Η ώρα των επιχειρηματιών

3' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η δυσλειτουργία της αγοράς εργασίας γίνεται φανερή σε δύο, τουλάχιστον, περιστάσεις. Οταν η οικονομία ανεβαίνει, η ελληνική αγορά εργασίας δεν δίνει αρκετές ευκαιρίες αναδιανομής του νέου πλούτου υπέρ ενός μεγάλου μέρους των μισθωτών με εξαρτημένη σχέση εργασίας, που συμμετέχουν σε αυτήν.

Η ζωηρή ανάπτυξη σωρεύει τεράστια κέρδη στην πλευρά των κεφαλαιούχων, ενώ οι μισθωτοί, στο πολύ μεγάλο μέρος τους, μένουν παγιδευμένοι στους «επίσημους» μισθούς, όπως απεικονίζονται στις κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις. Η διαφορά με όσα συμβαίνουν σε άλλες οικονομίες είναι χαρακτηριστική. Ακόμη και οι μικρές ομάδες στελεχών, που κατόρθωσαν να βελτιώσουν τις αποδοχές τους, πέτυχαν πολύ λιγότερα από εκείνα που πήραν οι ομόλογοί τους στις ανεπτυγμένες οικονομίες.

Αντιστρόφως όμως, στη φάση της αποσυμπίεσης και ύφεσης, οι «απλοί» μισθωτοί, αναμένουν πως, για τον ίδιο λόγο που δεν επωφελήθηκαν από την άνοδο, θα προστατευθούν μέσω των συμβάσεων «του σωματείου». Ωστε να μην απολέσουν, τουλάχιστον όχι απότομα και σίγουρα όχι πολύ μεγάλο τμήμα του εισοδήματός τους. Πρόκειται, στην πράξη, για τη συνέχεια της παράδοσης που υπήρχε να προσδιορίζεται το γενικό επίπεδο της αμοιβής με κυβερνητικές αποφάσεις. Η εμπειρία της ανοικτής διαπραγμάτευσης, χωρίς κρατική παρέμβαση, είναι πολύ πρόσφατη για την Ελλάδα. Η πρώτη ειλικρινής συζήτηση μεταξύ κοινωνικών εταίρων έγινε στην εποχή της οικουμενικής, το 1989-90, όταν άλλωστε εγκρίθηκε στο Κοινοβούλιο το σημερινό νομικό πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εργαζόμενοι στον τόπο μας, δεν έχουν συνηθίσει να συζητούν το θέμα της αμοιβής τους. Η παραδοξότητα αυτή ξεκινά τη στιγμή της πρόσληψης. Το σημαντικό είναι «να σε πάρουν στη δουλειά» και όχι «τι θα πάρεις στη δουλειά». Το πρώτο θα το αποφασίσει «το αφεντικό», το δεύτερο είναι προαποφασισμένο: «ό,τι λέει η σύμβαση». Η μισθοδοσία υπολογίζεται από το λογιστήριο, στη βάση κλειστών συμβατικών υποχρεώσεων, οι οποίες διαθέτουν αυστηρή νομική ισχύ. Η αμοιβή δεν έχει σχεδόν καμία συνάρτηση με την επίδοση. Σκληρά εργαζόμενοι απολαμβάνουν την ίδια ακριβώς μισθοδοτική μεταχείριση με άλλους, ολιγότερο δυναμικούς συναδέλφους τους. Το καθεστώς των κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων υπερασπίζεται έναν παλαιό πρότυπο συντεχνιών και εμποδίζει καθοριστικά την ανάδειξη του επιχειρηματικού σχεδιασμού.

Οι επιχειρήσεις, ακριβώς λόγω αυτού του συστήματος, δεν είχαν ποτέ σοβαρό λόγο να αναπτύξουν συστήματα αξιολόγησης του προσωπικού. Θα το έκαναν αν είχαν τη δυνατότητα να διαφοροποιήσουν τις αμοιβές σε συνάρτηση με την επίτευξη του καλύτερου δυνατού παραγωγικού αποτελέσματος. Παρόμοια συστήματα συνδυάζουν και ανταμείβουν την ατομική απόδοση του ατόμου, τις ειδικότερες ικανότητες, τη δυσκολία κάθε συγκεκριμένου έργου και την αναμενόμενη κερδοφορία του επενδυτικού σχεδίου.

Οι ρυθμίσεις που προωθεί το Νέο Πρόγραμμα Προσαρμογής βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση. Η λογική και παραγωγική εφαρμογή τους θα προσφέρει ευκαιρίες καλύτερης διασύνδεσης της αμοιβής με την παραγωγικότητα. Οι αμοιβές θα βελτιωθούν, όταν, βεβαίως, θα έχει ανατραπεί η παρούσα συγκυρία. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις που έχουν καλύτερα αποτελέσματα και αναδεικνύουν την αξία των ανθρώπων τους, θα ξεχωρίσουν και στην ανταμοιβή τους.

Οι επιχειρήσεις θα το κάνουν καλύτερα αν διαθέτουν πραγματική και μεγάλη αυτονομία. Αν μπορούν να διαμορφώνουν τη δική τους πολιτική αμοιβών. Η εργασία είναι καθοριστικό μέγεθος στη δομή του κόστους παραγωγής και στις επιτυχίες της παραγωγής. Είναι τραγικό το θέαμα συνδικαλιστών (ακόμη και θεωρητικών βοηθών τους…), που προσπαθούν να υποβαθμίσουν τη συμμετοχή της εργασίας, με το πρόσχημα πως το «κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος» αποτελεί κριτήριο μικρότερης σημασίας στη μάχη της ανταγωνιστικότητας.

Η αναδιοργάνωση της αγοράς εργασίας είναι ζήτημα επιβίωσης για τη χώρα. Δεν πρόκειται όμως να γίνει με διατάγματα. Η επιτυχία της θα κριθεί στην επιχείρηση. Και τη μεγαλύτερη ευθύνη την έχουν οι επιχειρηματίες. Οι πραγματικοί και όχι οι κρατικο-κλέφτες, ούτε οι εκμεταλλευτές. Η χώρα έχει πολλούς καλούς και δημιουργικούς επιχειρηματίες και πολλούς περισσότερους ικανότατους και αποδοτικούς εργαζομένους. Οι οποίοι, όμως, έχουν κάνει ένα λάθος: ανέχονται να τους κυβερνούν άνθρωποι ανίκανοι, διεφθαρμένοι και, εσχάτως, έτοιμοι να προδώσουν το συμφέρον του τόπου.

Δυστυχώς, η δημόσια εικόνα της επιχειρηματικής Ελλάδας δεν διαφέρει αισθητά από εκείνην που διεθνώς έχουν αποκομίσει, φίλοι και εχθροί, για την κρατική διοίκηση και τους πολιτικούς μας. Λες και η ελληνική επιχειρηματικότητα αποτελείται μόνον από φυγόπονους, καλοπερασάκηδες, εισπράκτορες προμηθειών, φοροφυγάδες, στυγνούς εργοδότες και άλλα παρόμοια. Η εκπροσώπηση της ελληνικής επιχειρηματικότητας, στο τραπέζι των κοινωνικών εταίρων αποδεικνύει πόσο μακριά βρισκόμαστε από τη θετική έκβαση της παρούσας κρίσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή