Γραμματα Αναγνωστων

2' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το «δικαίωμα»

Κύριε διευθυντά

Η απεργία, η οποία αποτελεί συνταγματικώς κατοχυρωμένο δικαίωμα, που συνιστά προέκταση της συνδικαλιστικής ελευθερίας, υπόκειται, όπως κάθε δικαίωμα, στον κανόνα που απαγορεύει την καταχρηστική άσκησή του.

Ειδικότερα, κατά το άρθρο 23 παρ.2 του Συντάγματος, προς το οποίο συμπορεύεται και το άρθρο 19 παρ.1 του N.1264/1982, η απεργία αποτελεί δικαίωμα και ασκείται από τις νόμιμα συνεστημένες συνδικαλιστικές οργανώσεις για τη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών, εργασιακών συνδικαλιστικών και ασφαλιστικών συμφερόντων των εργαζομένων.

Το δικαίωμα της απεργίας, που υπόκειται στους περιορισμούς του νόμου που το ρυθμίζει, πρέπει να ασκείται σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με το γενικότερο εθνικό και κοινωνικό (δημόσιο) συμφέρον, εις τρόπον ώστε να μην υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή από τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος, διότι σε αντίθετη περίπτωση, η απεργία είναι παράνομη και καταχρηστική. Ετσι, καταχρηστικές ή παράνομες, θεωρούνται, οι απεργίες που υποκρύπτουν πολιτικές σκοπιμότητες και επιδιώξεις, οι «λευκές» απεργίες μαζί με καταλήψεις των χώρων εργασίας και οι απεργίες που συνεπάγονται δυσανάλογη ζημία του εργοδότου και του κοινωνικού συνόλου.

Κρίνεται καταχρηστική η απεργία, όταν παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητος, όπως όταν η προκαλούμενη από την απεργία ζημία, που υφίστανται οι εργοδότες και εν γένει το κοινωνικό σύνολο, είναι δυσανάλογα μεγάλη σε σύγκριση με το όφελος που προσδοκούν οι εργαζόμενοι απεργοί.

Η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, δεν είναι ανέλεγκτη, αλλά υπόκειται στους περιορισμούς τόσο του άρθρου 25 παρ.3 του Συντάγματος, όσο και του άρθρου 281 του Αστικού Κώδικος. Ετσι, τα Δικαστήρια ελέγχουν, εκτός από τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων που ο N.1264/1982 ορίζει, ότι πρέπει να τηρηθούν για τη νομότυπη άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, αν έχει ασκηθεί κατά τρόπο που υπερβαίνει προφανώς την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή τον κοινωνικό ή οικονομικό σκοπό του δικαιώματος.

Η υπέρβαση των ορίων που έχουν τεθεί από τις ανωτέρω διατάξεις, καθιστά την απεργία καταχρηστική και συνεπώς παράνομη.

Η νομολογία των Δικαστηρίων έχει δεχθεί ότι, υφίσταται πάντοτε καταχρηστική άσκηση του απεργιακού δικαιώματος, όταν τα αιτήματα των απεργών τελούν σε πρόδηλη δυσαναλογία με την εκ της απεργίας απειλούμενη ή επερχόμενη ζημία του εργοδότου και του κοινωνικού συνόλου.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, μεταξύ άλλων, έκρινε ότι, υπό του νόμου τιθέμενοι περιορισμοί του δικαιώματος της απεργίας των δημοσίων υπαλλήλων, δεν αντίκεινται στο άρθρο 23 του Συντάγματος και δεν αποδυναμώνουν το δικαίωμα αυτό, καθ’ όσον αποβλέπουν στην εξασφάλιση μιας όλως στοιχειώδους λειτουργίας των Δημοσίων Υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της απεργίας προς αποφυγήν ανεπανόρθωτης ζημίας και δυσμενών επιπτώσεων στον ομαλό κοινωνικό βιο.

Τέλος, η απεργία δύναται να χαρακτηρισθεί ως καταχρηστική και όταν τα αιτήματα των απεργών, είναι προδήλως παράλογα, όχι, όμως, διότι είναι αδικαιολόγητα ή απλώς υπερβολικά.

Κωνσταντινος B. Χιωλος – Διδάκτωρ Νομικής-Δικηγόρος

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή