Είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού ότι η Ελλάδα διολισθαίνει επιταχυνόμενα προς το σημείο που η κατάρρευση θα καταστεί αναπόφευκτη. Για την ακρίβεια, βιώνουμε ήδη τα πρώτα σημάδια. Δεν είναι μόνο τα ασφαλιστικά Ταμεία που εμφανίζουν ρωγμές. Είναι και τα νοσοκομεία και άλλες ζωτικής σημασίας για την κοινωνική ομαλότητα δομές, όπως οι οργανισμοί παροχής ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Η πρωτοφανής συρρίκνωση του ΑΕΠ συσσωρεύει οικονομικά και κοινωνικά ερείπια, με αποτέλεσμα η ανεργία να εκτοξεύεται. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που η φτωχοποίηση καλπάζει και οι αυτοκτονίες πολλαπλασιάζονται.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, η ελληνική κοινωνία βιώνει μια παράλληλη τραγωδία. Οι ένοπλες ληστείες, που συχνά εξελίσσονται σε ληστείες μετά φόνου, έχουν γίνει καθημερινή ρουτίνα. Το πρωταρχικό ανθρώπινο δικαίωμα της ασφάλειας παραβιάζεται μαζικά. Ο φόβος κυριαρχεί. Είναι στατιστικά επιβεβαιωμένο ότι αυτό το είδος της εγκληματικότητας τροφοδοτείται δυσανάλογα από το γεγονός ότι στην Ελλάδα λιμνάζει ένας τεράστιος αριθμός λαθρομεταναστών που δεν μπορεί να επιβιώσει και που επιπλέον έχει μια διαφορετική αντίληψη για την ανθρώπινη ζωή.
Η σημερινή κατάσταση είναι αποτέλεσμα πράξεων και κυρίως παραλείψεων. Οι πολίτες δεν είναι αθώοι, αλλά, όπως πάντα, το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι. Με άλλα λόγια, τη βασική ευθύνη φέρει το πολιτικό σύστημα. Αυτή είναι η αιτία που έχει διαρραγεί η αναγκαία για τη λειτουργία της δημοκρατίας εμπιστοσύνη των κυβερνωμένων προς τους κυβερνώντες. Αυτή είναι η αιτία που την Κυριακή, αντί να αναμετρούνται πολιτικά προγράμματα ανάταξης, συγκρούονται το «κόμμα του φόβου» (εκφράζεται από τη Ν.Δ.) με το «κόμμα της τιμωρίας» (εκφράζεται κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ).
Η Ελλάδα έχει ζωτική ανάγκη από ριζική ανασυγκρότηση όχι μόνο στο επίπεδο της οικονομίας (δημοσιονομικά και ανάπτυξη), αλλά και στα επίπεδα των θεσμών και της δημόσιας ασφάλειας. Το πολλαπλά ακρωτηριασμένο κράτος δικαίου πρέπει επιτέλους να λειτουργήσει. Το κλειστό, σε μεγάλο βαθμό «αυτιστικό» και απαξιωμένο σύστημα εξουσίας είναι ανίκανο να φέρει εις πέρας αυτήν την αποστολή.
Ο μόνος τρόπος διεμβολισμού του είναι η μετάβαση, με δημοψήφισμα και συντακτική Βουλή, από την προεδρευομένη στην προεδρική δημοκρατία. Ο πλήρης διαχωρισμός της εκτελεστικής από τη νομοθετική εξουσία θα λειτουργούσε πολλαπλά ως «επανεκκίνηση». Πρώτον, θα θρυμμάτιζε το πελατειακό σύστημα. Δεύτερον, η εκλογή προέδρου από τον λαό θα έδινε τη δυνατότητα απεγκλωβισμού του εκάστοτε κυβερνήτη από τις δουλείες των κομματικών μηχανισμών, που συμπεριφέρονται όχι σαν πολιτικοί οργανισμοί, αλλά σαν φυλές, σαν νομείς της εξουσίας. Τρίτον, η ανάδειξη σε υπουργικά αξιώματα κοινωνικών στελεχών, τα οποία σήμερα είναι απρόθυμα να μπουν στις μυλόπετρες της μικροπολιτικής, θα ανανέωνε ριζικά και διαρκώς την πολιτική ελίτ.
Προφανώς, η αλλαγή πολιτεύματος δεν είναι πανάκεια. Δίνει, όμως, τη δυνατότητα για μία τομή στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος, το οποίο συνεχίζει να λειτουργεί ως μέρος του προβλήματος κι όχι ως παράγοντας λύσης. Ας μην ξεχνάμε ότι η χώρα διολισθαίνει στην άβυσσο