Οι κρίσεις και η Δημοκρατία

Οι κρίσεις και η Δημοκρατία

3' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κατά κόρον, οι κρίσεις αντιμετωπίζονται ως απειλή για τις δημοκρατίες. Τα παραδείγματα αφθονούν, όμως τίποτε δεν ξεπερνά σε σημασία την άνοδο των δύο μεγάλων ολοκληρωτισμών. Η ρωσική δημοκρατία–νεοσσός άντεξε μόλις μερικούς μήνες (από τον Φλεβάρη έως τον Νοέμβριο του 1917) μέχρι να την καταλύσουν οι μπολσεβίκοι και να επιβάλουν μια δικτατορία 70 χρόνων, ενώ στη Γερμανία η Δημοκρατία της Βαϊμάρης, αν και επέτυχε καλύτερη επίδοση, λύγισε και αυτή από τα οικονομικά και θεσμικά προβλήματα μέσα σε λίγα χρόνια, οδηγώντας στη βαρβαρότητα τη Γερμανία και στο αιματοκύλισμα ολόκληρη την Ευρώπη.

Και όμως η αντίληψη πως οι κρίσεις απειλούν τη Δημοκρατία περιγράφει μόνο μερικώς την πραγματικότητα. Για τη Δημοκρατία, όπως και για την οικονομία εξάλλου, οι κρίσεις μπορεί να είναι καταστροφικές αλλά μπορεί να αποδειχτούν και αναζωογονητικές· μπορούν να καταστρέψουν τους υπάρχοντες πολιτικούς θεσμούς αλλά μπορούν και να συμβάλουν στη δημιουργία άλλων νέων, περισσότερο αποτελεσματικών και νομιμοποιημένων· μπορούν να υπονομεύσουν εμπεδωμένες νοοτροπίες αλλά γεννούν άλλες, ενδεχομένως καταλληλότερες για να ανταποκριθούν στο νέο περιβάλλον. Ας θυμηθούμε, εξάλλου, πως στη δική μας περίπτωση, μια εθνική κρίση, η τραγωδία του Κύπρου, συνέβαλε στη γέννηση της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας. Το δημοψήφισμα του ’74, η απομάκρυνση της βασιλείας και η εγκαθίδρυση της πλέον σταθερής και ανεκτικής δημοκρατίας που γνώρισε η χώρα ίσως δεν θα είχε γίνει ποτέ αν η εθνική τραγωδία δεν είχε χτυπήσει την πόρτα μας.

Η κρίση χρέους ήρθε σε μια στιγμή που αρκετοί από τους θεσμούς της μεταπολίτευσης έδειχναν να μη λειτουργούν ικανοποιητικά. Ηδη από τα Δεκεμβριανά του 2008 τα πράγματα μας έκαναν να σκεφτούμε πως η Δημοκρατία μας είχε εισέλθει σε ένα αδιέξοδο και πως η χώρα ζούσε μια ισχυρή κρίση αντιπροσώπευσης. Οι πολίτες ολοένα και πιο έντονα έδειχναν να μην εμπιστεύονται τους θεσμούς της Δημοκρατίας: κόμματα, κοινοβούλιο και εκτελεστική εξουσία. Η απόσταση ανάμεσα στη δημοκρατική πολιτική και στους πολίτες μεγάλωσε επικίνδυνα.

Η συνέχεια είναι γνωστή καθώς μαζί με την οικονομική κρίση ξέσπασε μια ισχυρή πολιτική και θεσμική κρίση. Το κίνημα των «αγανακτισμένων» υπήρξε το σύμπτωμα ώστε να γίνει αντιληπτό πως η κρίση αντιπροσώπευσης μετατράπηκε σε κρίση νομιμοποίησης. Κάθε λογής ριζική αμφισβήτηση του συστήματος βρήκε την ευκαιρία όχι μόνο να εκφραστεί, αλλά να αρχίσει να ελπίζει πως τώρα ήταν η ώρα της ανατροπής. Ακροδεξιοί και ακροαριστεροί μοιράζονταν την πλατεία Συντάγματος με κρυφό όνειρο την κατάλυση του κοινοβουλευτισμού. Ο Μάιος του 2012 υπήρξε η κορυφαία στιγμή αυτής της κρίσης, το απόγειο της δημοκρατικής σαστιμάρας. Ευτυχώς ο Ιούνιος έδωσε τις απαραίτητες ανάσες στη χώρα.

Σήμερα, ενάμιση χρόνο από τότε, είμαστε σε θέση να αισθανόμαστε λιγότερο ανασφαλείς για τη Δημοκρατία μας. Η εμπειρία της διάλυσης της Χρυσής Αυγής χάρη στη βούληση της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας είναι χρήσιμη για όλους. Πάνω απ’ όλα οδηγεί την ελληνική κοινωνία να εγκαταλείψει την ανομική πολιτική κουλτούρα που τόσο ταλαιπώρησε τη χώρα.

Παρατηρούνται και άλλες αλλαγές στην πολιτική μας κουλτούρα. Κατανοούμε καλύτερα τον ρόλο της οικονομίας και αισθανόμαστε τα όρια της πολιτικής. Διαισθανόμαστε πως δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις, παρά μόνο εναλλακτικές του ιδίου κατά βάση μοντέλου, αυτού της ελεύθερης οικονομίας. Η πολιτική τάξη, και αυτή με τη σειρά της, δείχνει να ωριμάζει σταδιακά, έστω και αργά. Μαθαίνει να μετράει καλύτερα τα λόγια της, να αντιλαμβάνεται την αξία της συνεργασίας και του συμβιβασμού. Συνειδητοποιεί πως η εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς τους δημοκρατικούς θεσμούς είναι κάτι που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις συμπεριφορές των πολιτικών ελίτ.

Οι θετικές μεταβολές δεν έχουν όμως αποτυπωθεί ακόμη στους θεσμούς. Η νέα κουλτούρα κυβερνητικής συνεργασίας προσκρούει σε έναν ισχυρά πλειοψηφικό εκλογικό νόμο που αφήνει ανοιχτό τον προεκλογικό τυχοδιωκτισμό των υποσχέσεων και της ψευδοπόλωσης. Η νέα κουλτούρα συμμετοχής των πολιτών που αναπτύχθηκε με την κρίση δεν βρίσκει θεσμικό διέξοδο σε διευρυμένες μορφές λήψης αποφάσεων. Το νέο εργασιακό ήθος που αναπτύσσεται δυσκολεύεται να παρακάμψει τις ισχυρές συνδικαλιστές ολιγαρχίες, ενώ το νέο επιχειρείν πνίγεται μέσα στη γραφειοκρατία και την υψηλή φορολογία.

Αν και έχουν σημειωθεί, λοιπόν, σημαντικά βήματα που μπορούν να μας κάνουν αισιόδοξους, δεν έχουμε καταφέρει να πατήσουμε σταθερά. Βρισκόμαστε ακόμη μέσα στην κρίση. Την ώρα που το παλιό πεθαίνει και το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί, σε αυτές τις στιγμές που ζούμε δηλαδή, στο ενδιάμεσο τα πάντα μπορούν να συμβούν, όπως θα έλεγε και ο Αντόνιο Γκράμσι.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή