Πρωθυπουργός μπορεί να γίνει και μη βουλευτής

Πρωθυπουργός μπορεί να γίνει και μη βουλευτής

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι δυνατόν, κατά το Σύνταγμά μας, να διορισθεί πρωθυπουργός πρόσωπο που δεν είναι μέλος του Κοινοβουλίου (βουλευτής); Το ερώτημα αυτό απασχολεί, τελευταία, μέρος της επιστήμης αλλά και την κοινή γνώμη, ενόψει της εκλογής αρχηγού στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Με το σημείωμα αυτό επιχειρείται μια προσέγγιση του ζητήματος, με βάση αυστηρά το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος κυρίως, αλλά και του Κανονισμού της Βουλής, πέρα από πολιτικές σκοπιμότητες.

Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 51 παρ. 1 του Συντάγματος, τα αιρετά μονοπρόσωπα όργανα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης δευτέρου βαθμού δεν μπορούν να εκλεγούν βουλευτές μέχρι να λήξει η θητεία τους, ακόμη και αν παραιτηθούν. Δεν μπορούν να εκλεγούν βουλευτές. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να είναι μέλη της κυβέρνησης και να διορισθούν πρωθυπουργοί, εφόσον είναι αρχηγοί του κόμματός τους και το κόμμα τους κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές.

Συγκεκριμένα, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 26, 37 παρ.1, 55 και 81 του Συντάγματος σαφώς προκύπτουν τα ακόλουθα:

α) ότι η Νομοθετική Λειτουργία της Βουλής ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και η Εκτελεστική Λειτουργία από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την κυβέρνηση,

β) ότι μέλη της κυβέρνησης μπορούν να είναι και μη κοινοβουλευτικά πρόσωπα (πρόσωπα που δεν έχουν την ιδιότητα του βουλευτή),

γ) ότι για να διορισθεί κάποιος ως μέλος της κυβέρνησης (βουλευτής ή όχι) πρέπει να συγκεντρώνει τα εξής προσόντα: Να είναι Ελληνας πολίτης, να έχει τη νόμιμη ικανότητα να εκλέγει και να έχει συμπληρώσει το εικοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του.

Συνεπώς, το προαναφερθέν κώλυμα του άρθρου 56 παρ. 1 του Συντάγματος αφορά μόνο τους λειτουργούς της Νομοθετικής Λειτουργίας της Πολιτείας. Ετσι, τα ανωτέρω πρόσωπα δεν μπορούν να εκλεγούν βουλευτές όσο διαρκεί η θητεία τους. Δεν αφορά, βεβαίως, και τα μέλη της κυβέρνησης (πολύ περισσότερο τον πρωθυπουργό), διότι, αν αυτό ήθελε ο συνταγματικός νομοθέτης, δεν θα έθετε στο άρθρο 81, ως κώλυμα, μόνο την έλλειψη των προσόντων του άρθρου 55, αλλά και το κώλυμα του άρθρου 56 παρ. 1.

Συνεπής προς τα ανωτέρω, ο συνταγματικός νομοθέτης οριοθετεί και τις εξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας, αναφορικά με τον διορισμό του πρωθυπουργού. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 37, πρωθυπουργός διορίζεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο αρχηγός του κόμματος το οποίο διαθέτει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών και αν κανένα κόμμα δεν διαθέτει την απόλυτη πλειοψηφία, αρχίζει η διαδικασία των διερευνητικών εντολών προς τους αρχηγούς των τριών πρώτων σε κοινοβουλευτική δύναμη κομμάτων.

Αν αυτές (οι διερευνητικές εντολές) αποτύχουν, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας καλεί τους αρχηγούς των κομμάτων και αν επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης, επιδιώκει τον σχηματισμό κυβέρνησης απ’ όλα τα κόμματα της Βουλής… Αν κάποιο κόμμα δεν έχει αρχηγό, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δίνει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ή διερευνητική εντολή στο πρόσωπο που προτείνει η Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος. Το ίδιο ισχύει και αν ο αρχηγός του κόμματος δεν έχει εκλεγεί βουλευτής, ήτοι να έθεσε υποψηφιότητα σε κάποια εκλογική περιφέρεια και να μην εξέλεξε το κόμμα του εκεί βουλευτή. Το τελευταίο αυτό, όμως, ισχύει μόνο στην περίπτωση που το κόμμα δεν έχει αρχηγό, όπως σαφώς ορίζεται στην παρ. 4 του άρθρου 37.

Καθίσταται, συνεπώς, σαφές ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναθέτει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης ή διερευνητική εντολή στους αρχηγούς των κομμάτων και όχι στους προέδρους των Κοινοβουλευτικών Ομάδων. Ο διαφορισμός αυτός (αρχηγός κόμματος – πρόεδρος Κοινοβουλευτικής Ομάδας) είναι σαφής και διατρέχει όλες τις σχετικές διατάξεις του Κανονισμού της Βουλής, ο οποίος είναι πλήρως εναρμονισμένος με τις Συνταγματικές επιταγές.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 16 παρ. 2 του Κανονισμού της Βουλής ορίζει ότι «Ο Αρχηγός του Κόμματος θεωρείται και Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Κόμματός του αν είναι Βουλευτής». Επίσης και από πολλά άλλα άρθρα του Κανονισμού της Βουλής προκύπτουν οι διακριτοί ρόλοι αρχηγού κόμματος που δεν είναι βουλευτής και προέδρου Κοινοβουλευτικής Ομάδας (βλ. άρθρα 17, 19 παρ. 2, 20, 64, 67 παρ. 4, 108 παρ. 5, κ.α.).

Η μόνη διαφορά μεταξύ κοινοβουλευτικού πρωθυπουργού και μη κοινοβουλευτικού πρωθυπουργού είναι ότι ο τελευταίος, ενώ μπορεί να παρίσταται στη Βουλή και να ασκεί όλα τα, κατά το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, δικαιώματα και τις αρμοδιότητες, δεν μπορεί να ψηφίζει, όπως δεν έχουν δικαίωμα ψήφου και τα εξωκοινοβουλευτικά μέλη της κυβέρνησης.

*Ο κ. Χαράλαμπος Αθανασίου είναι βουλευτής Λέσβου και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή