Εξ αφορμης

2' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Το τρομερό είναι να ελπίζεις// Βρεθήκατε ποτέ μέσα σε αίσθημα;». Τις φράσεις, από το εκπληκτικό «Insenso» του Δημήτρη Δημητριάδη, τις επαναλάμβαναν οι ηθοποιοί καθώς έκλεινε το πρώτο μέρος της παράστασης του κειμένου στο Φεστιβάλ Αθηνών. «Βρεθήκατε ποτέ μέσα σε αίσθημα;». Το επαναλαμβάνω κι εδώ όχι μόνο γιατί ήταν στο κέντρο της σημαντικής παράστασης που σκηνοθέτησε ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. Αλλά και γιατί, τη στιγμή που το άκουσα, κάπως σαν να επανήλθε αλλά και να ξεκλείδωσε μέσα μου ένα ερώτημα όχι άσχετο με την εποχή.

Πόσο ένοχος νιώθει κανείς όταν θέλει να μιλήσει για αίσθημα – τη στιγμή αυτή της βαθιάς κοινωνικοπολιτικής κρίσης; Είναι αυτός καιρός για έρωτα; Και ποιος είναι τελικά καιρός του έρωτα· ποιο το αντίθετό του; Βρεθήκατε ποτέ μέσα σε αίσθημα – σε καιρό δύσκολο, που να σας κάνει να αισθάνεστε ένοχος γι’ αυτό;

Στο «Insenso» ο Δημητριάδης παίρνει την ηρωίδα της ταινίας «Senso» του Βισκόντι που, από έρωτα και προδομένη από αυτόν, καταδίδει τον εραστή της για λιποταξία με αποτέλεσμα αυτός να εκτελεστεί. Και της δίνει να πει έναν παραληρηματικό μονόλογο για τον έρωτα, τον πόθο, την ηδονή που, ως ακραία, αρνείται και υπερβαίνει την ιστορική στιγμή.

Είναι Ιταλία του 1860, αυστριακή κατοχή, αντιστασιακό κίνημα. Για τη Λίβια Σερπιέρι όμως, που μιλάει σε χρόνο επιθυμίας, ο ιστορικός χρόνος έχει αρθεί. Ως εκ τούτου, στο δίλημμα προσωπικό vs πολιτικό, ο Δημητριάδης έχει να πει το εξής: Καθώς το προσωπικό ανασκάπτεται και εκτίθεται στα όριά του, αλλάζουν οι όροι της ένταξής του στην πραγματικότητα. Αλλάζει, δηλαδή, ο ρυθμός και το μέτρο του κόσμου. Πρόταση θα την έλεγε κανείς φορμαλιστική ή αισθητιστική, που όμως αφήνει περιθώριο για αναγνώσεις που ξεπερνούν τον αισθητισμό της. Ο Μαρμαρινός, για παράδειγμα, σκηνοθέτησε μια πολυπρόσωπη παράσταση, η φωνή της Λίβια μοιρασμένη σε πολλές ηθοποιούς, να ακούγεται σε διάφορους χώρους γύρω και μέσα στα βιομηχανικά κτίρια της Πειραιώς. Καθώς σώμα του κοινού και σώματα ηθοποιών μοχθούσαν συγκινημένα να πουν και να καταλάβουν, η ιδέα που αναδυόταν ήταν ότι οι κώδικες με τους οποίους ανταλλάσσουμε το ακραία προσωπικό, ποτισμένοι σε ιστορία, αισθητική, βιωμένη γνώση, μπορούν να δημιουργήσουν νέες κοινωνικότητες.

Ομως και κάτι πιο άμεσο: καθώς άκουγα στα μεγάφωνα να επαναλαμβάνεται η ερώτηση «έχετε βρεθεί ποτέ μέσα σε αίσθημα;» νιώθοντας ευγνωμοσύνη για τη δημιουργικότητα των ανθρώπων, τη διάθεσή τους να ανταλλάξουν, την επιμονή τους να αγαπούν και να ερωτεύονται -ακόμα και τώρα-, σκέφτηκα ότι το κλειδί που ενώνει σώμα-αίσθημα-κι ανάγκη για εποχή, είναι η επιμονή. Αν είναι να ξανασκεφτούμε τα όρια του πολιτικού, να ξαναδούμε δηλαδή πώς το σώμα και η προσωπική του συν-αίσθηση μπορούν να νιώσουν τα κοινωνικοπολιτικά συμφραζόμενά τους, τότε ίσως θα πρέπει να ξανασκεφτούμε πόσο τρομερό, ενάντια στις «λογικές», είναι να ελπίζεις, πόσο τρομερό να εξακολουθείς, να παραμένεις· και πόσο τρομερή η στιγμή που η υπομονή, από έννοια παθητική και οδηγία προς ναυαγιζομένους, γίνεται στιγμή ενεργητικής αντίδρασης. Πόσο τρομερή η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι δεν είναι υπομονή, δεν είναι αναμονή, ούτε κι ελπίδα τόσο· είναι επιμονή.

Είναι τρομερό όταν το σώμα, το σώμα ευαίσθητο και εναίσθητο, το σώμα δηλαδή μέσα σε αίσθημα, μαθαίνει να ελπίζει, να εξακολουθεί, και να επιμένει. Και ακόμα τρομερότερο όταν συνειδητοποιεί ότι κάπου εκεί βρίσκονται τα όρια, αλλά ευτυχώς και οι όροι, της πιο ουσιαστικής του αντίστασης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή