Η στρατηγική σχέση Ελλάδας-Ισραήλ

Η στρατηγική σχέση Ελλάδας-Ισραήλ

2' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ελληνοϊσραηλινή στρατηγική προσέγγιση αποτελεί ίσως τη μόνη θετική εξέλιξη για την ελληνική εξωτερική πολιτική τα τελευταία τρία χρόνια. Και λαμβάνει χώρα κυρίως με πρωτοβουλία της ισραηλινής πλευράς, έπειτα από «σπατάλη» πλέον των 15 ετών, αφού στα μέσα της δεκαετίας του 1990 η τότε ελληνική πολιτική ηγεσία αντιμετώπισε με μανιχαϊστικό τρόπο τόσο τις σχέσεις με τον αραβικό κόσμο όσο και τη διμερή συνεργασία μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας. Τα κίνητρα της ισραηλινής πλευράς για στενότερη συνεργασία με Λευκωσία και Αθήνα περιλαμβάνουν τη σημαντική επιδείνωση των σχέσεων με την Τουρκία, τις αλλαγές και την έντονη ρευστότητα στον αραβικό κόσμο αλλά και τη διπλωματική απομόνωση, ιδιαίτερα σε σχέση με την Ε.Ε., στην οποία είχε περιέλθει το Τελ Αβίβ λόγω της πολιτικής του στο παλαιστινιακό πρόβλημα.

Τον τρίτο πόλο της αναδυόμενης συμμαχίας αποτελεί η Κύπρος, με την ενέργεια να έχει κεντρικό ρόλο. Πιο συγκεκριμένα, Ισραήλ και Κύπρος εξετάζουν τρόπους (συν)εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου που έχουν ανακαλύψει σε περιοχές της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) τους. Βεβαίως, το Ισραήλ δεν έχει ακόμη αποφασίσει με ποιον τρόπο θα εκμεταλλευθεί τα δικά του κοιτάσματα (τι ποσότητες θα εξάγει προς την Ευρώπη και με ποιον τρόπο: υγροποίηση αερίου ή αγωγός;). Από την απόφαση αυτή θα εξαρτηθεί εν πολλοίς το είδος και το βάθος της στρατηγικής σχέσης που θα αναπτύξει με Κύπρο και Ελλάδα.

Οσον αφορά την Αθήνα, οι πιθανοί τομείς συνεργασίας περιλαμβάνουν το εμπόριο και ενδεχόμενες επενδύσεις στον τομέα της γεωργίας, στον τουρισμό, στις ανταλλαγές πληροφοριών και συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, και ενδεχομένως και στην ενέργεια (έρευνα σε πιθανά ελληνικά κοιτάσματα, αγωγοί μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου). Βεβαίως, στα αναμενόμενα οφέλη περιλαμβάνεται και η -διά της έμμεσης οδού- πιθανή αναβάθμιση των σχέσεων με ΗΠΑ, όπου ο πολιτικός και οικονομικός ρόλος του εβραϊκού λόμπι είναι ιδιαίτερα σημαντικός.

Από εδώ και πέρα είναι απαραίτητος ο προσδιορισμός του πλαισίου εντός του οποίου θα εξελιχθεί η στρατηγική σχέση. Ιδιαίτερα χρήσιμες θα είναι τακτικές συναντήσεις στρατηγικού συντονισμού σε υπηρεσιακό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο ειδικών αναλυτών, επιχειρηματικών συμβουλίων και κοινωνίας πολιτών, κάτι που προωθεί και η ιδιαίτερα δραστήρια ισραηλινή πρεσβεία στην Αθήνα.

Μέσα στα τόσα θετικά, θα πρέπει να γίνει αναφορά και σε δύο «επιφυλάξεις»: (α) δεν υπάρχει λόγος η τριμερής στρατηγική συνεργασία να παρουσιαστεί ως άξονας εναντίον συγκεκριμένης χώρας. Εξάλλου, ας μη σπεύσουμε να θεωρήσουμε οριστικό και δεδομένο το σημερινό κακό επίπεδο των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων και (β) Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να συνεχίσουν να χειρίζονται με μεγάλη προσοχή τις σχέσεις τους με τον αραβικό κόσμο (όπως το έπραξε άλλωστε η Αθήνα στην περίπτωση της παλαιστινιακής υποψηφιότητας στην Unesco), ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό πιθανό μελλοντικό τους ρόλο ως επικουρικών διαμεσολαβητών σε περίπτωση νέων ειρηνευτικών συνομιλιών για την αραβοϊσραηλινή διένεξη. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να προσφέρουμε χρήσιμες υπηρεσίες και στις δύο πλευρές.

* Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή