Ο ανυπόφορος βερμπαλισμός του καφενείου

Ο ανυπόφορος βερμπαλισμός του καφενείου

4' 0" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αυτή τη μεγάλη αλήθεια για τον εξυπνότερο λαό του κόσμου, που κατοικεί στην ωραιότερη χώρα του κόσμου, την οφείλω σε έναν ταξιτζή: «Οι Ελληνες, κύριέ μου, δεν είναι ζώα σαν τους άλλους, που ό,τι τους λένε το κάνουν. Είναι ξύπνιοι, επειδή μιλάνε μεταξύ τους». «Εννοείτε, στα καφενεία;» έσπευσα να ζητήσω τη διευκρίνιση. «Ακριβώς!» Το είπε αυτάρεσκα, χωρίς την παραμικρή υποψία της ειρωνείας μου.

Παρ’ όλα αυτά, ως προς το δεύτερο σκέλος του συλλογισμού του, ότι δηλαδή οι Ελληνες μιλάνε μεταξύ τους, είχε δίκιο ο καλός άνθρωπος. Αφού ξεμπερδέψουν από την υποχρέωση ενός εκπαιδευτικού συστήματος, που δεν σε μαθαίνει να σκέπτεσαι και σε εφοδιάζει με την απέχθεια στο διάβασμα, με την κοινωνική διαπαιδαγώγηση που αποκτούν σε μια χώρα όπου η δημοκρατία υφίσταται ως ιερός ευφημισμός, για να σκεπάζει μια κατάσταση η οποία λίγο απέχει από τη συνύπαρξη χωρίς κοινωνικό συμβόλαιο («όλοι εναντίον όλων»), που περιγράφει ο Χομπς, τι άλλο να κάνουν; Μιλάνε. Και πού αλλού μπορούν να το κάνουν καλύτερα από τον χώρο όπου βιώνεται η αιωνιότητα του ασάλευτου παρόντος, δηλαδή το καφενείο;

Ούτε είναι τυχαίο, ασφαλώς, ότι στο απόγειο της εποχής της αστακομακαρονάδας, τα καφέ, δηλαδή μια «εξευγενισμένη» εκδοχή του καφενείου που σέρβιρε ως και την παραδοσιακή ρόκα-παρμεζάνα, άνοιγαν παντού και είχαν γίνει το αναμφισβήτητο σύμβολο της «ανάπτυξης». Οπως επίσης δεν είναι τυχαίο ότι ο καφενόβιος πληθυσμός, χάρη στις δυνατότητες του iPhone και του tablet, πολύ γρήγορα αγκάλιασε το Ιντερνετ: το παγκόσμιο καφενείο, όπου κουτσομπολιά, παραδοξολογίες και συνωμοσιολογίες κυκλοφορούν τάχιστα.

Παρασύρομαι όμως. Ο σκοπός μου δεν είναι να πλέξω το εγκώμιο του ύψιστου εκπαιδευτικού θεσμού της Ελλαδάρας, αλλά να περιγράψω έναν χαρακτηριστικό τύπο καφενόβιου. Για να φθάσω όμως εκεί, πρέπει πρώτα να πω μερικά πράγματα για τον τρόπο λειτουργίας του θεσμού. Το καφενείο ως χώρος κοινωνικής συναναστροφής και ανταλλαγής απόψεων είναι ανοικτός. Ολο και κάποιος γνωστός ή φίλος ενός μέλους της συντροφιάς θα περάσει και από τη στιγμή που θα σταθεί να πει δυο κουβέντες είναι βέβαιο ότι θα δεχθεί πρόσκληση να καθήσει, θα αρχίσουν οι συστάσεις με τους άλλους και πάει λέγοντας. Ετσι, οι παρέες του καφενείου είναι ανομοιογενείς και διαρκώς μεταβαλλόμενες στη σύνθεσή τους. Συνήθως δεν υπάρχουν καν όρια μεταξύ τους: οι μεν θα πιάσουν κουβέντα με τους δε και στο τέλος αναμιγνύονται.

Μέσα σε αυτόν τον ρευστό κόσμο του καφενείου υπάρχει ένας χαρακτηριστικός τύπος, ο οποίος μιλάει πολύ, συχνά είναι καλός ομιλητής, αλλά μόλις παίρνει τον λόγο εσύ στρέφεις την προσοχή σου αλλού, ακόμη και αν από ευγένεια παριστάνεις ότι τον ακούς. Ξέρεις ότι οι απόψεις του δεν έχουν σημασία, επειδή μεταβάλλονται ανάλογα με την πορεία της κουβέντας και προσαρμόζονται ανάλογα με τον σκοπό του. Εχουν γνώμονα τον εντυπωσιασμό και τις εκφράζει κυρίως για να έχει την ικανοποίηση να ακούει τη φωνή του. Αν καμιά φορά κάνεις τον κόπο να τους δώσεις σημασία, διαπιστώνεις ότι η περίτεχνη διατύπωση είναι δυσανάλογη της ουσίας. «Α, μάλιστα», λες μέσα σου. «Και γιατί δεν το έλεγε ευθέως από την αρχή;»

Επρεπε να τα πω όλα αυτά, για να καταλήξω σε μια εξομολόγηση. Παρότι η δική του θέση στον δημόσιο βίο, η δική μου επαγγελματική υποχρέωση, αλλά και η κρισιμότητα της περιόδου που διανύουμε, μου επιβάλλουν να παρακολουθώ τις θέσεις που εκφράζει δημοσίως, μου είναι στην πράξη αδύνατον να παρακολουθήσω τις δηλώσεις του Βαγγέλη του Βενιζέλου την ώρα που μεταδίδονται από την τηλεόραση. Ακόμη και όταν όλη η χώρα κρέμεται από τη θέση που πρόκειται να πάρει -ιδίως τότε μάλιστα- στα πρώτα δέκα δευτερόλεπτα έχω αφαιρεθεί και ο νους μου τρέχει οπουδήποτε αλλού, αρκεί να είναι όσο πιο μακριά από εκεί που θέλει να με πάει ο Βενιζέλος. Εάν, δε, καταβάλω προσπάθεια να συγκεντρωθώ σε ό,τι λέει εκείνη την στιγμή, το έχω διαπιστώσει στατιστικά στον εαυτό μου ότι στα τριάντα δευτερόλεπτα με έχει πιάσει αφόρητη υπνηλία. Είναι το είδος του ανυπόφορου καφενόβιου βερμπαλιστή, εξαιτίας του οποίου αποφεύγω τα καφενεία…

Μόλις αρχίζουν

«Τα επικίνδυνα αστεία για εμάς τελείωσαν», δήλωσε ο Τέρενς Σπένσερ Νικόλαος Κουίκ, όπως είναι το πλήρες όνομά του. Με όλο το θάρρος, έχω την εντύπωση ότι μόλις αρχίζουν, δεδομένου ότι ο Τέρενς ανέλαβε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των Ανεξάρτητων Ελλήνων και μάλιστα κατόπιν σχετικής εισήγησης του Κώστα Μαρκόπουλου, ο οποίος θεώρησε ότι διά της επιλογής του συγκεκριμένου προσώπου το κόμμα θα έχει «ισχυρή παρουσία στη Βουλή», όπως διαβάζω. Ο Τ. Σ. Ν. Κουίκ δήλωσε, επίσης, ότι «οι μάσκες έπεσαν, οι εντολοδόχοι των τραπεζιτών και της Μέρκελ θα αισθάνονται συνέχεια την αναπνοή μας». Επειδή φαντάζομαι ότι το εννοεί ως απειλή, υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις ώστε η αναπνοή τους να γίνει ο εφιάλτης των εντολοδόχων. Τις απαριθμώ: Α) Να πάψουν να πλένουν τα δόντια τους και, γενικώς, εφεξής να αγνοούν συστηματικά τους κανόνες στοματικής υγιεινής. Β) Να τρώνε κάθε μέρα φαγητά με πολύ σκόρδο. Γ) Να καπνίζουν.

Αναμενόμενο

Το γεγονός ότι ο Γιώργος Κύρτσος ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τον ΛΑΟΣ δεν είναι είδηση. Είδηση θα ήταν αν έμενε στον ΛΑΟΣ ή, γενικώς, αν έμενε οπουδήποτε…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή