπολιτικές επιδιώξεις. Αποδεικνύεται ότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι είναι διατεθειμένοι να αναλάβουν ευθύνες και να υποστούν το λεγόμενο πολιτικό κόστος. Το δεύτερο αφορά τους φόρους και τις δαπάνες. Ασχολούμεθα πολύ με τους φόρους, την αύξησή τους και την είσπραξή τους και αγνοούμε επιδεικτικά τις δαπάνες, ο περιορισμός των οποίων κάποιους θίγει. Ποιος, όμως, θα αναλάβει το πολιτικό κόστος του περιορισμού των δαπανών, οι οποίες, όπως φαίνεται, έκαναν νέο ρεκόρ; Κατά τη γνώμη μου υπάρχουν άνθρωποι ικανοί, που ίσως ευρίσκονται εκτός κυβερνήσεως και οι οποίοι πρέπει να κληθούν να αναλάβουν αυτό το καθήκον. Αν περιορίσουμε τις δαπάνες, οι καχύποπτοι ξένοι φίλοι μας θα το εκτιμήσουν αφάνταστα. Ο πρωθυπουργός θα προσφέρει τεράστια υπηρεσία στην Ελλάδα αν το τολμήσει. Ο υπουργός των Οικονομικών κάνει μια καλή προσπάθεια. Ας ζητήσει τη βοήθεια αυτών που δεν φοβούνται.

Η κυβέρνηση στα ταξί πέτυχε. Μακάρι να πετύχει και στην οικονομία.

Αθανασιος Ι. Νικολιτσας / Κηφισιά

«Η κυρά των Μαρασίων»

Κύριε διευθυντά

Στο τέλος Ιουνίου πέρασε στην αιωνιότητα μια απαράμιλλη Ελληνίδα, η Βασιλική Λαμπίδου. H Λαμπίδου, ή καλύτερα, γνωστή ως «Κυρά των Μαρασίων», ζούσε μέχρι τις 26 Ιουνίου στο χωριό Μαράσια του Εβρου, το δε σπίτι που έμενε απείχε μόλις 100 μέτρα από τα ελληνοτουρκικά σύνορα.

Προσφυγοπούλα από το Μεγάλο Ζαλούφη της Ανατολικής Θράκης, η Λαμπίδου, μετά από ανελέητους διωγμούς και ταλαιπωρίες εγκαταστάθηκε στο χωριό Μαράσια το 1962. O αβάστακτος πόνος του χαμού των τριών παιδιών της και ο καημός της ξενιτιάς, αντί να τη λυγίσουν, έγιναν ατίθαση φλόγα αγάπης προς την πατρίδα.

Από τότε παιδιά της γίνονται οι Ελληνες στρατιώτες που φυλάνε Θερμοπύλες στο ακριτικό φυλάκιο του χωριού. Καθημερινή απασχόληση της Λαμπίδου γίνεται η φροντίδα των στρατιωτών του φυλακίου, ήτοι μαγείρεμα, πλύσιμο. Ακόμα και φιλοξενία των αγαπημένων τους προσώπων παρέχει η γιγάντια αυτή Ελληνίδα. Το σπίτι της δίνει την εντύπωση δημόσιου κτιρίου, αφού σε περίοπτη θέση κυματίζει η ελληνική σημαία από το πρωί ώς το βράδυ, κάθε μέρα, χειμώνα – καλοκαίρι.

Δυστυχώς, από τις 26 Ιουνίου η πατρίδα μας έγινε φτωχότερη. H φλογερή Ελληνίδα Βασιλική Λαμπίδου άφησε την τελευταία της πνοή σε ηλικία 107 ετών. Ως την τελευταία στιγμή διατηρούσε σώας τας φρένας, αλλά και άσβεστη τη φλόγα της αγάπης προς την πατρίδα. Το έργο της Βασιλικής Λαμπίδου αναγνωρίστηκε -ευτυχώς- από την Πολιτεία και βραβεύθηκε τόσο από την Προεδρία της Δημοκρατίας και την Ακαδημία Αθηνών, όσο και από το Γενικό Επιτελείο Στρατού. H κηδεία της έγινε δημοσία δαπάνη και με όλες τις στρατιωτικές τιμές. O αρχηγός Στρατού, ο οποίος την είχε γνωρίσει ως ανθυπολοχαγός και τη συνόδευσε στην τελευταία της κατοικία, είπε βουρκωμένος τα εξής: «H κυρά Βασιλική, ή κυρά των Μαρασίων, αυτή η Ανατολικοθρακιώτισσα, αυτή η Μαυροθαλασσίτισα, δεν έφυγε. Είναι μαζί μας και θα παραμείνει στη μνήμη μας, γιατί είχε ένα όραμα, ότι ο Ελληνας πιστεύει και ζει για την ελευθερία, την ειρήνη, τη Δημοκρατία και την ευημερία των παιδιών. Εδωσε την ψυχή της και δεν υπέστειλε ποτέ τη σημαία, τις ιδέες και τις αξίες της, γιατί αυτές ήταν η ίδια η πατρίδα». Τον επικήδειο εκφώνησε ο διοικητής του 21ου Συντάγματος Μηχανικού, συνταγματάρχης Νικ. Μανωλάκος, ο οποίος μεταξύ άλλων τόνισε ότι «η αγόγγυστη προσφορά πέντε δεκαετιών της κυράς των Μαρασίων την τοποθετεί στη συνείδηση όλων μας μαζί με την Κυρά της Ρω, τη Δέσποινα Αχλαδιώτη, στις χρυσές σελίδες της ιστορίας μας, στην εθνική αθανασία. H μία στα βορειοανατολικά σύνορα και η άλλη στα νότια του Καστελλόριζου. Εμείς -τόνισε ο κ. Μανωλάκος- ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη της κυράς των Μαρασίων στέλνουμε στο κοιμητήριο, όπου θα αναπαυθεί, τη φλόγα της καρδιάς μας, για να ανάβει το ακοίμητο καντήλι της μνημοσύνης. H μεγάλη αυτή Ελληνίδα ας είναι πυξίδα για όλους μας». Και μετά τα ωραία αυτά λόγια του συναδέλφου μας, τι άλλο να προσθέσουμε εμείς;

Γεωργιοσ Κασσαβετης – Επισμηναγός (I) ε.α., Δ/ντος συμβούλου ΕΑΑΑ

Αντικίνητρα

Κύριε διευθυντά

Ηαναζωογόνηση και τελικά η «ποθητή» ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας -κοινώς της αγοράς- προϋποθέτει νέες επενδύσεις, ως επίσης, και την ενίσχυση και ενδυνάμωση των ήδη εν ενεργεία μεν αλλά προβληματικών ή και προβληματισμένων παραγωγικών μονάδων της χώρας μας.

Μεταξύ πολλών ερωτημάτων, παραμένει ένα πολύ βασικό.

Εφ’ όσον προϊόντα ευρείας καταναλώσεως και προσφερόμενων υπηρεσιών επιβαρύνονται με υψηλά ποσοστά ΦΠΑ, έως και 23%, γεγονός το οποίο -όπως ήταν αναμενόμενο- μειώνει στο ελάχιστο την αγοραστική δυνατότητα του ήδη οικονομικά εξαντλημένου Ελληνα, πώς είναι δυνατόν να αναμένουμε και να ελπίζουμε επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και επενδύσεις στην παραγωγή προιόντων -τουλάχιστον- αυτής της κατηγορίας;

Ειδικότερον δε εάν πρόκειται για παραγωγή εξαγώγιμων προϊόντων, η μη άμεση επιστροφή του ΦΠΑ αποτελεί μέγιστο αντικίνητρο όσον αφορά τις επενδύσεις αυτής της κατηγορίας. Αυτά και πολλά άλλα αποτελούν αντικίνητρα, τα οποία καθυστερούν κάθε προσπάθεια αναζωογόνησης της αγοράς, αλλά και τον κρατικό κορβανά, ο οποίος «πάσχει» όταν «πάσχει» και η αγορά.

Χρυσοστομος Χαραλαμπιδης / Ωρωπός

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή