Ενα χειρότερο αύριο

2' 20" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μια μικρή περιδιάβαση στο Διαδίκτυο είναι αρκετή. Αντλεί κανείς αρκετό υλικό από ανακοινώσεις σωματείων, ενώσεων, συλλόγων, επαγγελματικών και φοιτητικών, με αντικείμενο απεργίες, στάσεις εργασίας, καταλήψεις. Ανέτρεξα σε διαφορετικές ημερομηνίες, στο διάστημα της τελευταίας πενταετίας. Το πρόβλημα είναι τόσο στη γλώσσα όσο και στο είδος των αιτημάτων. Πώς είναι, για παράδειγμα, δυνατόν όχι μόνο «να σταματήσουν τώρα οι απολύσεις» αλλά «και να ανακληθούν όσες έγιναν»; Ή να διεκδικεί ένας κλάδος «να υπογραφούν αμέσως Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας»; Η έμφαση στο «τώρα» και στο «αμέσως». Ακολουθούν «οι νέοι πρυτάνεις της βίας και της καταστολής», οι απαραίτητες «ριζοσπαστικές μορφές πάλης», ενώ οι καταγγελίες για «νοσταλγούς και υποστηρικτές της χούντας» είναι ψηλά στις λίστες των διαμαρτυρόμενων από την αρχή της κρίσης. Αλλοι γενικεύουν: «Είμαστε απέναντι στις πολιτικές οι οποίες ανακυκλώνουν την ύφεση, αυξάνουν την ανεργία και μετατρέπουν την οικονομική κρίση σε ανθρωπιστική». Και αναρωτιέται κανείς αν κάποιοι, αντιθέτως, επιθυμούν να αυξάνουν την ανεργία ώστε να προκαλέσουν ανθρωπιστική κρίση. Υπάρχουν κι εκείνοι που μας καλούν «να ανατρέψουμε όσους και όσα καταστρέφουν τον κλάδο και τις ζωές μας». Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι τα «Μνημόνια» και τα «χαράτσια» (συλλήβδην) οφείλουν «να καταργηθούν», αμέσως κι αυτά.

Πώς ο συνδικαλισμός μπορεί να παρακολουθήσει και να προωθήσει κοινωνικά αιτήματα όταν έχει την ίδια σχέση με την πραγματικότητα την οποία είχε και προ 30ετίας; Οταν όλα αλλάζουν γύρω με ορμή εκτός από τον συνδικαλιστικό λόγο και τον πονηρό πολιτευτή; Γιατί η αλήθεια είναι ότι δεν μπορεί να απομονώσει κανείς τον συνδικαλισμό από το πολιτικό σύστημα βάλλοντας εναντίον του ενός και εξαιρώντας το άλλο ωσάν να μην αρδεύονται από την ίδια πηγή, ωσάν η συνεχιζόμενη άμεση και έμμεση οικονομική χρηματοδότηση των συνδικάτων από το κράτος να μη συνιστά θεσμοθετημένο κρατικό παρεμβατισμό, με πολλαπλές συνέπειες, όσον αφορά την αυτονομία τους.

Ομως το θέμα είναι μεγάλο, πολυπλόκαμο και δεν είναι αντικείμενο αυτού του σχολίου. Εστιαζόμαστε, λοιπόν, στη «γλώσσα» και στα «αιτήματα», ενδεικτικά και τα δύο της καθήλωσης στον χρόνο ή μήπως άρνησης ή, εν τέλει, αδυναμίας να αντιληφθούν οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι ότι η κοινωνία λειτουργεί πλέον με διαφορετικά ανακλαστικά. Οτι μέσα στο μαξιμαλιστικό και εξωπραγματικό να αλλάξουν όλα «τώρα» και «αμέσως», ενισχύεται απλώς η αδράνεια και υπονομεύεται το κύρος αλλά και η αποτελεσματικότητα ακόμα και μιας δίκαιης απεργιακής κινητοποίησης. Δεν απασχολεί κανέναν η χαμηλή συσπείρωση των κινητοποιήσεων; Με μια οικονομική κρίση, όπως περιγράφεται, και μια κοινωνία πάσχουσα, με τη φτώχεια και την ανεργία να εμφανίζουν ιστορικά υψηλά ποσοστά, δεν θα έπρεπε να είναι «μαζική» και, κυρίως, πραγματική η συμμετοχή;

Αρα κάτι συμβαίνει, που είναι πιο διαλυτικό από τον «ταξικό εχθρό». Μπορεί να λέγεται κόπωση των εργαζομένων, μπορεί να λέγεται ανικανότητα των συνδικαλιστικών ηγεσιών να αντιληφθούν τις (συνταρακτικές) αλλαγές και να αναπροσαρμόσουν τα αιτήματα και τις τακτικές τους. Ενα είναι πάντως βέβαιο. Οτι τα παβλοφικά ανακλαστικά δεν προκαλούν συναίνεση, εκφυλίζουν την απεργία, αναπαράγουν το αδιέξοδο. Και τα τρία υπόσχονται ένα χειρότερο αύριο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή