Ολες οι σκέψεις είναι ριψοκίνδυνες, όταν ζεις στην κόψη ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος. Διακινδυνεύεις να παρασυρθείς σε ατραπούς ανοιγμένες από το θυμικό, σκαμμένες από την έγνοια για το σπίτι σου και τα παιδιά σου, στα άβατα της πιο προσωπικής, της πιο υπαρκτικής αγωνίας. Αλλά θα σταματήσεις να σκέφτεσαι, να συλλογάσαι; Το αντίθετο. Η κινδυνώδης συνθήκη είναι η πιο γόνιμη για τη σκέψη· μόνο τότε δοκιμάζεις in vivo τις διανοητικές σου αντοχές, τις ψυχικές δυνάμεις, ό,τι ήσουν και ελάνθανε. Μόνο οι νεκροί δεν σφάλλουν.
Ο στοχασμός πάνω στην κρίση της δημοκρατίας και την παράλληλη ανάδυση του νεοναζισμού είναι ένα τέτοιο επικίνδυνο πεδίο. Το ένα φαινόμενο προϋποθέτει το άλλο; Μάλλον ναι. Παίρνω αφορμή από τη λαμπρή μελέτη του Μαρσέλ Γκωσέ, «Η δημοκρατία υπό τη δοκιμασία των ολοκληρωτισμών, 1914-1974» (εκδ. Πόλις, μετ. Αλεξ. Κιουπκολής). Στο εμβριθές αυτό έργο ο Γκωσέ, εξετάζοντας την ανάδυση του ναζισμού στη Γερμανία, του φασισμού στην Ιταλία και του σταλινισμού στη Ρωσία, εντοπίζει τρεις πηγές που αρδεύουν τους συγκεκριμένους ολοκληρωτισμούς: τη συγκυρία και το περιβάλλον, την ψυχοπολιτική κληρονομιά της ήττας και την απονομιμοποίηση της εξουσίας.
Ως κοινό ιστορικό περιβάλλον, από το 1917 ώς το 1933, ο Γκωσέ περιγράφει την οξεία κρίση του φιλελευθερισμού, αλλά και την κρίση του Λαού, την κρίση της Προόδου και της Επιστήμης. Μια κρίση λοιπόν των θεμελίων της νεωτερικότητας και τη βιομηχανικής επανάστασης, φανερή ήδη στα μεγάλα έργα του ρομαντισμού αλλά και στα έργα τέχνης αμέσως μετά τον Πρώτο Πόλεμο, οδηγεί στην εκρηκτική ανάδυση των ολοκληρωτικών καθεστώτων σε ανθρωπογεωγραφικά πεδία πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Στη σημερινή συγκυρία αντιστοίχως, παρόμοια κρίση περνούν ο κοινοβουλευτισμός, ο λαός ως υποκείμενο αντιπροσωπευόμενο και πολλαπλώς διαμεσολαβούμενο, αλλά και η Πρόοδος και η Τεχνική υπό την έννοια του υπερκορεσμού, αφενός, και της έλλειψης νοήματος, αφετέρου. Πολύ περισσότερο που υπεισέρχεται και το στοιχείο της ματαίωσης-διάψευσης: ο μετανεωτερικός άνθρωπος ερχόμενος από περιβάλλον υπερκατανάλωσης και πλησμονής μεταπίπτει βιαίως σε περιβάλλον σπάνης, στη Μεγάλη Υφεση.
Η σπάνη προετοιμάζει ένα ανθρωπολογικό σοκ: ο νεοπληβείος και χωρίς φωνή φέρει στο πετσί του μια ταπείνωση πραγματική και συμβολική, ταπείνωση όρων διαβίωσης και ταπείνωση προσδοκιών. Και αυτή η ταπείνωση ζητάει να ξεπλυθεί. Στον βαθμό που η πτώχευση και η Υφεση βιώνονται σαν ατομική και συλλογική ταπείνωση, τα υποκείμενα ζητούν να διοχετεύσουν τη στομωμένη ζωτικότητα, τη ματαιωμένη ύπαρξη, τις διαψευσμένες προσδοκίες. Η καταφυγή-συσπείρωση στη φυλή, η υποταγή στον Ηγέτη, λειτουργούν ανακουφιστικά, σαν θρησκευτικό υποκατάστατο· ένα καταφύγιο αρχαϊκό σε μετανεωτερικό περιβάλλον, κάπως σαν τις φυλές-συμμορίες και τις εθνοτικές μαφίες που νέμονται μητροπόλεις και κράτη, από το Ρίο ντε Τζανέιρο, το Μέξικο Σίτι και το Λος Αντζελες μέχρι το Κόσοβο και τη Σομαλία.
(Παρένθετα: Ο νεοναζισμός του 2012 είναι μια αρχαϊκότητα με ποπ περίβλημα, είναι βαναυσότητα με μεταμοντέρνο στυλ. Η στολή με T-shirt, μπότες και αλυσίδες, η ερυθρομέλανη παλέτα, τα κουρέματα, η μυϊκή δύναμη κατάγονται όχι μόνο από τον ναζιστικό μεσοπόλεμο, αλλά κυρίως από το σύμπαν των πολεμικών βιντεογκέιμ, των υπερηρώων του fantasy και εκδοχών του χέβι μέταλ. Με αυτά τα μορφότυπα άλλωστε είναι περισσότερο εξοικειωμένοι οι έφηβοι κάγκουρες, και όχι με τα παραληρήματα περί Πανός του κάθε μεσήλικος φυρερίσκου.)
Η συγκυρία της Υφεσης και η εμπειρία της διττής ταπείνωσης συνοδεύονται από την τρίτη, κατά Γκωσέ, πηγή του ολοκληρωτισμού: την απονομιμοποίηση της εξουσίας. Ασφαλώς η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία δεν φέρει τη δομική αστάθεια των μεσοπολεμικών δημοκρατιών, ωστόσο και στις μέρες μας παρατηρείται μια κρίση νομιμοποίησης της αντιπροσωπευτικής εξουσίας, αποδιδόμενη αδρά σε διαφθορά και ανικανότητα των φορέων της. Το οικονομικό αδιέξοδο και ο παραδεδεγμένος περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας πολλαπλασιάζουν το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς το εξασθενημένο νομοθετικό σώμα και προς την ηθικά τραυματισμένη εκτελεστική εξουσία. Οι αδυναμίες και οι αμαρτίες των φορέων εξουσίας εκλαμβάνονται σαν αδυναμίες και αμαρτίες της ίδιας της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Στα διάκενα της ανηθικότητας φυτρώνει ο κομπασμός για τα καθαρά χέρια που χαιρετούν ναζιστικά.
Οι αναλογίες είναι παρακινδυνευμένες· κάθε ιστορική αναγωγή είναι επισφαλής. Εντούτοις, διακρίνουμε ανησυχητικά σπέρματα: την οδυνηρή συγκυρία της Υφεσης, έναν ψυχισμό ταπείνωσης εν εξελίξει, δυσχερή νομιμοποίηση της συλλογικής εκπροσώπησης.